Εκπτώσεις: Μειωμένος τζίρος κατά 20%
Χαμηλές οι θερμοκρασίες για την αγορά, παρά το γεγονός πως επένδυσε στην εκπτωτική περίοδο, χωρίς όμως τελικά να δει τους τζίρους των επιχειρήσεων να σκαρφαλώνουν.
Αλυσίδες πολυκαταστημάτων, αλλά και μικρότερα εμπορικά καταστήματα τόσο στην Αθήνα όσο και στη περιφέρεια, την τελευταία εβδομάδα των εκπτώσεων προχώρησαν σε νέα μείωση τιμών προκειμένου να προσελκύσουν τους καταναλωτές, σε μια λογική του «περάστε κόσμε», όμως τα μηνύματα που έρχονται από τους εμπορικούς συλλόγους δεν είναι και ιδιαίτερως ενθαρρυντικά.
Παρά το γεγονός πως διευρύνθηκαν τα εκπτωτικά όρια και το γεγονός πως οι βιτρίνες πολλών καταστημάτων στολίστηκαν με την ανοιξιάτικη κολεξιόν, οι καταναλωτές δεν προχώρησαν στο αναμενόμενο από τους εμπόρους εύρος αγορών, γεγονός που δεν τους έδωσε την δυνατότητα να καλύψουν τις ζημιές από την περίοδο που παρέμειναν κλειστοί λόγω του COVID-19, ούτε να αυξήσουν την ρευστότητα τους, για να αντιμετωπίσουν συσσωρευμένες φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις της προηγούμενης περιόδου και τα χρήματα που θα κληθούν να καταβάλουν ως κάλυψη του ποσού της επιστρεπτέας προκαταβολής.
Ο χαμένος τζίρος των ημερών του Ιανουαρίου, που τα καταστήματα παρέμειναν κλειστά λόγω του χιονιά και των επιπτώσεων από το κλείσιμο της Αττικής Οδού και άλλων κεντρικών αξόνων της πόλης, καθώς και οι φουσκωμένοι λογαριασμοί από την αύξησή της ηλεκτρικής ενέργειας και οι εξελίξεις στην Ουκρανία την εβδομάδα που διανύσαμε, είχαν έναν ιδιαιτέρως αρνητικό αντίκτυπο για την αγορά.
Με έναν πόλεμο και μια εισβολή που κανείς δεν ξέρει πότε θα τερματιστεί και ποιο θα είναι το εύρος των συνεπειών σε ανθρωπιστικό και οικονομικό επίπεδο, το αποτέλεσμα στον ψυχολογικό επηρεασμό των καταναλωτών είναι τεράστιο και αν σε αυτό προστεθεί και η μειωμένη αγοραστική τους δύναμη που τους ωθεί να άλλαξαν ριζικά τις προτεραιότητές τους, τότε εύκολα κανείς αντιλαμβάνεται τις συμπληγάδες πέτρες που ο εμπορικός κόσμος πρέπει να διαβεί.
Ο φόβος των ανατιμήσεων στα τρόφιμα και τα βασικά καταναλωτικά είδη, οι αυξήσεις στα τιμολόγια του ρεύματος, του φυσικού αερίου και η άνοδος της τιμής της βενζίνης αποθάρρυναν τους καταναλωτές που έβλεπαν στις βιτρίνες τις εκπτωτικές τιμές να είναι ιδιαιτέρως δελεαστικές, αλλά οι ίδιοι να μην μπορούν να προχωρήσουν στον αναμενόμενο όγκο αγορών.
Σύμφωνα με τους εμπόρους, οι ανατιμήσεις στα εισαγόμενα είδη που παρέλαβαν είναι σε διψήφια επίπεδα λόγω των αυξήσεων στο κόστος των μεταφορών και των πρώτων υλών, ενώ στα εγχώρια παραγόμενα προϊόντα οι αυξήσεις κρατήθηκαν σε μονοψήφια νούμερα. Εκτιμήσεις φαίνεται να γίνονται όμως και για το άμεσο μέλλον, όπου οι έμποροί που απορρόφησαν ένα μέρος των αυξήσεων δεν θα μπορέσουν να πράξουν το ίδιο και στις νέες παραλαβές για το φθινόπωρο του 2022 και το χειμώνα του 2023, που θα δούμε εικόνα ανατιμήσεων σε πολλά προϊόντα.
Πτώση 20% σε σύγκριση με το 2020
Οι εκτιμήσεις του εμπορικού κόσμου της χώρας κάνουν λόγο για μια πτώση κατά μέσον όρο 20% σε σύγκριση με τις χειμερινές εκπτώσεις του 2020, καθώς η αντίστοιχη περίοδος του 2021 είναι κυριολεκτικά εκτός συναγωνισμού, αν κανείς αναλογιστεί ότι ήταν μια περίοδος που λόγω της πανδημίας η αγορά λειτούργησε με πολλούς περιορισμούς.
Η πτώση των πωλήσεων κυμαίνεται μεσοσταθμικά στο σύνολο της επικράτειας από 15 έως και 25%, ενώ στην Αττική για μια σειρά από επιχειρήσεις οι έμποροί ισχυρίζονται ότι η πτώση που καταγράφεται αγγίζει και το 40%. Η αποτίμηση που γίνεται για την περίοδο των εκπτώσεων είναι κάτω από τα επίπεδα των 5,3 δισ. ευρώ του συνολικού τζίρου 2020 και με πολύ μεγαλύτερες αποκλίσεις για την περιοχή της Αττικής.
Τόσο σε επίπεδο τζίρου, όσο και σε επίπεδο κερδών, οι έμποροι δεν δηλώνουν ικανοποιημένοι, ενώ τα στοιχεία που θα αποτυπώσουν της ακριβή εικόνα της εκπτωτικής περιόδου θα καταγραφούν σε απόλυτους αριθμούς αφού αυτή ολοκληρωθεί και περάσει το αναγκαίο εύλογο διάστημα.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ και τα στοιχεία του Δεκεμβρίου, ο δείκτης πωλήσεων του Λιανεμπορίου (εξαιρουμένων των κλάδων τροφίμων, καυσίμων και οχημάτων) παρουσίασε πτώση 2,2%, μια πτώση που δείχνει να συνεχίζεται. Τον Δεκέμβριο η πτώση του τζίρου σε καταστήματα εικόνας και μουσικής άγγιξε το 30%, ενώ στα καταστήματα των ηλεκτρικών ειδών το 22% και στα καταστήματα πώλησης καλλυντικών το 16%.
Σε αντίθεση ο Γενικός Δείκτης Λιανικής, παρουσίασε το Δεκέμβριο αύξηση 5,11%, σε αυτόν όμως τον δείκτη περιλαμβάνονται και οι κλάδοι των καυσίμων, των τροφίμων και των αυτοκινήτων, οπότε η αύξηση στον τζίρο εν πολλοίς οφείλεται στις αυξήσεις των τιμών στους συγκεκριμένους κλάδους.
Μεγάλες αλυσίδες του λιανεμπορίου, όπως το Πλαίσιο, ο Κωτσόβολος, τα Public, προχώρησαν σε μια σειρά πιο προωθημένων ενεργειών στο τελευταίο δεκαήμερο των εκπτώσεων, ενώ αναμένουν γεμάτες με εμπόρευμα το πρόγραμμα επιδότησης των ηλεκτρικών συσκευών. Από την άλλη, οι εκπτώσεις στις περισσότερες αλυσίδες για πλεκτά, παλτά και μπότες αγγίζουν το 45% και με τα μικρά καταστήματα να έχουν βάλει πολύ δελεαστικές τιμές προκειμένου να τραβήξουν το ενδιαφέρον των καταναλωτών, ένα ενδιαφέρον που όλα δείχνουν πως δεν άγγιξε τις προσδοκίες του εμπορικού κόσμου.
Αλέξανδρος Κοντοπάνος