Optima Bank: Οι ελληνικές μετοχές συνεχίζουν να ελκύουν τους επενδυτές
Η δυνατή απόδοση της Ελλάδας στον οικονομικό τομέα θα διατηρηθεί και το επόμενο διάστημα με την συμβολή πέντε σημαντικών παραγόντων, σύμφωνα με την Optima Bank και τη νέα της έκθεση για την ελληνική αγορά με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με τη χρηματιστηριακή, τα μεγάλα “όπλα” της χώρας και άρα του ελληνικού χρηματιστηρίου είναι: 1) η άνευ προηγουμένου δημοσιονομική στήριξη από κονδύλια της ΕΕ άνω των 80 δισ. ευρώ έως το 2027, 2) η κυκλική ανάκαμψη μετά τη 10ετή κρίση και τα lockdown της Covid-19, 3) οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις του παρελθόντος, που συνεχίζονται ακόμη, βελτιώνοντας την ανταγωνιστικότητα και προσελκύοντας επενδύσεις, 4) η άφθονη παγκόσμια ρευστότητα και το ιστορικό χαμηλό κόστος δανεισμού (παρά την πρόσφατη άνοδο), τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, και 5) η συσσωρευμένη ζήτηση και η επάρκεια πόρων (λόγω χαμηλών ποσοστών οικονομικής δραστηριότητας / χρήση δυναμικότητας).
Η σύσφιξη της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής δεν αναμένεται να εκτροχιάσει την οικονομική ανάπτυξη, καθώς η διαδικασία θα είναι αργή και σταδιακή, ενώ η ΕΚΤ θα συνεχίσει να στηρίζει την Ελλάδα, όπως σημειώνει η Optima. Παράλληλα, η δημοσιονομική στήριξη θα συνεχιστεί επίσης εάν αυτό κριθεί απαραίτητο.
Το 2022 θα είναι μια χρονιά-ορόσημο, όπως εκτιμά η χρηματιστηριακή. Η Ελλάδα 1) θα αποπληρώσει πλήρως το ΔΝΤ, 2) θα βγει από το Καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας, ενώ 3) οι τράπεζες θα σημειώσουν μονοψήφιους δείκτες NPE. Στα τέλη του 2022 ή στις αρχές του 2023, η οικονομία μπορεί να ανακτήσει την “επενδυτική βαθμίδα”.
Παρά τις θετικές προοπτικές, οι κίνδυνοι είναι υψηλότεροι από πέρυσι που συνδέονται με: 1) τις πληθωριστικές πιέσεις που διαβρώνουν το διαθέσιμο εισόδημα (κατανάλωση) και τα περιθώρια κερδοφορίας, 2)τις γεωπολιτικές εντάσεις (Ουκρανία, Τουρκία), 3) τις πολιτικές εξελίξεις (εκλογικός κίνδυνος) και 4) τις αυστηρότερες δημοσιονομικές και νομισματικές πολιτικές, οι οποίες εάν εφαρμοστούν απότομα μπορεί να επιβραδύνουν την ανάκαμψη.
Σε ό,τι αφορά τις ελληνικές μετοχές ειδικότερα, η Optima επισημαίνει πως η κερδοφορία των ελληνικών επιχειρήσεων έχει ήδη αποκατασταθεί στα προ Covid-19 επίπεδα, με την ανάπτυξη να επιταχύνεται. Ωστόσο, τα κέρδη της περιόδου 2022-2023 θα υστερούν σε σχέση με την κορύφωσή τους πριν από την κρίση στις περισσότερες περιπτώσεις, γεγονός που δείχνει τις καλές ανοδικές δυνατότητες.
Οι ελληνικές μετοχές προσφέρουν παράλληλα μια συναρπαστική πρόταση ανταμοιβής-κινδύνου. Η αγορά αποτιμάται ελκυστικά υπό διάφορους δείκτες Οι ελληνικές μετοχές διαπραγματεύονται με δείκτη EV/EBITDA στο 7,1x σε ορίζοντα 12μήνου, έναντι 8,6x και 8,5x για τις μετοχές στην ΕΕ και στις Αναδυόμενες Αγορές. Αυτό αποτελεί ένα discount της τάξης του 20%, παρά τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης της Ελλάδας.
Επίσης, σε σχετική βάση, η Ελλάδα διαπραγματεύεται σε παρόμοια επίπεδα discount σε σχέση με τις μετοχές της Ε.Ε και των Αναδυόμενων Αγορών όπως το 2014 και το 2018, όταν οι προοπτικές του ΑΕΠ ήταν πολύ χειρότερες και οι αποδόσεις των ομολόγων πολύ υψηλότερες.
Οι αποτιμήσεις και των ελληνικών συστημικών τραπεζών είναι επίσης ελκυστικές, καθώς διαπραγματεύονται με discount άνω του 30% σε σχέση με τις ευρωπαϊκές. Η Optima αναμένει ότι ο κλάδος θα σημειώσει περαιτέρω re-rating μετά τη μείωση του κινδύνου και την ανάκαμψη της κερδοφορίας.
Παράλληλα η Optima τονίζει ότι, σε σύγκριση με τα υψηλά επίπεδα αποτιμήσεων των αρχών του 2014, οι περισσότερες ελληνικές μετοχές διαπραγματεύονται με αυξημένο discount, με τις Jumbo, Fourlis, ΟΠΑΠ, Titan και τις μετοχές του κλάδου των διυλιστηρίων να αποτελούν πολύ καλά παραδείγματα. Οι μετοχές είναι επίσης πιο ελκυστικές από τα ομόλογα, προσφέροντας 3,3% μερισματική απόδοση έναντι αποδόσεων της τάξης του 2,6% για τα ελληνικά 10ετή ομόλογα.
Οι κορυφαίες επιλογές της Optima από το Χ.Α έτσι περιλαμβάνουν: ολόκληρο τον τραπεζικό τομέα, με την Εθνική να είναι η κορυφαία επιλογή, τις Jumbo και ΟΠΑΠ (και οι δύο έχουν ισχυρούς ισολογισμούς, καλές δυνατότητες ανάπτυξης μετά τους περιορισμούς Covid), την Motor Oil (ανάκαμψη ζήτησης, αυξανόμενα περιθώρια διύλισης), την Cenergy (έκθεση στην πράσινη συμφωνία) και ΔΕΗ (σημαντικό play για το β’ εξάμηνο του έτους σε ό,τι αφορά την ομαλοποίηση του ενεργειακού κόστους).