Αυτοί είναι οι 18 καλικάντζαροι! Χρόνια Πολλά από την One Voice!
Αυτοί είναι οι 18 καλικάντζαροι! Αποκαλύπτουμε τα ονόματα και τα προφίλ των παράξενων μαλλιαρών τρολ. Πιο γνωστά είναι τα νορβηγικά τρολ, τα τρομακτικά όντα της νορβηγικής μυθολογίας που πολλές φορές χαρακτηρίζονται και ως ανθρωποφάγα. Ο όρος «τρολ» χρησιμοποιείται πλέον και για τους χρήστες του διαδικτύου, οι οποίοι, όπως και οι καλικάντζαροι, μπαίνουν σε μια συζήτηση για να την καταστρέψουν, προσβάλλοντας με κάθε τρόπο τον συντάκτη της.
Οι καλικάντζαροι έρχονται (βγαίνουν) την παραμονή των Χριστουγέννων (στη Σκιάθο: με πλοιάριο, στην Οινόη: με χρυσή βάρκα, στην Ικαρία: επί των φλοιών των καρυδιών) από τον «κάτω κόσμο», τον Άδη. Συνήθη μέρη που μένουν μετά τον ερχομό τους είναι οι μύλοι, τα γεφύρια, τα ποτάμια και τα τρίστρατα (μεγάλα μονοπάτια) όπου παραμονεύουν μόνο κατά τη νύχτα και φεύγουν με το τρίτο λάλημα του πετεινού. «Έρχονται από τη γης από κάτω. Όλο το χρόνο πελεκούν με τα τσεκούρια να κόψουν το δένδρο που βαστάει τη γης, αλλά όταν κοντεύουν να το κόψουν έρχεται ο Χριστός και μονομιάς ξαναγίνεται το δένδρο και τότε τα δαιμόνια χιμούν στη γης επάνω και πειράζουν τους ανθρώπους», γράφει ο Νικόλαος Πολίτης.
Οι καλικάντζαροι είναι ελληνική δοξασία (αρχαίας καταγωγής) «δαιμονίων» που εμφανίζονται μόνο το Δωδεκαήμερο, 25 Δεκεμβρίου – 6 Ιανουαρίου. Ερχονται σήμερα, παραμονή των Χριστουγέννων, ζουν ανάμεσά μας 12 ημέρες και φεύγουν των Φώτων. Μερικοί λένε ότι είναι πνεύματα, άλλα καλά και άλλα κακά. Κάποιοι πάλι πιστεύουν ότι είναι παράξενα όντα, μαλλιαρά και ότι τρυπώνουν στα σπίτια από τις καμινάδες. Τις νύχτες πηγαίνουν και κλέβουν τα φαγητά που βρίσκουν και πιο πολύ τα σύκα, γιατί τους αρέσουν πολύ.
Σύμφωνα με τη λαϊκή δοξασία, τις μέρες αυτές «τα νερά είναι αβάφτιστα» και οι καλικάντζαροι βγαίνουν από τη γη για να πειράξουν τους ανθρώπους, τώρα που ο Χριστός είναι και εκείνος αβάφτιστος. Ο λαός τούς φαντάζεται με διάφορες μορφές κατά περιοχή, με κοινό γνώρισμα την ασχήμια τους. Κατά αραχωβίτικη περιγραφή είναι «κακομούτσουνοι» και «σιχαμένοι», «καθένας τους έχει κι από ‘να κουσούρι, άλλοι στραβοί, άλλοι κουτσοί, άλλοι μονόματοι, μονοπόδαροι, στραβοπόδαροι, στραβόστομοι, στραβοπρόσωποι, στραβομούρηδες, στραβοχέρηδες, ξεπλατισμένοι, ξετσακισμένοι και κοντολογής, όλα τα κουσούρια και τα σακατιλίκια του κόσμου τα βρίσκεις όλα πάνω τους».
Συνήθως φαντάζονται νάνοι, αλλά και ψηλοί, σκουρόχρωμοι, με μαλλιά μικρά και ατημέλητα, μάτια κόκκινα, δόντια πιθήκου, δασύτριχοι, χέρια και νύχια πιθήκου, πόδια γαϊδάρου ή το ένα γαϊδάρου και το άλλο ανθρώπινο (μισοί γαϊδούρια και μισοί άνθρωποι, όπως λένε στη Σύρο), αλλά και σαν «μικροί σατανάδες» (σατανοπαίδια, όπως λένε στη Νάξο), άλλοτε γυμνοί και άλλοτε ρακένδυτοι με σκούφο (οξυκόρυμβο) από γουρουνότριχες και με παπούτσια, άλλοτε σιδερένια και άλλοτε τσαρούχια ή τσαγγία. Η τροφή τους κυρίως ακάθαρτη: σκουλήκια, βαθράκοι (=βάτραχοι), φίδια, ποντίκια κ.ά. χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αποστρέφονται τα εδέσματα του Δωδεκαήμερου.
Είναι πολύ ευκίνητοι, ανεβαίνουν στα δένδρα, πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια και κάνοντας μεγάλη φασαρία. Και ό,τι βρουν απλωμένα τα ποδοπατούν. Άμα βρουν ευκαιρία, κατεβαίνουν από τις καμινάδες στα σπίτια και μαγαρίζουν τα πάντα. Σε μερικά μέρη τους καλικάντζαρους τους συνοδεύει η μάνα τους, η «Καλικαντζαρού», που τους «ορμηνεύει» τι να πειράξουν. Σε κάποια νησιά οι καλικάντζαροι έρχονται με τις γυναίκες τους ή μόνο οι γυναίκες τους, οι «καλικαντζαρίνες»! Και προκειμένου οι νοικοκυραίοι να αποφύγουν έναν τέτοιο συρφετό, ρίχνουν στα κεραμίδια κομμάτια από χοιρινό ή λουκάνικα ή ξηροτήγανα!
Στην προέλευση αυτών των δαιμόνων αναφέρεται η αρχαία ελληνική μυθολογία περί των Σατύρων και του Πάνα (Schmidi) και περί των Κενταύρων (Mayer, Lawson). Σε όλους τους χριστιανικούς λαούς υπάρχουν δοξασίες για δαιμονικά όντα κατά το Δωδεκαήμερο: Λυκάνθρωποι, Στρίγγλες, Μάγισσες, Νόρνες. Παγανά είναι γενικότερα τα εξωτικά και τα φαντάσματα. Paganus σημαίνει τον χωρικό, τον αστράτευτον (παγάνα, παγανιά) και κατόπιν τον εθνικό και μη χριστιανό.
Σε άλλες ελληνικές δοξασίες οι καλικάντζαροι ήταν άνθρωποι με κακιά μοίρα μεταβαλλόμενοι σε δαιμόνια, γίνονται δε καλικάντζαροι αυτοί που έχουν γεννηθεί μέσα στο Δωδεκαήμερο εκτός και αν βαπτισθούν αμέσως, ή εκείνοι στους οποίους ο ιερέας δεν ανέγνωσε σωστά τις ευχές του βαπτίσματος, τα τερατώδη βρέφη, ή κατά τους Σιφναίους, όσοι πέθαναν στο Δωδεκαήμερο ή αυτοκτόνησαν, ή στη Μακεδονία, όσοι δεν έχουν ισχυρό Άγγελο για να τους προστατεύει από τον Σατανά.
Αυτοί είστε!
ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ ΜΑΛΑΓΑΝΑΣ: Θέλει πολλή προσοχή γιατί ξεγελάει τα παιδιά με γλυκόλογα και έτσι καταφέρνει να τους παίρνει τα γλυκά.
ΤΡΙΚΛΟΠΟΔΗΣ: Έχει χταποδίσιο χέρι που το χώνει παντού και σκουντουφλάνε πάνω του οι άνθρωποι. Του αρέσει πολύ να μπερδεύει τις κλωστές από το πλεχτό της γιαγιάς.
ΠΛΑΝΗΤΑΡΟΣ: Πλανεύει τους ανθρώπους γιατί μπορεί να μεταμορφώνεται σε ζώο ή σε κουβάρι.
ΜΑΛΑΠΕΡΔΑΣ: Του αρέσει να κατουράει στα φαγητά την ώρα που μαγειρεύονται. Γι’ αυτό όσες νοικοκυρές τον ξέρουν φροντίζουν να κλείνουν καλά το καπάκι της κατσαρόλας τους.
ΜΑΓΑΡΑΣ: Έχει μια κοιλιά σαν τούμπανο και αφήνει βρομερά αέρια πάνω στα φαγητά των ανθρώπων.
ΑΡΧΙΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΣ ΜΑΝΤΡΑΚΟΥΚΟΣ: Την ημέρα κρύβεται στις μάντρες και τη νύχτα βγαίνει και πειράζει τις γυναίκες που περπατούν στο δρόμο. Είναι κοντόχοντρος, τραγοπόδαρος, καραφλός, ασχημομούρης, πιο πολύ απ’ τους άλλους και πολύ επικίνδυνος.
Ο ΚΑΤΑΧΑΝΑΣ τρώει διαρκώς και τα πάντα. Ρεύεται και βρομάει απαίσια.
Ο ΠΕΡΙΔΡΟΜΟΣ είναι ο άλλος φαταούλας της παρέας.
Ο ΚΟΥΛΟΧΕΡΗΣ είναι σαραβαλιασμένος, μ’ ένα χέρι κοντό κι ένα μακρύ, κι όλο μπερδεύεται και πέφτει κάτω.
Ο ΠΑΡΩΡΙΤΗΣ έχει μύτη σαν προβοσκίδα και πολύ μαλακή. Εμφανίζεται λίγη ώρα πριν λαλήσει ο πετεινός, αξημέρωτα κι έχει μανία να παίρνει τις φωνές των ανθρώπων.
Ο ΓΟΥΡΛΟΣ έχει τα μάτια του τεράστια σαν αυγά και πεταμένα έξω. Φυσικά δεν του ξεφεύγει τίποτα.
Ο ΚΟΨΟΜΕΣΙΤΗΣ είναι κουτσός και καμπούρης και πιο πολύ απ’ όλους τους άλλους καλικάντζαρους, του αρέσουν οι τηγανίτες με το μέλι.
Ο ΣΤΡΑΒΟΛΑΙΜΗΣ στριφογυρνάει διαρκώς σαν σβούρα το κεφάλι του.
Ο ΚΟΨΑΧΕΙΛΗΣ έχει δόντια τεράστια που κρέμονται έξω από τα χείλη του. Του αρέσει να κοροϊδεύει τους παπάδες και γι’ αυτό φορά συνήθως ένα ψεύτικο καλυμμαύχι.
Ο ΚΩΛΟΒΕΛΟΝΗΣ είναι μακρύς σαν μακαρόνι κι έτσι μπορεί εύκολα να περνάει από τις κλειδαρότρυπες κι από τις τρύπες του κόσκινου. Είναι σβέλτος και γρήγορος στις κινήσεις του, έχει ουρά που καταλήγει σε βέλος.
Ο ΒΑΤΡΑΚΟΥΚΟΣ είναι θεόρατος και ολόιδιος βάτραχος.
Ο ΚΑΤΣΙΚΟΠΟΔΑΡΟΣ είναι φαλακρός και κασιδιάρης κι έχει ένα κατσικίσιο ποδάρι, κακορίζικος, ελεεινός και γρουσούζης. Όπου βάλει το κατσικίσιο του ποδάρι, φέρνει καταστροφή.
Ο ΠΑΓΑΝΟΣ είναι κουτσός. Λένε μάλιστα πως τον κούτσανε μια κλωτσιά από το γαϊδούρι της Μάρως, μιας χωριατοπούλας που την κυνηγούσε κάποτε ο Παγανός για να την κάνει γυναίκα του, αλλά αυτή κρύφτηκε στα σακιά με το αλεύρι που είχε φορτωμένα στο γαϊδούρι της και κατάφερε να του ξεφύγει. Ο Παγανός έτρεξε μανιασμένος κοντά στο γαϊδούρι και την έψαχνε. Το ζωντανό τότε τρόμαξε τόσο πολύ που άρχισε να κλωτσάει. Μια δυνατή φαίνεται πως έφαγε ο Παγανός και σακατεύτηκε. Ο Παγανός λατρεύει τη στάχτη και γι’ αυτό τρυπώνει από τις καμινάδες. Φοβάται όμως πιο πολύ απ’ όλους τους καλικάντζαρους τη φωτιά και γι’ αυτό οι νοικοκύρηδες φροντίζουν να μη σβήσει κατά τη διάρκεια του Δωδεκαήμερου. Ρίχνουν μάλιστα και αλάτι που κάνει θόρυβο όταν πέσει στη φωτιά, για να τον τρομάξουν ακόμα περισσότερο.