ΕΒΕΠ: Οι προβλέψεις του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία δεν είναι καλές
Τελικά η συμμετοχή του ΔΝΤ κρίνεται απαραίτητη έως υποχρεωτική από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ακόμα και για την εκταμίευση της δόσης. Έτσι, το Ταμείο αποκτά νέα επιχειρήματα, προκειμένου να επιμείνει στις απαιτήσεις του, ενσωματώνοντας και τη σκληρή στάση του Βερολίνου. Αυτά τα προσφέρει η έκθεση της «ομάδας Βελκουλέσκου», η οποία παρουσιάζεται στη σημερινή κρίσιμη συνεδρίαση της 6/2/17 του ΔΣ του ΔΝΤ.
Στην έκθεση, διατυπώνονται κάποιες αισιόδοξες προβλέψεις για τη πορεία της ελληνικής οικονομίας, την επόμενη τριετία, υπό την προϋπόθεση ότι θα τηρηθούν οι μνημονιακές δεσμεύσεις και θα γίνουν οι συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις. Αμφισβητείται όμως, η δυνατότητα επίτευξης υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, που θα καθιστούσαν βιώσιμο το δημόσιο χρέος. Η ομάδα στελεχών του ΔΝΤ που διενήργησε επιτόπια «αυτοψία» τον προηγούμενο Σεπτέμβριο στη βάση του άρθρου 4 του καταστατικού του Ταμείου για να καταλήξει σε εκτιμήσεις-προβλέψεις, εκτιμά ότι το ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,4% το 2016, ποσοστό υψηλότερο από αυτό της εισηγητικής έκθεσης του τρέχοντος προϋπολογισμού. Στην έκθεση της Βελκουλέσκου διατυπώνεται η πρόβλεψη ότι η Ελλάδα δεν θα εμφανίσει πρωτογενή πλεονάσματα πάνω από 1,5% τα επόμενα χρόνια. Επιβεβαιώνει δηλαδή την άποψη στην οποία βασίζει μέχρι τώρα το ΔΝΤ τις απαιτήσεις του για μείωση συντάξεων και αφορολόγητου, καθώς και για λήψη πρόσθετων μέτρων, που θα ισχύσουν μετά το 2018. Στον σκληρό πυρήνα των απαιτήσεων, το Ταμείο επιμένει στην ανάγκη να μην ακυρωθούν νομοθετικές διατάξεις στο πεδίο των εργασιακών, όπως η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, να αυξηθεί το όριο των συλλογικών απολύσεων και να υπάρξει δραστικό άνοιγμα σε αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Στα κείμενα της έκθεσης του ΔΝΤ, διατυπώνονται οι ακόλουθες βασικές προβλέψεις:
Πρωτογενές πλεόνασμα
Η ομάδα Βελκουλέσκου ξεκινάει από πολύ χαμηλή «αφετηρία» και παραδέχεται ότι το 2016 θα υπάρξει υπεραπόδοση, ενώ προσδιορίζει το πρωτογενές πλεόνασμα σε 0,9%, έναντι μνημονιακού στόχου 0,5%. Όμως η ελληνική κυβέρνηση έχει ενημερώσει τους Θεσμούς ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί κοντά στο 2%, ποσοστό υπερδιπλάσιο της πρόβλεψης του ΔΝΤ. Για το 2017 εκτιμά ότι, το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφωθεί κάτω από τον μνημονιακό στόχο του 1,75% και συγκεκριμένα στο 1%. Αυτό σημαίνει ενεργοποίηση του περιβόητου «κόφτη», με περικοπές σε δαπάνες και κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις, η οποία θα οδηγήσει σε μειώσεις αποδοχών των συνταξιούχων έως και 30%. Η λειτουργία του «κόφτη» θα καταστεί αναγκαία και το 2018, αν επιβεβαιωθεί η πρόβλεψη της ομάδας του ΔΝΤ, ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα είναι μόλις 1,5%, έναντι του μη ρεαλιστικού στόχου για 3,5%. Εφόσον ο στόχος παραμείνει ως έχει, τότε απαιτούνται δραστικά πρόσθετα και προκαταβολικά ψηφισμένα δημοσιονομικά μέτρα ύψους 4,55 δις ευρώ.
Ανάπτυξη
Το 2016, ήταν 0,4% δηλαδή υψηλότερη απ’ ό, τι προέβλεπαν η Κομισιόν και η ελληνική κυβέρνηση (+0,1%). Φέτος, η ελληνική οικονομία θα «τρέξει» με ρυθμό 2,7% – υπό την προϋπόθεση ότι, θα εφαρμοστούν όσα προβλέπονται στο μνημόνιο, ότι η Ελλάδα θα ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και ότι θα επιταχυνθεί η διαδικασία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου. Για τα επόμενα χρόνια όμως, το ΔΝΤ προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης χαμηλότερους απ’ ό, τι η Κομισιόν και η κυβέρνηση. Ειδικότερα, στην έκθεση διατυπώνονται προβλέψεις για 2,4% το 2019 και 2% το 2020. Οι συντάκτες της έκθεσης, έχουν καταστρώσει και ένα δυσμενές σενάριο, το οποίο κατεβάζει τον πήχη της ανάπτυξης στο 1,1% για το 2017 και στο 1,2% για το 2018. Το σενάριο αυτό στηρίζεται στην παραδοχή ότι θα παραμείνουν τα capital controls, δεν θα μπουν τα ελληνικά ομόλογα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και δεν θα εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσεις. Με αυτές τις παραδοχές, το ΔΝΤ κατεβάζει τον πήχη της ανάπτυξης στο 1% για το 2017 και στο 0,3%, κατά μέσο όρο, σε μακροπρόθεσμη βάση.
Χρέος
Χαρακτηρίζει το ελληνικό δημόσιο χρέος «απολύτως μη βιώσιμο». Η ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, στο βασικό σενάριο, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας το 2060 θα φτάσει στο 275% του ΑΕΠ, με τις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες να φτάνουν έως και το 62%.
Ιδιωτική κατανάλωση
Το 2016 εκτιμάται ότι αυξήθηκε κατά 0,8%. Για φέτος προβλέπεται αύξηση 1,5%, το 2018 1,4%, το 2019 1,2% και για το 2020 μόλις 1%.
Επενδύσεις
Εκτιμάται ότι, ανέκαμψαν το 2016 (+3%) και φέτος θα είναι αρκετά αυξημένες (+9,5%). Η ανάκαμψη θα συνεχισθεί το 2018 με +7,9%, το 2019 θα είναι +8% και ο ρυθμός αύξησης θα επιβραδυνθεί σε 6,2% το 2020.
Εξαγωγές- Εισαγωγές
Οι εξαγωγές εκτιμάται ότι αυξήθηκαν, μόλις κατά 1% το 2016, έναντι αύξησης των εισαγωγών κατά 1,2%. Για το 2017, προβλέπεται αύξηση εξαγωγών κατά 6,5% έναντι αύξησης εισαγωγών κατά 4,6%. Για τα επόμενα χρόνια εκτιμάται ότι οι εξαγωγές θα αυξάνονται με ρυθμούς λίγο ταχύτερους από τις εισαγωγές. Τα ποσοστά για το 2020 διαμορφώνονται στο 4,2% και 3,7% αντίστοιχα.
Ανεργία
Στην έκθεση του ΔΝΤ, διαπιστώνεται δομικό πρόβλημα ανεργίας, ενώ προβλέπεται ότι το ποσοστό θα μειωθεί από το 23,2% το 2016, στο 21,3% το 2017, στο 19,8% το 2018, στο 19% το 2019 και στο 18,4% το 2020. Αναφέρεται μάλιστα και το στοιχείο Τόμσεν ότι η ανεργία θα παραμείνει σε διψήφια επίπεδα μέχρι και το 2040.
Δήλωση Προέδρου ΕΣΕΕ & ΕΒΕΠ, κ. Βασίλη Κορκίδη:
“…Οι εκθέσεις των Τόμσεν -Βελκουλέσκου για την Ελλάδα, θα συνοδευτούν με επίσημες ανακοινώσεις για την ελληνική οικονομία και τις απαιτήσεις του Ταμείου για πλεόνασμα και χρέος, χωρίς όμως εκπλήξεις, αφού οι θέσεις του είναι ήδη γνωστές. Θέλει δραστική μείωση του αφορολόγητου ορίου από τον Ιανουάριο του 2018. Ζητά ενεργοποίηση του “κόφτη” για τη περικοπή κύριων συντάξεων, εάν δεν επιτευχθούν οι στόχοι του 2019 και συζητά το ενδεχόμενο να ανακοινωθούν παράλληλα τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, ώστε να καμφθούν τυχόν αντιδράσεις στο εσωτερικό της κυβερνητικής πλειοψηφίας στην Ελλάδα. Σύμφωνα μάλιστα με ευρωπαίους πολιτικούς και τεχνοκράτες δεν αποκλείεται η παράταση των διαπραγματεύσεων να διαρκέσει έως και τον Απρίλιο. Αντίθετα, στο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο, η αίσθηση που επικρατεί είναι ότι μετά την έγκριση από το εκτελεστικό συμβούλιο της έκθεσης του άρθρου 4, του καταστατικού του ΔΝΤ, ουσιαστικά ανοίγει ο “μονόδρομος” για την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης.
Το πακέτο πάντως που καλείται να διαλέξει η ελληνική κυβέρνηση περιέχει το τρίπτυχο: κλείσιμο αξιολόγησης με νέα μέτρα – μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος – ένταξη στην ποσοτική χαλάρωση.
Για πολλοστή φορά η κατάσταση για την ελληνική οικονομία “is not good” ενώ και πάλι η επιλογή που έχουμε είναι “take it or leave it”…”.