ΔΝΤ: Στα 13,8 τρισ. δολ. θα φτάσουν οι απώλειες από την πανδημία
Παρόλο που η παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη συνεχίζεται, ο ρυθμός της έχει μετριαστεί, δήλωσε η Γενική Διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα, σε διαδικτυακή παρέμβασή της στην συνάντηση των Υπουργών Οικονομικών και των Διοικητών των Κεντρικών Τραπεζών της G20, που διεξάγεται μέσω τηλεδιάσκεψης.
Η κ. Γκεοργκίεβα υπενθύμισε ότι πριν από τρεις εβδομάδες το Ταμείο, υποβάθμισε την πρόβλεψη για παγκόσμια ανάπτυξη στο 4,4%, εν μέρει λόγω της επαναξιολόγησης των προοπτικών ανάπτυξης στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα.
Υπογράμμισε επίσης, ότι έκτοτε οι οικονομικοί δείκτες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας δείχνουν ασθενέστερη δυναμική ανάπτυξης το 2022 λόγω της εμφάνισης της παραλλαγής Όμικρον και των διαταραχών της εφοδιαστικής αλυσίδας που είναι πιο επίμονες από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως.
Ταυτόχρονα, οι τιμές του πληθωρισμού παραμένουν υψηλές σε πολλές χώρες, οι χρηματοπιστωτικές αγορές είναι πιο ασταθείς και οι γεωπολιτικές εντάσεις έχουν αυξηθεί απότομα.
Η ισχυρή διεθνής συνεργασία και η εξαιρετική ευελιξία πολιτικής θα είναι ζωτικής σημασίας για την πλοήγηση σε μια περίπλοκη «πορεία με εμπόδια» μέχρι το 2022, υπογράμμισε η επικεφαλής του Ταμείου, εστιάζοντας σε τρεις προτεραιότητες πολιτικής:
Πρώτον, πρέπει να διευρύνουμε τις προσπάθειες για την καταπολέμηση αυτού που θα μπορούσε να περιγραφεί ως «μακροχρόνιος οικονομικός COVID». Προβλέπουμε ότι οι οικονομικές απώλειες από την πανδημία θα είναι σχεδόν 13,8 τρισ. δολάρια ΗΠΑ έως το τέλος του 2024 – και η Όμικρον υπενθυμίζει ότι μια διαρκής και χωρίς αποκλεισμούς ανάκαμψη είναι αδύνατη όσο συνεχίζεται η πανδημία.
Σε αυτό το περιβάλλον, η καλύτερη πορεία δράσης μας είναι να περάσουμε από τη μοναδική εστίαση στα εμβόλια στη διασφάλιση ότι κάθε χώρα έχει ίση πρόσβαση σε μια ολοκληρωμένη εργαλειοθήκη COVID-19 που περιλαμβάνει επίσης τεστ και θεραπείες.
Δεύτερον, πολλές χώρες θα χρειαστεί να ακολουθήσουν έναν αυστηρότερο νομισματικό κύκλο. Στο πλαίσιο υψηλού βαθμού αβεβαιότητας και σημαντικών διαφορών μεταξύ των χωρών, οι μακροοικονομικές πολιτικές πρέπει να βαθμονομούνται προσεκτικά ανάλογα με τις συνθήκες της κάθε χώρας.
Πρέπει επίσης να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος πιθανών επιρροών, ιδίως για τις αναδυόμενες αγορές και τις αναπτυσσόμενες χώρες. Πρέπει να καταπολεμήσουμε τον πληθωρισμό χωρίς να βλάψουμε την ανάκαμψη.
Τρίτον, οι χώρες πρέπει να δώσουν μεγαλύτερη προτεραιότητα στη δημοσιονομική βιωσιμότητα. Τα έκτακτα δημοσιονομικά μέτρα που εφαρμόστηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης συνέβαλαν στην αποτροπή μιας άλλης Μεγάλης Ύφεσης.
Αλλά ανέβασαν επίσης τα επίπεδα χρέους σε ιστορικά υψηλά. Το 2020, παρατηρήσαμε τη μεγαλύτερη αύξηση του χρέους ενός έτους από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με το παγκόσμιο χρέος -τόσο δημόσιο όσο και ιδιωτικό- να αυξάνεται στα 226 τρισ. δολάρια.
Και ενώ πολλές χώρες αντιμετωπίζουν υψηλότερο χρέος, θα πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα στη βοήθεια σε εκείνες τις χώρες που χρειάζονται αναδιάρθρωση χρέους.
Το μερίδιο των χωρών χαμηλού εισοδήματος που βρίσκονται σε υψηλό κίνδυνο ή ήδη αντιμετωπίζουν προβλήματα χρέους έχει διπλασιαστεί από το 2015, από 30 τοις εκατό σε 60 τοις εκατό σήμερα, και αρκετές αντιμετωπίζουν την άμεση ανάγκη αναδιάρθρωσης του χρέους τους.