ΕΚ: Τι αλλάζει στη φορολόγηση των ψηφιακών επιχειρήσεων
Αλλαγές στη φορολόγηση των επιχειρήσεων με σημαντική ψηφιακή παρουσία και με τον φόρο επί των αγορών προϊόντων και υπηρεσιών μέσω Διαδικτύου, ενέκρινε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο Στρασβούργο.
Σύμφωνα με τις δύο σχετικές γνωμοδοτήσεις, προστέθηκαν στον κατάλογο της φορολογητέας ύλης την προσφορά «περιεχομένου σε ψηφιακή πλατφόρμα όπως βίντεο, ήχο, παιχνίδια ή κείμενο μέσω ψηφιακής πλατφόρμας», είτε το περιεχόμενο ανήκει στην εν λόγω πλατφόρμα, είτε αυτή απλά κατέχει τα δικαιώματα διανομής. Συνεπώς μπορούν πλέον να φορολογηθούν ηλεκτρονικές πλατφόρμες που προσφέρουν ψηφιακό περιεχόμενο, όπως το Netflix.
Οι ευρωβουλευτές συμφώνησαν να μειώσουν το ελάχιστο όριο πέραν του οποίου ο κύκλος εργασιών μπορεί να υπόκειται σε φορολογία. Οι κανόνες θα ισχύουν για κάθε οντότητα που παράγει κύκλο εργασιών στην ΕΕ άνω των 40 εκατομμυρίων ευρώ κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους. Σημειώνεται ότι η Επιτροπή είχε προτείνει 50 εκατομμύρια ευρώ.
Ο Π. Τανγκ (S&D), εισηγητής του φόρου επί των ψηφιακών αγορών, δήλωσε ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και οι ευρωπαίοι πολίτες θέλουν οι τεχνολογικοί γίγαντες να πληρώνουν τους φόρους τους.
«Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υιοθετήσαμε έναν πιο φιλόδοξο φόρο ψηφιακών υπηρεσιών, ο οποίος επίσης φορολογεί τα οφέλη των υπηρεσιών ροής μέσω διαδικτύου. Μιλάμε απλά για δικαιοσύνη, έτσι ώστε όλοι να πληρώσουν το δίκαιό τους μερίδιο», είπε.
Ευρωβουλευτές τόνισαν ότι ο φόρος ψηφιακής υπηρεσίας αποτελεί προσωρινό μέτρο. Η ενοποιημένη φορολογική βάση για τις εταιρείες ή παρόμοιοι κανόνες που συμφωνήθηκαν σε επίπεδο ΟΟΣΑ ή ΟΗΕ θα αποτελούσαν μόνιμη λύση, έκριναν.
Σημειώνεται ότι το Κοινοβούλιο έχει συμβουλευτικό ρόλο στη φορολογική νομοθεσία. Εναπόκειται στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να εγκρίνει ομόφωνα το τελικό περιεχόμενο των κανόνων. Το Κοινοβούλιο ζητεί έγκριση των γνωμοδοτήσεών του πριν από το τέλος της θητείας του, τον Απρίλιο του 2019.