Alpha Bank: Κρίσιμο για την ελληνική οικονομία το τρίτο τρίμηνο
Η έγκαιρη και αποτελεσματική εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων από την κυβέρνηση απέτρεψε μια σοβαρή υγειονομική κρίση στη χώρα μας, έχοντας, ωστόσο, αρνητικό αντίκτυπο στο ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου του 2020, το οποίο, σύμφωνα με τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, κατέγραψε πτώση κατά 0,9%, σε ετήσια βάση και κατά 1,6% σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο του 2019, σημειώνει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο Οικονομικών εξελίξεων.
Οι συνιστώσες της ζήτησης που συνέβαλαν στην απώλεια του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος ήταν η κατανάλωση των νοικοκυριών, οι επενδύσεις και τα αποθέματα, ενώ θετικά συνέβαλαν οι καθαρές εξαγωγές και η δημόσια κατανάλωση.
Είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό ότι η οικονομική δραστηριότητα στη χώρα μας έδειξε μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες.
Οι δύο κρίσιμες παράμετροι που προσδιόρισαν το βάθος της ύφεσης, το πρώτο τρίμηνο, για όλες σχεδόν τις χώρες, ήταν (α) η ημερομηνία εφαρμογής των περιοριστικών μέτρων, σε συνάρτηση με την εμφάνιση των πρώτων κρουσμάτων τους και (β) η πορεία του οικονομικού κλίματος.
Ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία που έχουν υποστεί το μεγαλύτερο πλήγμα, ξεκίνησαν τα περιοριστικά μέτρα σχετικά νωρίτερα (στις 10.3.2020, 14.3.2020 και 17.3.2020, αντίστοιχα), ενώ στην Ελλάδα και την Γερμανία που τα καθολικά περιοριστικά μέτρα ξεκίνησαν στις 23 και στις 22 Μαρτίου, η μείωση του ΑΕΠ ήταν μικρότερη. Το βάθος της ύφεσης κάθε χώρας θα εξαρτηθεί από τη διάρκεια των περιοριστικών μέτρων, την αυστηρότητα των κανόνων κοινωνικής αποστασιοποίησης, τη δυναμική της ιδιωτικής κατανάλωσης, του εμπορίου και των επενδύσεων.
Για παράδειγμα, η Γερμανία που εφάρμοσε, ένα πιο “χαλαρό” μοντέλο lockdown (επιτρέποντας την λειτουργία των εργοστασίων και των μέσων μαζικής μεταφοράς) κατέγραψε πτώση του πραγματικού ΑΕΠ, το πρώτο τρίμηνο του 2020, κατά 2,3%, χαμηλότερη από το μέσο όρο της Ευρωζώνης, ενώ οι προβλέψεις των διεθνών οργανισμών για το ρυθμό μεγέθυνσής της, τα επόμενα δύο έτη, είναι σχετικά πιο αισιόδοξες απ’ ότι, για παράδειγμα, οι αντίστοιχες προβλέψεις για την Ιταλία, την Γαλλία και την Ισπανία.
Παράλληλα, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ευρωζώνη, ο οποίος συνιστά πρόδρομο δείκτη της οικονομικής δραστηριότητας, σε συνέχεια της επιδείνωσης που σημείωσε τον Μάρτιο, κατέγραψε τον Απρίλιο την μεγαλύτερη μηνιαία πτώση (κατά -29,3 μονάδες) από την έναρξη της διενέργειας των ερευνών οικονομικού κλίματος το 1985, προσεγγίζοντας το επίπεδο του αντίστοιχου μήνα του 2009.
Στην Ελλάδα, η πτώση του Δείκτη Οικονομικού Κλίματος ήταν ηπιότερη σε σύγκριση με την Ευρωζώνη, το δίμηνο Μαρτίου-Απριλίου, αλλά συνεχίστηκε και τον Μάιο (-10,8 μονάδες), ενώ το οικονομικό κλίμα στην Ευρωζώνη τον ίδιο μήνα ανέκαμψε ελαφρώς (+2,6 μονάδες). Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος της Ελλάδας ήταν ο υψηλότερος μεταξύ των χωρών της ΕΕ-27, κατά τους μήνες Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο, παρά το γεγονός ότι η προβλεπόμενη πτώση του ΑΕΠ της χώρας το 2020 είναι η μεγαλύτερη στην ΕΕ-27, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η σημαντικότερη επίδραση των περιοριστικών μέτρων στην οικονομική δραστηριότητα, αναμένεται στο δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, καθώς αυτά ίσχυσαν για μεγαλύτερο διάστημα στο τρίμηνο αυτό, σε σύγκριση με το πρώτο.
Για την Ελλάδα, το τρίτο τρίμηνο είναι το κρισιμότερο όλων. Στην περίοδο αυτή, συγκεντρώνεται σχεδόν το 60% των ετήσιων εισπράξεων από τον τουρισμό. Μια πιο σταδιακή χαλάρωση των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης συνεπάγεται ότι οι οικονομίες που βασίζονται περισσότερο στις μεταφορές και τον τουρισμό είναι πιθανό να πληγούν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα εντός του τρέχοντος έτους.
Η κρίση λόγω της εξάπλωσης του νέου κορονοϊού εκτιμάται ότι θα αλλάξει ριζικά ορισμένες πτυχές των οικονομιών παγκοσμίως. Στην περίπτωση της χώρας μας, δεν αποκλείεται να αποτελέσει ευκαιρία αναδιάρθρωσης της οικονομίας. Η δημόσια διοίκηση και ο ιδιωτικός τομέας έδειξαν τεράστια προσαρμοστικότητα τόσο στον τομέα της Υγείας, όσο και στο πεδίο της τηλεργασίας μέσω της ψηφιακής οικονομίας.
Παράλληλα, η χρηματοδότηση από το Ταμείο Ανάκαμψης “Generation Next” που προτείνεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία αντιμετώπισης της κρίσης. Η χρηματοδότηση, η οποία στο μεγαλύτερο ποσοστό της συνίσταται από επιχορηγήσεις (περίπου 22,5 δισ. ευρώ) και δευτερευόντως σε δανεισμό (9,5 δισ. ευρώ) αναμένεται να έχει σημαντική, θετική επίπτωση στο πραγματικό ΑΕΠ, αφού θα διοχετευτεί σε δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις, σε μεταρρυθμιστικά προγράμματα και σε δράσεις πρόληψης και προετοιμασίας, έναντι μελλοντικών υγειονομικών κρίσεων. Τούτο δίδει τη δυνατότητα υπέρβασης της κρίσης χωρίς σημαντική επιβάρυνση στο αριθμητή του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, ενώ παράλληλα θέτει σε σταθερή ανοδική τροχιά τον παρανομαστή του, καθώς μεταβάλλει της παραγωγικές δυνατότητες της χώρας μέσω του καθαρού σχηματισμού παγίου κεφαλαίου.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (European Economic Forecast, Spring 2020), αναμένεται ραγδαία πτώση της οικονομικής δραστηριότητας στην Ευρωζώνη το 2020 (-7,7%), η οποία εκτιμάται ότι θα είναι μεγαλύτερη στην Ελλάδα (-9,7%), ενώ για το 2021 προβλέπεται μερική ανάκαμψη (κατά +6,3% και +7,9%, αντίστοιχα). Ως εκ τούτου, το πραγματικό ΑΕΠ των περισσότερων οικονομιών της Ευρωζώνης δεν προβλέπεται να επανέλθει μέχρι το τέλος του 2021 στα προ της πανδημικής κρίσης επίπεδα.
Οι προβλέψεις, ωστόσο, τόσο της Τράπεζας της Ελλάδος, όσο και του Υπουργείου Οικονομικών, αναφορικά με τη συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας το 2020, είναι ηπιότερες. Συγκεκριμένα, η Τράπεζα της Ελλάδος αναμένει ύφεση της τάξης του 6% για το 2020 και ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας κατά 5,5% το 2021, ενώ, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας 2020 (ΥΠΟΙΚ), το ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα συρρικνωθεί το 2020 κατά 4,7% (βασικό σενάριο) και θα ανακάμψει κατά 5,1% το 2021.
Οι καθαρές εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αποτέλεσαν, τη διετία 2018-2019, το βασικό πυλώνα της οικονομικής μεγέθυνσης της χώρας, ενώ θετική παρέμεινε η συμβολή τους στη μεταβολή του ΑΕΠ και το πρώτο τρίμηνο του 2020. Συγκεκριμένα, η συμβολή των καθαρών εξαγωγών διαμορφώθηκε σε 0,8 της ποσοστιαίας μονάδας, καθώς οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 2,5%, σε ετήσια βάση, ενώ οι αντίστοιχες εισαγωγές αυξήθηκαν οριακά, κατά 0,2%. Η αύξηση των εξαγωγών στηρίχτηκε στις εξαγωγές αγαθών (+4,7%), ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών παρέμειναν στο ίδιο επίπεδο με το πρώτο τρίμηνο του 2019.
Ο τουρισμός, εξάλλου, που αποτελεί σημαντικό μέρος των εξαγωγών υπηρεσιών σημείωσε κάμψη το πρώτο τρίμηνο του έτους, με τις εισπράξεις (συμπεριλαμβανομένης της κρουαζιέρας) να υποχωρούν κατά 17,1% και την εισερχόμενη τουριστική κίνηση να είναι μειωμένη κατά 5,6%, σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019. Η εξέλιξη αυτή αποδίδεται στην επιβολή περιορισμών στις μετακινήσεις, λόγω της πανδημίας σε παγκόσμιο επίπεδο εντός του Μαρτίου, ενώ ανεστάλη και η λειτουργία ξενοδοχείων και καταλυμάτων.
Η δημόσια καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 2%, το πρώτο τρίμηνο του 2020, έναντι ετήσιας αύξησης κατά 0,4%, το αντίστοιχο τρίμηνο του 2019. Η θετική συμβολή της στη μεταβολή του ΑΕΠ ανήλθε σε 0,4 της ποσοστιαίας μονάδας. Δεδομένου ότι η υλοποίηση του κυβερνητικού σχεδίου για τη στήριξη επιχειρήσεων, εργαζομένων και αυτοαπασχολουμένων που έχουν πληγεί από την πανδημία, αλλά και των ανέργων ξεκίνησε τον Απρίλιο (καταβολή αποζημίωσης ειδικού σκοπού, παράταση επιδομάτων ανεργίας κ.λπ.), αναμένεται οι δημόσιες δαπάνες να αυξηθούν και το δεύτερο τρίμηνο του έτους.
Από την άλλη πλευρά, η ιδιωτική κατανάλωση μειώθηκε, το πρώτο τρίμηνο του 2020 (-0,7%), για πρώτη φορά από το τέταρτο τρίμηνο του 2017, συνεισφέροντας στη συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 0,5 της εκατοστιαίας μονάδας. Η αναστολή λειτουργίας σημαντικών κλάδων της οικονομίας, το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαρτίου, όπως το λιανικό εμπόριο, οι υπηρεσίες εστίασης, οι υπηρεσίες αισθητικής, οι χώροι άθλησης και ψυχαγωγίας κ.λπ. και το γεγονός ότι μεγάλο ποσοστό των εργαζομένων των εν λόγω κλάδων τέθηκαν σε καθεστώς αναστολής σύμβασης εργασίας, είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά το πρώτο τρίμηνο. Σημειώνεται, επίσης, ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία του πληροφοριακού συστήματος Εργάνη (Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων), κατά τους μήνες Μάρτιο και Απρίλιο, περιορίστηκαν σημαντικά οι εποχικές προσλήψεις σε ξενοδοχεία-καταλύματα και υπηρεσίες εστίασης.
Τέλος, οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά 6,4%, το πρώτο τρίμηνο του 2020, ενώ συμπεριλαμβανομένων των αποθεμάτων, η ετήσια μείωση ήταν ίση με 5,1%. Η αρνητική συνεισφορά των επενδύσεων στην αύξηση του ΑΕΠ διαμορφώθηκε σε 0,7 της εκατοστιαίας μονάδας και των αποθεμάτων, αντίστοιχα, (συμπεριλαμβανομένων των στατιστικών διαφορών) σε 0,9 της ποσοστιαίας μονάδας. Ως προς την ανάλυση των επενδύσεων ανά κατηγορία, οι επενδύσεις σε κατοικίες συνέχισαν να αυξάνονται, για ένατο κατά σειρά τρίμηνο, καταγράφοντας, το διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου του 2020, ετήσια αύξηση 22,6%. Αντίστοιχη αύξηση σημείωσαν και οι λοιπές επενδύσεις (+24,3%), ενώ πτωτική πορεία ακολούθησαν οι υπόλοιπες κατηγορίες επενδύσεων. Συγκεκριμένα, οι επενδύσεις σε μεταφορικό εξοπλισμό συρρικνώθηκαν κατά 44,6%, το πρώτο τρίμηνο του 2020, σε σύγκριση με το αντίστοιχο περυσινό τρίμηνο, οι επενδύσεις σε μηχανολογικό και τεχνολογικό εξοπλισμό μειώθηκαν κατά 7% και οι επενδύσεις σε κατασκευές -εξαιρουμένων των κατοικιών- σημείωσαν ετήσια πτώση της τάξης του 4%.