Ελλάδα 2021: Τίνος είναι βρε γυναίκα τα… παιδιά;
Αυτή η χώρα και οι άνθρωποί της, κυρίως αυτοί δηλαδή, έχουν αποδείξει ότι είναι ικανοί για το καλύτερο και για το χειρότερο: Για την πιο γενναία πράξη, αλλά και για το τελευταίο κατακάθι του βόθρου.
Μέσος όρος δυστυχώς στους Έλληνες δεν υπάρχει, που τελικά, όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσο και οι εποχές έχουν αλλάξει, παραμένει μέσα τους ριζωμένη μια απαρχαιωμένη, τραγικά παλιά νοοτροπία για τα πράγματα.
Η ιστορία που θα σας διηγηθώ είναι αληθινή, μου τη διηγήθηκε πολύ στενό μου πρόσωπο και έλαβε χώρα πριν από μερικές ημέρες σε γνωστό δημαρχείο των Νοτίων Προαστίων της Αθήνας. Μια πενηντάχρονη γυναίκα, οκτώ μηνών λεχώνα, η οποία από Σεπτέμβριο θα γυρίσει στην εργασία της, άρχισε να ψάχνεται για το που θα αφήσει τα δίδυμα παιδιά της όταν εκείνη θα αρχίσει τη δουλειά, καθώς βοήθεια από γονείς δεν υπάρχει, αλλά ούτε και σύζυγος για να τη συνδράμει. Όπως, ίσως, θα καταλάβατε η γυναίκα έκανε τα παιδιά με δότη, παίρνοντας, μάλιστα, και δάνειο για να το καταφέρει. Τόση ήταν η λαχτάρα της για να γίνει μάνα. Και για να σας προλάβω: Μην κρίνεις, για να μην κριθείς.
Αποφάσισε, λοιπόν, καθώς λεφτά δεν υπάρχουν, να κάνει διαδικασίες για να τα πάει σε δημοτικό παιδικό σταθμό και εύλογα πήγε στο Δήμο της.
Στο Δημαρχείο της ιστορίας μας, λοιπόν, έχοντας μάθει το παρασκήνιο, αντί να τη βοηθήσουν, αντί να την αγκαλιάσουν και να την κατευθύνουν, επί πέντε ώρες την έστελναν από τον… Άννα στον Καϊάφα, ενώ αντιδήμαρχος – όνομα και μη χωριό – την ειρωνεύτηκε κιόλας για το γεγονός ότι είχε κάνει μόνη της τα παιδιά της.
Όπως αντιλαμβάνεστε, η γυναίκα ξόδεψε πέντε ώρες από τη ζωή της, έχοντας αφήσει τα παιδιά της… στη γειτόνισσα, και έφυγε άπραγη από το Δημαρχείο.
Κάπου εκεί, σταμάτησα να ακούω την ιστορία και άρχισα να ανεβάζω πίεση. Διότι πραγματικά κάτι τέτοιες συμπεριφορές είναι που μας φτάνουν σαν κοινωνία εδώ που μας φτάνουν. Γιατί πραγματικά τι σε νοιάζει εσένα κύριε αντιδήμαρχε, ή όποιος είσαι τέλος πάντων, πως τα έκανε η κυρία τα παιδιά της; Είσαι εδώ για να της λύσεις το πρόβλημά της, να την κατευθύνεις στο σωστό δρόμο, απλά να σηκώσεις ένα τηλέφωνο στο δημοτικό παιδικό σταθμό της γειτονιάς της και να της εξασφαλίσεις θέσεις για τα δύο της παιδιά, που ναι, αποφάσισε – και δεν θα σε ρωτήσει – να τα κάνει σε ηλικία πενήντα ετών, με δότη.
Σε μια χώρα που σε δέκα χρόνια θα… μετριόμαστε μεταξύ μας και θα τελειώνουμε μέσα σε μια μέρα, λόγω του δημογραφικού προβλήματος που μας χτυπά επίμονα την πόρτα, αντί οι επίσημοι φορείς να στέκονται στα προβλήματα οικογενειών όπως αυτής της γυναίκας, της κάνουν τη ζωή πιο δύσκολη.
Αλλά αυτοί είμαστε οι Έλληνες και αυτοί, καθώς φαίνεται, θα είμαστε πάντα, όσα χρόνια κι αν περάσουν.