Δολοφονία Βαλυράκη: Ευτυχώς που υπάρχει η Νικολούλη
Ευτυχώς που υπάρχει το Φως στο Τούνελ, οι ρεπόρτερ-ντετέκτιβ της εκπομπής και η «Στρατηγός» Νικολούλη για να διαλευκάνεται και καμία υπόθεση, να εξιχνιάζεται καμιά απαγωγή, να εξιχνιάζεται και κανάς φόνος…
Ογδόντα επτά ημέρες μετά τον θάνατο του Σήφη Βαληράκη και με την υπόθεση να είχε ουσιαστικά μπει στο αρχείο, ήρθε μια δημοσιογραφική εκπομπή να εκθέσει πολιτική και επιχειρησιακή ηγεσία της ΕΛΑΣ με τις αποκαλύψεις του μάρτυρα-κλειδί. Και επί της ουσίας να επιβεβαιώσει όλα αυτά που λέγονταν από την οικογένεια του πρώην υπουργού για τον θάνατο του και τις προσπάθειες συγκάλυψης και απόκρυψης των πραγματικών αίτιων του και τη δράση της «μαφίας των ψαράδων» στην περιοχή. Και για όλους όσοι είχαν ασχοληθεί με την υπόθεση σε επίπεδο έρευνας, να αποδεικνύεται ότι υπέπεσαν από το ένα «λάθος» στο άλλο: Να μην έχουν την πιο «μπαμ» μαρτυρία αυτόπτη που παρακολούθησε το περιστατικό με πρωταγωνιστές τον Βαληράκη και τους ψαράδες από την αρχή μέχρι την κατάληξη του, να μην έχουν συνδυαστεί οι έρευνες Λιμενικού και ΕΛΑΣ, να μην έχει διασφαλιστεί η φύλαξη των τεκμηρίων, απλά να έχει εγκαταλειφθεί η βάρκα και τα σύνεργα του πρώην υπουργού σε κάποιο οικόπεδο…
Το «μπάχαλο» στις διωκτικές υπηρεσίες
Για να πιστέψει κανείς ότι όλα αυτά είναι αθώα, ή είναι… αγαθός ή είναι μέρος αυτού του σαθρού συστήματος, που κάνει τα «στραβά» μάτια μπροστά στο έγκλημα και παρακωλύει τις προσπάθειες αυτών που θέλουν να τιμούν όρκους και γαλόνια. Γιατί από την πρώτη στιγμή, αξιωματικοί του Ανθρωποκτονιών είχαν ζητήσει μεγαλύτερη εμπλοκή στην ανακριτική διαδικασία που είχε αναλάβει το Λιμενικό, και στις συνεχείς οχλήσεις τους, οι «ανώτεροι» έλεγαν να ασχοληθεί αποκλειστικά η άλλη υπηρεσία επειδή «γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα στην περιοχή». Η ερμηνεία αυτού σηκώνει πολλή κουβέντα.
Και πάμε στην υπόθεση της δολοφονίας Καραϊβάζ, σε μια γκαραντί μαφιόζικη εκτέλεση που έχει από την αρχή αδιάσειστες βεβαιώσεις αλλά και ισχυρά ερωτήματα. Ο πρωθυπουργός φώναξε τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη στο Μαξίμου και ζήτησε την εξιχνίαση του εγκλήματος. Ο ίδιος ο Χρυσοχοϊδης έδωσε χαρακτηριστικά «στοιχήματος τιμής» στη διαλεύκανση και έριξε βάρος και πόρους στην υπόθεση. Ή τουλάχιστον αυτό είπε, προκειμένου να μεταφέρει στους πάντες τη δική του βεβαιότητα ότι η υπόθεση θα λυθεί, τροφοδοτώντας την καθημερινά με στοιχεία, με ίχνη σε διαδρομές, με οπτικό υλικό και καταθέσεις, με πληροφορίες από τη βαλκανική για τους δράστες…
Και κάπου εδώ ο πολίτης ξυπνά και διερωτάται: Ρε παιδιά, εδώ φαίνεται ότι έχουν ξεχαρβαλώσει τα πάντα, εδώ σε μια υπόθεση που είχε μετρημένα κουκιά και ενδεχόμενη δολοφονία πρώην υπουργού και δεν έγιναν τα πράγματα όπως έπρεπε, μου λέτε ότι θα βρεθούν οι εκτελεστές και οι ηθικοί αυτουργοί ενός μαφιόζικου χτυπήματος, όταν όλα δείχνουν ότι η διαφθορά έχει απλώσει τα πλοκόμια από την πρωτεύουσα μέχρι τα ψαροχώρια;
Και ό,τι καλό στοιχείο έχουν οι διωκτικές αρχές, τους ηθικούς και αποτελεσματικούς αξιωματικούς και ένστολους, τους αφήνουν να ταλαιπωρούνται ανάμεσα στη γραφειοκρατία, τους ελέγχους για μάσκα, το κυνηγητό με τους πιτσιρικάδες από πλατεία σε πλατεία για τα κορονοπάρτι, και άσε το έγκλημα να κάνει… πάρτι! Κι αυτό που λένε, στον αέρα συνδικαλιστές των αστυνομικών και κατ’ ιδίαν στελέχη του σώματος, είναι ότι οι πραγματικοί διώκτες του εγκλήματος και των παρανόμων έχουν μετατραπεί σε βραχίονες ενός ελεγκτικού μηχανισμού, φουλ στο πάρεργο και όχι σε αυτό για το οποίο εκπαιδεύτηκαν, ορκίστηκαν και πληρώνονται για να κάνουν.
Από φιλιππινέζες μεγαλοσχημόνων μέχρι παιδονόμοι, αρκεί να μην είναι κόντα στη δυσοσμία, στα κυκλώματα, στη μαφία και στα παιχνίδια ισχυρών. Έτσι βολεύει κάποιους να είναι σήμερα.