Eurobank: Κλειδί για την οικονομική μεγένθυση η διατήρηση εξισορροπημένου ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών
Τη εξαιρετική σημασία της διατήρησης μεσομακροπρόθεσμα του εξισορροπημένου ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών για την επίτευξη βιώσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης αναδεικνύει η Eurobank στο εβδομαδιαίο της δελτίο.
Συγκεκριμένα όπως αναφέρεται στο “7 ημέρες οικονομίας”, σύμφωνα με τα στοιχεία του ισοζυγίου πληρωμών που δημοσιεύει η Τράπεζα της Ελλάδος, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ) στην ελληνική οικονομία κατέγραψε έλλειμμα -€1,5 δισ. το 2017 από -€1,9 δισ. το 2016. Ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται να ανέλθει στο -0,8% από -1,1% το 2016.
Σημειώνουμε ότι το 2008 ήταν -36,6 δισ. (έλλειμμα) ή -15,1% ως ποσοστό του ΑΕΠ. Δηλαδή, η εγχώρια δαπάνη για αγαθά και υπηρεσίες (συνολική κατανάλωση και επένδυση) υπερέβαινε κατά πολύ τα εγχώρια εισοδήματα (ΑΕΠ = παραγωγή = εισόδημα) ή από μια άλλη οπτική γωνία, η επένδυση ήταν πολύ υψηλότερη από την αποταμίευση. Επί παραδείγματι, βάσει των χρονολογικών σειρών των εθνικών λογαριασμών, το άθροισμα της κατανάλωσης και της επένδυσης ανερχόταν στο 112,6% του ΑΕΠ το 2008 (η άλλη όψη του εμπορικού ελλείμματος).
Ως γνωστόν, το παραπάνω στοιχείο παράλληλα με την πραγματοποιηθείσα συσσώρευση χρέους καθιστούσε την ελληνική οικονομία αρκετά ευάλωτη σε μια πιθανή εξωτερική διαταραχή. Η τελευταία θα μπορούσε να οδηγήσει στο κλείσιμο της κάνουλας του εξωτερικού δανεισμού (βλέπε παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση 2007-2009) και σε αυτή την περίπτωση η εγχώρια δαπάνη για αγαθά και υπηρεσίες θα έπρεπε να προσαρμοστεί στο ύψος των εγχωρίων εισοδημάτων.
Όπερ και εγένετο! Κατά τη διάρκεια των ετών της μεγάλης ύφεσης και της στασιμότητας, το άθροισμα της κατανάλωσης και της επένδυσης από 112,6% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2008 μειώθηκε στο 100,7% το 2016. Η εγχώρια δαπάνη συρρικνώθηκε κατά -35,6% και το ΑΕΠ κατά -28,0% (-32,7% και -26,1% σε σταθερές τιμές).
Είναι ευρέως αποδεκτό ότι η μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικονομία είναι να κερδίσει το στοίχημα της ανάκαμψης. Δηλαδή να εισέλθει σε ένα μονοπάτι υψηλών και βιώσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης με μειούμενο ποσοστό ανεργίας, υγιή δημοσιονομικά, αποτελεσματικούς θεσμούς και αυξημένη παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα.
Στο πεδίο των στοιχείων το 2017 αποτέλεσε το πρώτο έτος εξόδου από την παγίδα στασιμότητας των τριών τελευταίων ετών (στις 5 Μαρτίου 2018 αναμένεται να δημοσιευτούν τα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών του 4ου τριμήνου 2017). Επιπρόσθετα, βάσει των έως τώρα δημοσιευθέντων δεικτών υψηλής συχνότητας το σενάριο για επιτάχυνση της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας το 2018 κερδίζει έδαφος.
Επί παραδείγματι: 1ον ο δείκτης οικονομικού κλίματος ανήλθε σε υψηλό 43 μηνών τον Φεβρουάριο 2018 (104,3 μονάδες δείκτη (ΜΔ)) με τους τομείς της βιομηχανίας, των υπηρεσιών, του λιανικού εμπορίου και των κατασκευών να παρουσιάζουν ενίσχυση. Αρνητικό στοιχείο η επιδείνωση του δείκτη εμπιστοσύνης καταναλωτή για 2ο συνεχή μήνα (η τιμή του ωστόσο είναι η 3η υψηλότερη τους τελευταίους 31 μήνες) και 2ον ο δείκτης PMI της IHS Markit για τον τομέα μεταποίησης στην Ελλάδα παρέμεινε σε τροχιά άνω του ορίου των 50 ΜΔ (PMI>50: βελτίωση λειτουργικών συνθηκών, PMI<50: χειροτέρευση λειτουργικών συνθηκών) για 9ο συνεχή μήνα τον Φεβρουάριο 2018. Η τιμή που έλαβε, ήτοι 56,1 ΜΔ, αποτελεί ιστορικό υψηλό 17,5 ετών.
Δύναται να υποστηριχτεί ότι η αλλαγή του υποδείγματος μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας προς ένα νέο με κύριες ατμομηχανές τις επενδύσεις και τις εξαγωγές προϋποθέτει την διατήρηση μεσομακροπρόθεσμα εξισορροπημένου ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ). Η τράπεζα τονίζει τη χρονική διάσταση του προαναφερθέντος στόχου, καθώς στη βραχυχρόνια περίοδο σχετικά μικρά και ελεγχόμενα ελλείμματα που θα συμπληρώνουν την εθνική αποταμίευση στη χρηματοδότηση παραγωγικών επενδύσεων μπορούν να δώσουν την αναγκαία ώθηση που χρειάζεται η ελληνική οικονομία στα πρώτα στάδια της ανάκαμψης.
Για να διατηρηθεί μεσομακροπρόθεσμα ο στόχος του εξισορροπημένου ΙΤΣ ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην περαιτέρω ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του τομέα των αγαθών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ η ετήσια μείωση του ελλείμματος του ΙΤΣ κατά €417,8 εκατ. το 2017 προήλθε κυρίως από την επίδραση δύο αντίρροπων δυνάμεων. Από τη μια πλευρά το πλεόνασμα του ισοζυγίου υπηρεσιών ενισχύθηκε κατά €2.076,9 εκατ. και από την άλλη το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών αυξήθηκε κατά €1.771,3 εκατ. Ως εκ τούτου το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών και υπηρεσιών συρρικνώθηκε σε ετήσια βάση κατά €305,6 εκατ. Το αντίστοιχο μέγεθος πέρυσι ήταν -971,6 εκατ.
Ποια ήταν η συνεισφορά των επί μέρους κατηγοριών αγαθών και υπηρεσιών στις προαναφερθείσες μεταβολές; Τα κεντρικά συμπεράσματα που εξάγονται έχουν ως εξής: 1ον το σύνολο των ελληνικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασε ετήσια μεταβολή της τάξης του 13,5% το 2017 από -6,1% το 2016. Τα αγαθά χωρίς καύσιμα και πλοία συνεισέφεραν 3,5 ποσοστιαίες μονάδες (ΠΜ) και ακολούθησαν τα καύσιμα με 3,4 ΠΜ, οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες με 2,8 ΠΜ, οι υπηρεσίες μεταφορών με 2,7 ΠΜ, οι λοιπές υπηρεσίες με 1,1 ΠΜ και τα πλοία με 0,1 ΠΜ (3,5 + 3,4 + 2,8 + 2,7 + 1,1 + 0,1 = 13,5%). 2ον το σύνολο των ελληνικών εισαγωγών κατέγραψε ετήσια μεταβολή της τάξης του 12,6% το 2017 από -4,2% πέρυσι.
Τα καύσιμα είχαν την υψηλότερη συνεισφορά με 5,2 ΠΜ και ακολούθησαν τα αγαθά χωρίς καύσιμα και πλοία με 4,9 ΠΜ, οι λοιπές υπηρεσίες με 1,3 ΠΜ, οι υπηρεσίες μεταφορών με 1,2 ΠΜ, τα πλοία με 0,2 ΠΜ και οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες με -0,2 ΠΜ.
2ον η αύξηση του ισοζυγίου υπηρεσιών κατά €2.076,9 εκατ. το 2017 προήλθε από τις κατηγορίες των υπηρεσιών τουρισμού και μεταφορών. Το ταξιδιωτικό ισοζύγιο παρουσίασε ενίσχυση της τάξης των €1.478,8 εκατ. (από πτώση -€887,0 εκατ. το 2016) και το αντίστοιχο μέγεθος για τις μεταφορές ήταν €729,2 εκατ. (από πτώση -€1.177,5 εκατ. το 2016).
3ον η μείωση του ισοζυγίου αγαθών κατά -€1.771,3 εκατ. το 2017 (διεύρυνση του ελλείμματος) ήταν αποτέλεσμα της πτώσης των ισοζυγίων των καυσίμων και των αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία κατά -944,5 και -753,8 εκατ. αντίστοιχα. 4ον παρά τη θεαματική ενίσχυση του ρυθμού αύξησης των εξαγωγών αγαθών χωρίς καύσιμα και πλοία από 1,5% το 2016 στο 9,5% το 2017, το έλλειμμα του αντιστοίχου ισοζυγίου ενισχύθηκε λόγω της ταυτόχρονης σημαντικής αύξησης των εισαγωγών από 4,2% το 2016 στο 7,8% το 2017.