Τι συμφωνήθηκε για το αφορολόγητο στις Βρυξέλλες
Αξιολόγηση: Τι συμφωνήθηκε και τι παραμένει σε εκκρεμότητα μετά το τετραήμερο επίπονων διαβουλεύσεων μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών στις Βρυξέλλες, την περασμένη εβδομάδα.
Μείωση του αφορολογήτου ορίου εισοδήματος περίπου κατά 3.000 ευρώ για τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες από το 2019 και εφάπαξ περικοπή των συντάξεων από το 2020 συμφώνησε ήδη η κυβέρνηση με τους εκπροσώπους των δανειστών κατά τις τετραήμερες διαπραγματεύσεις που είχε μαζί τους στις Βρυξέλλες την περασμένη εβδομάδα.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά το αφορολόγητο όριο συμφωνήθηκε η μείωση από τα 8.636-9.545 ευρώ στα 5.500-6.500 ευρώ, ανάλογα με την οικογενειακή κατάσταση. Για το τμήμα του ετησίου εισοδήματος μεταξύ νέου και παλαιού αφορολογήτου, π.χ. στο κλιμάκιο από τα 5.901 έως και τα 8.636 ευρώ για τους άγαμους, θα ισχύει συντελεστής φόρου μειωμένος από το 22% στο 20% ενώ πάνω από το επίπεδο του παλαιού αφορολογήτου ο συντελεστής θα παραμείνει στο 22%.
Οι αλλαγές αυτές θα έχουν ως συνέπεια να κληθούν να πληρώσουν φόρο εισοδήματος ακόμη και οι μισθωτοί που λαμβάνουν μηνιαίως 400 ευρώ, ακόμη και οι χαμηλοσυνταξιούχοι που εισπράττουν 460 ευρώ το μήνα! Ωστόσο, ακόμη και φορολογούμενοι που έχουν μηνιαία εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις κάτω από τα πολύ χαμηλά αυτά όρια θα υποχρεωθούν κι αυτοί να καταβάλουν φόρο, καθώς παρά το γεγονός ότι τα ετήσια πραγματικά εισοδήματά τους θα εξακολουθούν να βρίσκονται κάτω από τα νέα μειωμένα αφορολόγητα όρια, τα τεκμήρια διαβίωσης θα τους προσδιορίζουν τα φορολογητέα εισοδήματά τους πάνω από τα νέα σημαντικά μειωμένα αφορολόγητα όρια! Έτσι ακόμη και φορολογούμενοι με πραγματικά εισοδήματα κάτω των 5.500-6.500 ευρώ θα δουν έκπληκτοι ότι είναι υποχρεωμένοι να πληρώσουν φόρο εισοδήματος, καθώς τα τεκμήρια θα τους “ανεβάζουν” τα φορολογητέα εισοδήματά τους πάνω από τα επίπεδα των 5.500-6.500 ευρώ,
Όσον αφορά στο θέμα των συντάξεων, η ελληνική αποστολή φαίνεται ότι υποχώρησε στις πιέσεις για εφάπαξ “κούρεμα” σε μια δόση από το 2020. Εκείνο που δεν καθορίστηκε ακόμη είναι το ύψος των περικοπών αφού η ελληνική πλευρά διαπραγματεύεται ακόμη το “μέγεθος” του πακέτου των μέτρων για την διετία οπότε υπάρχουν ακόμη ελπίδες το συνολικό ποσό της απαιτούμενης εξοικονόμησης να είναι – λίγο – μικρότερο από 2% του ΑΕΠ (1,8 – 1,9% του Α.Ε.Π.) Πάντως οι δανειστές ζητούν την μείωση του ποσού της “προσωπικής διαφοράς” των παλαιών συντάξεων τουλάχιστον κατά 50%, εξέλιξη που θα σημάνει σημαντικό “κούρεμα” μέχρι και 30% στις μικτές μηνιαίες συντάξεις από τα 800 ευρώ και πάνω. Η ελληνική πλευρά ελπίζει ότι θα πείσει ότι μέρος του εικονικού “κενού” που καλείται να καλύψει θα έρθει από επιπλέον έσοδα που θα φέρει η ανάπτυξη της οικονομίας το 2020.
Έχοντας ήδη υποχωρήσει στις απαιτήσεις των δανειστών για τη μείωση του αφορολόγητου και των συντάξεων για την διετία 2019 -2020 η Κυβέρνηση συνεχίζει να προβάλλει ακόμη αντίσταση στις πιέσεις των δανειστών για επώδυνες αλλαγές και στην αγορά εργασίας.
Πάντως, εκπρόσωποι των δανειστών επιβεβαιώνουν ότι τις τέσσερις ημέρες των διαβουλεύσεων στις Βρυξέλλες «έγινε πολύ δουλειά», αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι η ελληνική πλευρά εγκατέλειψε πολλές από τις “κόκκινες γραμμές” της. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο “σκληρός” του ΔΝΤ κ. Πώλ Τόμσεν μιλώντας σε κολλέγιο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, πολύ περισσότερο για την Ελλάδα και πολύ λιγότερο για την “ευρωζώνη”, έκανε εκτενή αναφορά στις διαπραγματεύσεις που συνεχίζονταν την ίδια ώρα στις Βρυξέλλες, τονίζοντας ότι:
«Με την Ελλάδα συζητάμε αλλαγές στο φορολογικό το ασφαλιστικό και την δημιουργία δημοσιονομικού χώρου ώστε να ληφθούν μέτρα ενίσχυσης της ανάπτυξης. Σε αυτά τα θέματα είχαμε αξιοσημείωτη αλλαγή της στάσης των ελληνικών αρχών. Γι αυτό και θα επιστρέψω άμεσα στις Βρυξέλλες για την συνέχιση των διαπραγματεύσεων»!
Τα αντισταθμιστικά μέτρα απασχόλησαν αναλογικά τις λιγότερες ώρες των συναντήσεων στις Βρυξέλλες. Πάντως σε όσες συζητήσεις έγιναν οι δανειστές επέμεναν στην μείωση των φορολογικών συντελεστών και μόνο, “ξεχνώντας” τα μέτρα αύξησης κοινωνικών δαπανών και επικεντρώνοντας τις προτάσεις τους σε φοροελαφρύνσεις για μεγάλες επιχειρήσεις, μεσαία και υψηλά εισοδήματα φυσικών προσώπων.
Όσον αφορά στην μείωση του ΕΝΦΙΑ και στους δικαιούχους μιας τέτοιας μείωσης η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα και οι Θεσμοί συνεχίζουν να διαφωνούν. ΟΙ τελευταίοι επιμένουν ότι την μείωση πρέπει να την καρπωθούν μόνο όσοι πληρώνουν σήμερα συμπληρωματικό ΕΝ.Φ.Ι.Α., δηλαδή αυτοί που έχουν αστική ακίνητη περιουσία με συνολική αντικειμενική αξία πάνω από 200.000 ευρώ .
Πάντως καμία από τις δύο πλευρές όμως δεν επιβεβαιώνει ότι το θέμα αυτό θα καθυστερήσει την συμφωνία.
Το θέμα της αγοράς ενέργειας δεν βρίσκεται στην ατζέντα του ΔΝΤ αλλά κυρίως των Ευρωπαίων δανειστών αφού ο κ. Τόμσεν δεν το ανέφερε καν ως ένα από τα θέματα της συζήτησης με την ελληνική πλευρά.
Πάντως και σε αυτό το θέμα υπήρξε σημαντική σύγκλιση αφού η ελληνική πλευρά την οποία εκπροσώπησε αυτοπροσώπως ο αρμόδιος υπουργός Περιβάλλοντος Γιώργος Σταθάκης δέχθηκε να συζητήσει και την πώληση μονάδων της ΔΕΗ σε ιδιώτες μαζί με την πώληση του 17% της ΔΕΗ. Ζήτησε όμως αυτό να γίνει σταδιακά και να αποκλειστούν οι υδροηλεκτρικές μονάδες. Από την πλευρά τους οι Θεσμοί ζητούν την πώληση της «μικρής ΔΕΗ» μέχρι και το φθινόπωρο.
“Αγκάθι” εξακολουθεί να είναι το εργασιακό
Το μεγάλο “αγκάθι” των διαπραγματεύσεων εξακολουθεί να είναι το “πακέτο” των αλλαγών στην αγορά εργασίας. Παρότι η Ελληνική πλευρά πρότεινε να αποσύρει το αίτημα της επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων αν οι θεσμοί δεχθούν να συζητηθεί μετά το τέλος του προγράμματος και να διατηρηθεί το σημερινό καθεστώς για τις ομαδικές απολύσεις, το ΔΝΤ επέμεινε να μην αναβληθεί η συζήτηση των θεμάτων για τα εργασιακά και να θεσμοθετηθεί άμεσα η απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων (με την άρση της υποχρέωσης της έγκρισης τους από τον εκάστοτε υπουργό) και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις να εξακολουθούν να λειτουργούν σε επιχειρησιακό επίπεδο.
Επιπλέον, οι εκπρόσωποι του Ταμείου επανήλθαν και στα θέματα που μένουν σε εκκρεμότητα από το Μνημόνιο ΙΙ, Τα θέματα αυτά αφορούν στην αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου ώστε να είναι πιο δύσκολη η κήρυξη της απεργίας , στην κατάργηση μεγάλου μέρους των συνδικαλιστικών προνομίων και στην επαναφορά του θεσμού της ανταπεργίας .
Οι απαιτήσεις τους αυτές είχαν ως αποτέλεσμα το διάβημα του πρωθυπουργού στην Ρώμη που είχε και το γνωστό αποτέλεσμα .
Τώρα πλέον οι δανειστές περιμένουν από την ελληνική πλευρά μια νέα πρόταση για το εργασιακό αλλά και τις τελευταίες τεχνικές λεπτομέρειες ώστε να αποφασιστεί η επιστροφή των κλιμακίων των Θεσμών στην Αθήνα για το κλείσιμο της αξιολόγησης.