Deutsche Bank: Οι εξελίξεις στην οικονομία θα διαμορφώσουν την “επόμενη μέρα” των αγορών
Είναι γενικά παραδεκτό ότι το τρίτο τρίμηνο ήταν εξαιρετικά θετικό για τα περιουσιακά στοιχεία υψηλού κινδύνου, με τους χρηματιστηριακούς δείκτες σε ΗΠΑ, Ευρώπη και Ασία να σημειώνουν κέρδη, ενώ και τα ομόλογα παρουσίασαν ένα πολύ καλό τρίμηνο. Όπως επισημαίνει η Deutsche Bank, ο δείκτης S&P 500 κατέγραψε τη μεγαλύτερη άνοδο εννεάμηνου που έχει σημειώσει ποτέ στον 21ο αιώνα, ενώ ο παγκόσμιος δείκτης ομολόγων παρουσίασε το τέταρτο καλύτερο τρίμηνο του 21ου αιώνα.
Αυτό, όπως τονίζει η γερμανική τράπεζα, αποτελεί μια σημαντική αλλαγή σε σύγκριση με τις αγορές νωρίτερα στο τρίμηνο, όταν σημειώθηκε μεγάλη αστάθεια και έντονη πτώση, λόγω των αυξανόμενων ανησυχιών για ύφεση στις ΗΠΑ. Ωστόσο, τελικά, τα περιουσιακά στοιχεία υψηλού κινδύνου ανέκαμψαν χάρη στη στροφή των κεντρικών τραπεζών, τα ισχυρότερα μακροοικονομικά δεδομένα και, πιο πρόσφατα, τα νέα μέτρα στήριξης που ανακοίνωσε η Κίνα. Όσον αφορά τη συνέχεια, η Deutsche Bank επισημαίνει ότι υπάρχουν αρκετοί λόγοι που τη κάνουν αισιόδοξη για τις αγορές, ιδίως επειδή οι επενδυτές συνεχίζουν να αξιολογούν τους κινδύνους. Έτσι, αν επιτευχθεί μια ομαλή προσγείωση της οικονομίας, η ιστορία δείχνει ότι οι αγορές θα κινηθούν πολύ θετικά.
Που οφείλεται η θετική εξέλιξη;
Στην κορύφωση της αστάθειας στις αρχές Αυγούστου, οι αγορές ήταν εξαιρετικά ανήσυχες και ο δείκτης VIX, που μετρά τη μεταβλητότητα και τον “φόβο” στις αγορές, ανέβηκε στα υψηλότερα επίπεδα από τον Μάρτιο του 2020, όταν ξέσπασε η πανδημία. Ο S&P 500 υποχώρησε κατά -8,5% από τα πρόσφατα υψηλά του, ενώ οι “Magnificent 7” σημείωσαν πτώση 18,1% από τα υψηλά στα χαμηλά τους, φτάνοντας κοντά σε επίπεδα bear market, σύμφωνα με τη Deutsche Bank.
Η αρχική αιτία ήταν τα απογοητευτικά δεδομένα για την απασχόληση στις ΗΠΑ, με τις μισθοδοσίες εκτός γεωργικού τομέα να υπολείπονται των εκτιμήσεων και την αύξηση του ποσοστού ανεργίας να παραβιάζει τον κανόνα Sahm, βασικό δείκτη ύφεσης. Αυτό συνδυάστηκε με μια hawkish αύξηση των επιτοκίων από την Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας, που προκάλεσε αναταραχή στο carry trade του γιεν, καθώς και με αρκετές ανακοινώσεις εταιρικών αποτελεσμάτων που ενέτειναν την ανησυχία γύρω από το ράλι των τεχνολογικών μετοχών. Παράλληλα, αυξάνονταν οι ανησυχίες σχετικά με το πόσο αυστηρή ήταν η νομισματική πολιτική.
Τι προκάλεσε την ανατροπή
Στο τρίτο τρίμηνο σημειώθηκε μια από τις πιο dovish αλλαγές στη νομισματική πολιτική εδώ αρκετό καιρό. Τον Αύγουστο, ο πρόεδρος της Fed Πάουελ δήλωσε στο Jackson Hole ότι “ήρθε η ώρα να προσαρμοστεί η πολιτική”, σηματοδοτώντας ότι οι μειώσεις επιτοκίων ήταν επιτέλους κοντά. Και στη συνέχεια, στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, η Fed προχώρησε σε μεγαλύτερη μείωση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης που καθησύχασε τους επενδυτές ότι δε θα κρατούσε πολύ αυστηρή την πολιτική της.
Αυτή η “στροφή” ήταν εμφανής στην τιμολόγηση της αγοράς. Τα futures από τις ύψους 44 μ.β μειώσεις των επιτοκίων της Fed που τιμολογούσαν για φέτος στην αρχή του τριμήνου, τώρα τιμολογούν μειώσεις 123 μ.β. Παρόμοια είναι και η ιστορία για την ΕΚΤ, όπου από μειώσεις 69 μ.β πριν η αγορά βλέπει πλέον μειώσεις 100 μ.β φέτος.
Αυτή η αλλαγή έχει βοηθηθεί από τα πολύ πιο αδύναμα στοιχεία για τον πληθωρισμό. Ο πληθωρισμός PCE στις ΗΠΑ (μέτρο που παρακολουθεί η Fed) μειώθηκε σε μόλις 2,2% σε ετήσια βάση, το χαμηλότερο από τον Φεβρουάριο του 2021. Οι τιμές του πετρελαίου παρουσίασαν επίσης αξιοσημείωτη πτώση κατά το τρίτο τρίμηνο, με το Brent η να υποχωρεί περίπου 16% από την αρχή του τριμήνου.
Στις αρχές Αυγούστου, τα στοιχεία για τις θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ ήταν ο αρχικός καταλύτης για την αναταραχή της αγοράς. Κι αυτό επιβεβαιώθηκε από άλλους δείκτες, με τον μέσο όρο 4 εβδομάδων των εβδομαδιαίων αρχικών αιτημάτων ανεργίας να αυξάνεται σε 241 χιλιάδες.
Από τότε, όμως, οι ανακοινώσεις δεδομένων υπήρξαν πολύ ισχυρότερες και δεν υποδηλώνουν έντονη επιβράδυνση της οικονομίας ή ύφεση. Για παράδειγμα, ο μέσος όρος των αρχικών αιτήσεων για επιδόματα ανεργίας 4 εβδομάδων βρίσκεται τώρα στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάιο. Οι μισθοδοσίες εκτός γεωργικού τομέα αυξήθηκαν κατά 142 χιλιάδες τον Αύγουστο. Και η εκτίμηση του GDPNow της Atlanta Fed υποδηλώνει ετήσια ανάπτυξη +3,1% το τρίτο τρίμηνο. Άλλοι δείκτες, όπως οι λιανικές πωλήσεις και η βιομηχανική παραγωγή, δείχνουν επίσης ότι η οικονομία είναι μακριά από την ύφεση.
Οι ανακοινώσεις μέτρων τόνωσης της οικονομίας της Κίνας της περασμένης εβδομάδας οδήγησαν σε εντυπωσιακή απόδοση των κινεζικών μετοχών, καθώς και των μετοχών που έχουν έκθεση στην Κίνα.
Ο CSI 300 υποχώρησε σε χαμηλό 5 ετών στις 13 Σεπτεμβρίου, αλλά την περασμένη εβδομάδα σημείωσε την καλύτερη εβδομαδιαία επίδοσή του από το 2008, με άνοδο +15,7%, η οποία και ανέβασε τον δείκτη σε υψηλό ενός έτους. Στην Ευρώπη, ο CAC 40 είχε την καλύτερη εβδομαδιαία επίδοσή του από τον Μάρτιο του 2023 με άνοδο +3,9% χάρη στις εταιρείες ειδών πολυτελείας. Ο χαλκός ήταν άλλος ένας ωφελημένος των εξελίξεων, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη εβδομαδιαία άνοδο από τον Μάιο, με κέρδη +7,4%.
Τι κρύβει το μέλλον;
Δεδομένης της ισχυρής πορείας των αγορών το τελευταίο διάστημα, είναι λογικό να υπάρχει αμφιβολία σχετικά με το αν αυτή η τάση μπορεί να συνεχιστεί, όπως επισημαίνει η Deutsche Bank. Ωστόσο, η τράπεζα παρατηρεί ότι εξακολουθούν να υπάρχουν σαφείς ενδείξεις πως οι επενδυτές λαμβάνουν υπόψη τους μεγαλύτερη από το συνηθισμένο πιθανότητα αρνητικών σεναρίων, όπως η ύφεση.
Για παράδειγμα, τα futures συνεχίζουν να τιμολογούν μειώσεις επιτοκίων άνω των 170 μονάδων βάσης από τη Fed μέχρι τη συνεδρίαση του Ιουνίου 2025, επιπλέον της μείωσης των 50 μονάδων βάσης του Σεπτεμβρίου. Εάν αυτό συμβεί, θα πρόκειται για έναν ρυθμό μείωσης επιτοκίων που συνήθως παρατηρείται μόνο σε περιόδους ύφεσης, με μειώσεις άνω των 220 μονάδων βάσης σε λιγότερο από 10 μήνες.
Επιπλέον, οι οικονομολόγοι εξακολουθούν να προβλέπουν ύφεση στις ΗΠΑ με πιθανότητα 30% τους επόμενους 12 μήνες, ένα ποσοστό πολύ υψηλότερο από το σύνηθες. Από την πλευρά των αγορών, αυτό δείχνει ότι οι επενδυτές ίσως συνεχίσουν να αποτιμούν θετικά νέα τους επόμενους μήνες, εφόσον η οικονομική ανάπτυξη παραμείνει ισχυρή, όπως αναφέρει η Deutsche Bank.
Πράγματι, ο δείκτης S&P 500 τείνει να σημειώνει αξιόλογα κέρδη όταν η Fed χαλαρώνει την πολιτική της σε μια φάση ήπιας προσγείωσης της οικονομίας. Και αν και κάποιοι αναρωτιούνται τι θα συμβεί αν δεν πραγματοποιηθούν οι ταχείες μειώσεις επιτοκίων που η αγορά περιμένει, εάν ο λόγος είναι η ισχυρότερη ανάπτυξη από την αναμενόμενη, τότε αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα είναι αρνητικό για τα περιουσιακά στοιχεία υψηλού κινδύνου. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρήθηκε το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, όταν ο S&P 500 συνέχιζε να κερδίζει έδαφος παρά τις προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων, λόγω της συνεχιζόμενης ανάπτυξης και της υποχώρησης των φόβων για ύφεση.
Έτσι, αν η οικονομία καταφέρει να επιτύχει μια ομαλή προσγείωση, το ιστορικό προηγούμενο υποδεικνύει ότι οι αγορές έχουν πολύ θετικές προοπτικές, όπως επισημαίνει η Deutsche Bank.