ΕΝΦΙΑ: Μείωση-σκάνδαλο στους βουλευτές της Ν.Δ. και τους ολιγάρχες
Σημαντική μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων αναμένεται να προκύψει φέτος για ιδιοκτήτες πολλών ακινήτων μεγάλης συνολικής αξίας – κυρίως δε για κυβερνητικούς αξιωματούχους, βουλευτές και λοιπά πολιτικά πρόσωπα – με την εφαρμογή των νέων διατάξεων του άρθρου 43 του ν. 4916/2022, που προβλέπουν κατάργηση του συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α. για ιδιοκτησίες συνολικής αξίας άνω των 250.000 ευρώ και αντικατάστασή του με έναν άλλο πρόσθετο φόρο που θα επιβάλλεται ξεχωριστά σε κάθε ακίνητο αξίας άνω των 400.000 ευρώ.
Οι διατάξεις αυτές περιορίζουν σημαντικά το ύψος του ΕΝ.Φ.Ι.Α. στις περιπτώσεις ιδιοκτητών πολλών ακινήτων, καθένα από τα οποία έχει αντικειμενική αξία μικρότερη των 400.000 ευρώ. Οι ιδιοκτήτες αυτών των περιπτώσεων υπερφορολογούνταν κάθε χρόνο με την εφαρμογή του συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α., διότι ο φόρος αυτός επιβαλλόταν, με συντελεστές κλιμακούμενους από 0,15% έως 1,15% στο άθροισμα των αντικειμενικών αξιών όλων των αστικών ακινήτων τους (των κτισμάτων και των εντός σχεδίων πόλεων ή οικισμών οικοπέδων τους) εφόσον το άθροισμα αυτό υπερέβαινε το επίπεδο των 250.000 ευρώ. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο φόρος αυτός ανερχόταν σε 875 ευρώ, για αστική ακίνητη περιουσία συνολικής αντικειμενικής αξίας 500.000 ευρώ και σε 16.225 ευρώ για αστική ακίνητη περιουσία συνολικής αξίας 2.000.000 ευρώ.
Από φέτος οι ιδιοκτήτες πολλών ακινήτων αντικειμενικής αξίας κάτω 400.000 ευρώ έκαστο δεν θα πληρώνουν καθόλου πρόσθετο φόρο για την μεγάλη αξία της ακίνητης περιουσίας τους, καθώς ο συμπληρωματικός ΕΝ.Φ.Ι.Α., όπως τον περιγράψαμε παραπάνω, καταργείται και αντικαθίσταται από έναν επιπλέον φόρο, ο οποίος θα επιβάλλεται υπό τη μορφή προσαύξησης του κύριου ΕΝ.Φ.Ι.Α., ξεχωριστά επί της αξίας κάθε ακινήτου, εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη των 400.000 ευρώ και εφόσον ο φορολογούμενος κατέχει αστική ακίνητη περιουσία (κτίσματα και εντός σχεδίων πόλεων ή οικισμών εδαφικές εκτάσεις) συνολικής αντικειμενικής αξίας άνω των 300.000 ευρώ.
Ακόμη όμως κι όσοι φορολογούμενοι κατέχουν ένα ή περισσότερα ακίνητα αξίας άνω των 400.000 ευρώ έκαστο ευνοούνται από τις νέες διατάξεις, καθώς από τη στιγμή που θα εφαρμοστούν θα πληρώνουν πολύ λιγότερο επιπλέον φόρο από όσο πλήρωναν με την εφαρμογή του συμπληρωματικού ΕΝ.Φ.Ι.Α.. Κι αυτό διότι ο υπολογισμός του επιπλέον ΕΝ.Φ.Ι.Α. (που αντικαθιστά τον συμπληρωματικό φόρο) θα γίνεται με βάση μια νέα κλίμακα, στην οποία τα πρώτα 400.000 ευρώ αντικειμενικής αξίας του κάθε ακινήτου θα είναι αφορολόγητα. Πάνω από το όριο αξίας των 400.000 ευρώ θα εφαρμόζονται κλιμακωτά, ανά 100.000 ευρώ αξίας και μέχρι το όριο αξίας του 1.000.000 ευρώ συντελεστές φόρου κυμαινόμενοι από 0,2% έως 0,7%. Πάνω από το επίπεδο αξίας του 1.000.000 ευρώ και μέχρι τα 2.000.000 ευρώ θα εφαρμόζεται συντελεστής φόρου 0,9% ενώ πάνω από το επίπεδο αξίας των 2.000.000 ευρώ θα εφαρμόζεται συντελεστής φόρου 1%. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο νέος αυτός φόρος θα κυμαίνεται από 200 ευρώ για ακίνητο αξίας 500.000 ευρώ έως 11.700 ευρώ για ακίνητο αξίας 2.000.000 ευρώ.
Βεβαίως, σε σύγκριση με τους κατέχοντες πολλά ακίνητα αξίας μικρότερης των 400.000 ευρώ έκαστο, οι έχοντες ένα ή περισσότερα ακίνητα αξίας άνω των 400.000 ευρώ έκαστο θα πληρώνουν συνολικά για όλη τους την ακίνητη περιουσία περισσότερο ΕΝ.Φ.Ι.Α. από αυτόν που θα πληρώνουν οι πρώτοι. Κι αυτό θα συμβαίνει ακόμη και σε περίπτωση κατά την οποία η συνολική αξία της περιουσίας ενός ιδιοκτήτη που εντάσσεται στους δεύτερους (τους έχοντες ένα ή περισσότερα ακίνητα αξίας άνω των 400.000 ευρώ έκαστο) είναι ίση ή και μικρότερη από την αξία της περιουσίας ενός άλλου ιδιοκτήτη που εντάσσεται στους πρώτους (τους κατέχοντες πολλά ακίνητα αξίας μικρότερης των 400.000 ευρώ έκαστο).
Τη σημαντική αυτή στρέβλωση που προκαλούν οι διατάξεις του άρθρου 43 του ν. 4918/2022, για τον επιπλέον ΕΝ.Φ.Ι.Α., επισημαίνει και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, στην έκθεση με τις παρατηρήσεις της επί των άρθρων του νόμου 4918/2022, η οποία συντάχθηκε όταν ακόμη το κείμενο του νόμου είχε τη μορφή υπό ψήφιση νομοσχεδίου. Μάλιστα, οι συντάκτες της έκθεσης αφήνουν να εννοηθεί σαφώς ότι οι εν λόγω διατάξεις ενδέχεται να μην είναι συμβατές με τη συνταγματική αρχή της φοροδοτικής ικανότητας.
Συγκεκριμένα, στη σελίδα 11 της έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής σημειώνονται τα εξής επί των ρυθμίσεων του άρθρου 43: «Ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι οι νέες ρυθµίσεις άγουν σε µικρότερη φορολογική επιβάρυνση για τους περισσότερους φορολογουµένους, η µείωση του φόρου είναι δυσανάλογη υπέρ των ιδιοκτητών πολλών ακινήτων µικρότερης αξίας, σε σχέση µε τους ιδιοκτήτες λίγων ακινήτων µεγαλύτερης αξίας, υπό την έννοια ότι δύο φορολογούµενοι, των οποίων η ακίνητη περιουσία έχει την ίδια συνολική φορολογητέα αξία, καταλήγουν να πληρώσουν διαφορετικό ποσό φόρου της Ενότητας Γ’ (σ.σ. επιπλέον φόρο που αντικαθιστά τον συμπληρωματικό), αναλόγως του αριθµού των ακινήτων που τους ανήκουν. Επί παραδείγµατι, φορολογούµενος στον οποίο ανήκει η πλήρης κυριότητα ενός ακινήτου φορολογητέας αξίας 2.000.000,00 ευρώ, θα κληθεί να καταβάλει φόρο της Ενότητας Γ’ (σ.σ. επιπλέον φόρο που αντικαθιστά τον συμπληρωματικό) ποσού 11.700,00 ευρώ, ενώ, άλλος στον οποίο ανήκει η πλήρης κυριότητα πέντε ακινήτων φορολογητέας αξίας του καθενός 400.000,00 ευρώ και συνολικής φορολογητέας αξίας 2.000.000,00 ευρώ, δεν θα καταβάλει φόρο της Ενότητας Γ’. Η ως άνω διαφοροποίηση της φορολογικής επιβάρυνσης, αναλόγως του αριθµού των ακινήτων του φορολογουµένου, γεννά προβληµατισµό ως προς τη συµβατότητά της µε την αρχή της φοροδοτικής ικανότητας».
Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 43 του ν. 4918/2022, σε κάθε περίπτωση ακινήτου αντικειμενικής αξίας άνω των 400.000 ευρώ (υποκείμενου στο νέο αυτό φόρο) στο οποίο υπάρχει συνιδιοκτησία ή υπάρχουν περισσότερα από ένα εμπράγματα δικαιώματα κατανεμημένα σε περισσότερα του ενός πρόσωπα (π.χ. ο πατέρας έχει την επικαρπία και το τέκνο την ψιλή κυριότητα) ο επιπλέον ΕΝ.Φ.Ι.Α. θα υπολογίζεται στο 100% της αξίας της πλήρους κυριότητας του ακινήτου και εν συνεχεία θα επιμερίζεται στο κάθε πρόσωπο ανάλογα με το ποσοστό της αξίας που κατέχει. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται να αποτραπούν μεθοδεύσεις φοροαποφυγής, οι οποίες μπορεί να έχουν τη μορφή του “σπασίματος” της αξίας του ακινήτου σε περισσότερα του ενός πρόσωπα – μέσω της μεταβίβασης ποσοστών συνιδιοκτησίας ή μέσω της μεταβίβασης της ψιλής κυριότητας – κατά τέτοιο τρόπο ώστε στο κάθε πρόσωπο να αντιστοιχεί δικαίωμα επί του ακινήτου αξίας κάτω των 400.000 ευρώ και, έτσι, να μην επιβάλλεται ο επιπλέον φόρος.
Δείτε αναλυτικά παραδείγματα κάνοντας κλικ εδώ.