ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ: Ανεκτέλεστο 3 δισ. – 1 δισ. το κοινωνικό αποτύπωμα για το 2020 (upd)
Για τις δραστηριότητες της εταιρίας και την πίστη στο έργο του Ελληνικού, όταν καμία άλλη εταιρία δεν είχε αποφασίσει να συμμετάσχει, έκανε λόγο ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΓΕΝ ΤΕΡΝΑ Γιώργος Περιστέρης.
Σύμφωνα με όσα επισήμανε ο κ. Περιστέρης, για το 2020, το συνολικό άμεσο (όχι έμμεσο, μόνο άμεσο) οικονομικό και κοινωνικό αποτύπωμα των δραστηριοτήτων της εταιρίας ξεπέρασε σε αξία το 1 δισ. ευρώ, ενώ αυτή την περίοδο υλοποιείται ένα πρωτόγνωρο πρόγραμμα έργων κι επενδύσεων συνολικής αξίας άνω των 5 δισ. ευρώ στην καθαρή ενέργεια και τις βιώσιμες υποδομές.
Στον τομέα της καθαρής ενέργειας, στόχος του ομίλου, όπως, επίσης τόνισε, είναι η συνολική εγκατεστημένη ισχύς του (αιολικά πάρκα, φωτοβολταϊκά πάρκα και συστήματα αποθήκευσης) να προσεγγίσει τα 3.000 MW μέσα στη επόμενη πενταετία.
Την ίδια στιγμή, ο κ. Περιστέρης μίλησε και για τον τομέα της συμβατικής ηλεκτροπαραγωγής κι εμπορίας ηλεκτρικής ενέργειας μέσω της εταιρείας ΗΡΩΝ, που πλέον διαθέτει ένα χαρτοφυλάκιο μονάδων συνολικής ισχύος περίπου 600 MW, αλλά και ισχυρή θέση μεταξύ των ιδιωτών παρόχων ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, με σημαντικό μερίδιο αγοράς, ενώ αναφέρθηκε και στην πρόσφατη συνεργασία με τη Motor Oil στην Κομοτηνή για την Και φυσικά ως ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ για την μονάδα ΦΑ στην Κομοτηνή ισχύος 877 MW, μια επένδυση 375 εκατ. ευρώ με πολλαπλά οφέλη.
Ιδιαίτερη μνεία έκανε ο Διευθύνων Σύμβουλος της εισηγμένης για το project του Ελληνικού «Ας πάμε λίγα χρόνια πίσω, όταν προκηρύχθηκε ο διαγωνισμός για το IRC. Σε μια πιο δύσκολη για τη χώρα χρονική συγκυρία, λάβαμε τότε την απόφαση να εισέλθουμε με ένα μειοψηφικό ποσοστό, 35%, στο σχήμα της Mohegan, τους ενός εκ των δύο υποψηφίων που εκδήλωσαν ενδιαφέρον για αυτή την επένδυση. Κι ήμασταν, μετά βέβαια από τη Lamda Development, η μοναδική ελληνική εταιρεία που πίστεψε στην πράξη στο επενδυτικό σχέδιο του Ελληνικού. Κανείς άλλος Έλληνας επενδυτής δεν εμφανίστηκε τότε, κανείς δεν έδειξε διάθεση να αναλάβει κάποιο ρίσκο. Σήμερα, ευτυχώς, ζούμε σε μια χώρα διαφορετική, με αισθητά πιο ευοίωνες προοπτικές από τότε. Και η επένδυση στο Ελληνικό είναι πλέον δεδομένο ότι θα υλοποιηθεί, έχει ήδη εισέλθει σε τροχιά υλοποίησης. Αν, λοιπόν, πιστέψαμε μία φορά στο εγχείρημα του IRC και του project του Ελληνικού τότε, σε εκείνες τις συνθήκες, αντιλαμβάνεστε ότι πιστεύουμε πολύ περισσότερο σήμερα».