Δικαιοσύνη… σκοπιμοτήτων
Πριν από δύο δεκαετίες περίπου το Συμβούλιο της Επικρατείας με τις αποφάσεις του Ε΄ Τμήματος υπερ της προστασίας του περιβάλλοντος, με αφορμή κυρίως τα έργα στην Εγνατία Οδό και τον κίνδυνο αφανισμού του λιγοστού τότε αριθμού αρκούδων, βρέθηκε στο στόχαστρο κυβερνητικών εκπροσώπων του “εκσυγχρονισμού” γιατί φρέναρε την ανάπτυξη.
Σήμερα, για την ακρίβεια πριν από λίγες μέρες, η απόφαση των δικαστών να μην καταθέσουν ηλεκτρονικά δήλωση πόθεν έσχες βρέθηκε -δικαιολογημένα κατά την άποψη μου- στο στόχαστρο της κριτικής του υπουργού Δικαιοσύνης Σταύρου Κοντονή με τον πρόεδρο του ΣτΕ Νίκο Σακελλαρίου να τον κατακεραυνώνει για “ωμή παρέμβαση στην Δικαιοσύνη”.
Μπορεί να πει κανείς ότι ανέκαθεν οι σχέσεις μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας είναι σχέσεις αντιζηλίας και ανταγωνισμού για το ποιος έχει το “πάνω χέρι” με τις αποφάσεις του σε κρίσιμα ζητήματα, με την διάκριση των εξουσιών σε πολλές περιπτώσεις να είναι “θολή” ή κενό γράμμα.
Τα χρόνια διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά και πιο πριν, κάλλιστα μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι οι ετυμηγορίες της Δικαιοσύνης (λίστες φοροδιαφυγής, Ηριάνα Β.Λ., τηλεοπτικές άδειες…) υπέκρυπταν “πολιτικές σκοπιμότητες” γεγονός που θέτει σοβαρά ερωτηματικά για την λειτουργία ενός ευνομούμενου κράτους τα οποία απαιτούν απαντήσεις με σκοπό να αποκατασταθεί ένα κλίμα εμπιστοσύνης μεταξύ των εξουσιών και μάλιστα σε κρίσιμες περιόδους όπως αυτή που διανύει η χώρα μας εδώ και 8 χρόνια.
Ιδίως σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την αντιμετώπιση της διαφθοράς και της διαπλοκής και τα οποία για μια κυβέρνηση της Αριστεράς είναι ζητήματα αξιοπιστίας.
Επομένως για να μην δημιουργούνται “υπόνοιες” που θίγουν την Δικαιοσύνη και για να μην κατηγορούνται οι λειτουργοί της για “πολιτικές σκοπιμότητες” πρέπει να πείσουν πρώτα και κύρια την κοινή γνώμη ότι με τις αποφάσεις τους δεν “νομοθετούν”
Διαφορετικά κάθε απόφασή τους, όπως συμβαίνει και με τις αποφάσεις της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας, θα υπόκειται σε κριτική καθώς ο σεβασμός προς τη Δικαιοσύνη δεν μπορεί να είναι μία κενή περιεχομένου επαναλαμβανόμενη επίκληση και με στόχο βέβαια την πλήρη συμμόρφωσή της πολιτικής εξουσίας προς τις δικαστικές αποφάσεις, ακόμα και για εκείνες που θεωρεί άστοχες.