Crash test για τη ρωσοτουρκική λυκοφιλία το ραντεβού Πούτιν-Ερντογάν
Χρειάστηκαν μόλις τέσσερις μήνες από την προηγούμενη συνάντηση Βλαντιμίρ Πούτιν και Ταγίπ Ερντογάν, ώστε τα πράγματα στη βόρειο Συρία να εκτροχιαστούν, όσα συμφώνησαν να έχουν καταρρεύσει και οι μεταξύ τους αιχμηρές δηλώσεις να κάνουν τον διεθνή Τύπο να μιλά για σημάδια ρήξης στην περίφημη ρωσο-τουρκική συμμαχία.
Βέβαια, το σημερινό κρίσιμο ραντεβού των δύο ηγετών στη Μόσχα δείχνει ότι αμφότερες οι πλευρές έχουν καταρχάς πρόθεση να τα… βρουν και να καταλήξουν σε μια δέσμη κοινών μέτρων για το ακανθώδες ζήτημα του Ιντλίμπ. Όμως, τα πράγματα σαφώς δεν είναι εύκολα, όπως δεν είναι βέβαιο αν όσα συμφωνήσουν θα τηρηθούν και για πόσο καιρό θα τηρηθούν στο πεδίο των μαχών.
Η Άγκυρα βρίσκεται πλέον με την πλάτη στον τοίχο και είναι, αλήθεια, απορίας άξιον πως η εξαίρετη τουρκική διπλωματία πίστευε πραγματικά πως η Ρωσία θα μπορούσε να συμφωνήσει στη μονιμοποίηση ενός νέου status quo στην περιοχή, μια πρακτικά νέας συνοριακής γραμμής από τη στιγμή που οποιαδήποτε αλλαγή είναι εις βάρος της κεντρικής κυβέρνησης της Δαμασκού και του προστατευόμενου της Μπασάρ αλ Άσαντ.
Το γεγονός ότι οι εχθροπραξίες δεν σταμάτησαν ποτέ στη συριακή μεθόριο, όπως και η επέλαση των κυβερνητικών δυνάμεων του Άσαντ (που υποστηρίζονται όχι μόνο από τη Ρωσία αλλά και το Ιράν) δείχνει πως η Μόσχα παρέμενε και παραμένει σταθερά προσανατολισμένη στην προστασία της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας, στη διατήρηση της ενότητας της υπό την κυβέρνηση της Δαμασκού και συνάμα την απαλλαγή της από κάθε ξένη στρατιωτική παρουσία. Για το λόγο αυτό εξάλλου η Μόσχα επέτρεψε –διότι κακά τα ψέματα, χωρίς την έγκριση της δεν θα γινόταν- στις συριακές δυνάμεις να προχωρήσουν και να πολεμήσουν με τις τουρκικές δυνάμεις για τον έλεγχο του Ιντλίμπ προκαλώντας την οργή της Άγκυρας.
Προφανώς η Ρωσία σε καμία περίπτωση δεν επιθυμεί μια γενικευμένη τουρκο-συριακή σύρραξη που θα την φέρει ανάμεσα σε δύο σημαντικούς συμμάχους. Επίσης κατανοεί απόλυτα ότι ο Σουλτάνος έχει εκτεθεί στην εσωτερική κοινή γνώμη και το βάρος των διογκούμενων τουρκικών απωλειών –οι νεκροί τούρκοι στρατιώτες μόνο από τις αρχές Φεβρουαρίου ξεπερνούν τους 50- έχει αυξήσει κάθετα τον εκνευρισμό του. Όμως, ακόμη κι αν στη φάση αυτή οι δύο ηγέτες καταλήξουν σε μια εκεχειρία, μοιάζει αμφίβολο αν αυτή θα μακροημερεύσει.
Αργά ή γρήγορα τα πράγματα στην περιοχή και το ποιος τελικά κάνει… κουμάντο θα πρέπει να ξεκαθαρίσει και η Ρωσία συνεπώς να κάνει την επιλογή της μεταξύ των δύο.
Θεωρητικά η επιλογή αυτή θα έπρεπε να είναι εύκολη, δεδομένου του κόπου και του χρόνου που έχει επενδύσει η Ρωσία στον πολύχρονο συριακό πόλεμο για να βεβαιωθεί ότι η χώρα θα επιστρέψει στο καθεστώς που ήταν πριν την έναρξη της σύρραξης, με τον Άσαντ στο τιμόνι. Και το Ιντλίμπ είναι τμήμα της Συρίας, επομένως η Τουρκία θα πιεστεί αργά ή γρήγορα να αφήσει τα εδάφη που ελέγχει. Όμως, η τουρκο-ρωσική συμμαχία δεν δημιουργήθηκε, ούτε βασίζεται μόνο στο Συριακό.
Είναι ένας γάμος συμφέροντος –η λέξη λυκοφιλία είναι πιο ακριβής- προς όφελος των πολιτικών, διπλωματικών και οικονομικών συμφερόντων και των δύο, ειδικά απέναντι στις ΗΠΑ και βρίσκει πατήματα και σε έτερα διεθνή ζητήματα και φόρουμ, όπως το ΝΑΤΟ.
Υπό την έννοια αυτή, ο Πούτιν έχει κάθε λόγο να κρατήσει «ζεστό» τον Σουλτάνο και να του χρυσώσει όσο μπορεί το χάπι, άγνωστο πως και με τι ανταλλάγματα. Εξ ού και οι απαιτήσεις του Ερντογάν ανεβαίνουν συνεχώς όλο και πιο ψηλά μαζί με το υπερτροφικό εγώ του και την αίσθηση ότι είναι παντοδύναμος και ισάξιος με τον τσάρο και τον πλανητάρχη. Και όσο πιο ισχυρός αισθάνεται, τόσο πιο πολύ… ξεφεύγει και στα υπόλοιπα καυτά ζητήματα της περιοχής, που αφορούν έμμεσα ή άμεσα και την Ελλάδα.
Το μόνο θετικό για τη χώρα μας είναι το εξής: αν οι δύο ηγέτες καταλήξουν σε συμβιβασμό σήμερα και η ένταση στη συριακή μεθόριο καταλαγιάσει, τότε αν μη τι άλλο οι προσφυγικές ροές ελπίζεται πως θα περιοριστούν. Βέβαια οι υπάρχοντες πρόσφυγες στο τουρκικό έδαφος αρκούν και περισσεύουν ώστε ο Σουλτάνος να συνεχίσει τα παιχνίδια και τους εκβιασμούς του με την Ευρώπη, με μόνο απώτερο στόχο τα ευρωπαϊκά κονδύλια. Όμως, σίγουρα οι συνεχιζόμενες εχθροπραξίες στη βόρειο Συρία κρατούν ψηλά τις ροές.