Γιατί ξαφνικά το Μαξίμου κόπτεται για το «Χαμόγελο»;
Του Αλέξανδρου Κοντοπάνου
Κάθε αρμός του κοινωνικού ιστού επιχειρείται να ελεγχθεί από το Μέγαρο Μαξίμου, με κυρίαρχο στόχο την τοποθέτηση δοτών διοικήσεων και τον πλήρη έλεγχο της ροής του χρήματος και των περιουσιακών στοιχείων.
Το καινούριο γαϊτανάκι φέρει την υπογραφή του Κυριάκου Μητσοτάκη και της Δόμνας Μιχαηλίδου, που με πρόσχημα τη διαμονή του προέδρου του «Χαμόγελου του Παιδιού», Κώστα Γιαννόπουλου σε βίλα, όπως ισχυρίστηκε σε συνέντευξη της σε τηλεοπτικό σταθμό η υφυπουργός Εργασίας, επιχειρούν συστηματικά να απαξιωθεί πλήρως το κύρος και η προσφορά αυτών των ιδρυμάτων.
Μετά την «Κιβωτό του Κόσμου» και την αλλαγή της ηγεσίας του φορέα, με επιλογή προσώπων απευθείας από τον πρωθυπουργό, στο στόχαστρο μπαίνει και το «Χαμόγελο του Παιδιού», αμφισβητώντας τις προθέσεις και της επιλογές της διοίκησής του. «Λέω ότι, δεν μπορώ να πιστέψω πως το συγκεκριμένο ίδρυμα, το “Χαμόγελο”, είναι πλεονασματικό 20 εκατομμύρια και ο κ. Γιαννόπουλος μένει σε ένα πολύ πλούσιο σπίτι και να λένε ότι, δεν μπορούν να φτιάξουν τις δομές όπως πρέπει».
Τα λόγια αυτά της κυρίας Μιχαηλίδου είναι μια πραγματική μαχαιριά στην καρδιά της διοίκησης και δείχνουν, αν μη τι άλλο, ποιος είναι ο… οδικός χάρτης που έχει επιλεγεί σε σχέση με ιδρύματα που ο χαρακτήρας και η πορεία τους χαίρει της εκτίμησης της κοινωνίας. Η μέθοδος είναι γνωστή και δοκιμασμένη: Πρώτα απαξιώνουμε τη δράση τους και κατόπιν εκπαραθυρώνουμε τις διοικήσεις για να τοποθετηθούν, στο τέλος της ημέρας, οι δικοί μας άνθρωποι. Μυρίστηκαν ζεστό χρήμα και, όπως όλα δείχνουν, έβαλαν το σχέδιο σε εφαρμογή. Η επιλογή, δε, του χρόνου δεν είναι καθόλου τυχαία. Αρχής γενομένης με την ιστορία της «Κιβωτού» κατάφεραν να αλλάξουν την ατζέντα μέσω των καναλιών, προκειμένου να ξεχάσει ο κόσμος τα φλέγοντα ζητήματα (υποκλοπές, ακρίβεια, πληθωρισμός, ενεργειακή φτώχεια) και να ασχοληθεί με ένα νέο… σήριαλ, που σερβίρεται σε δόσεις.
Αν πραγματικά ο πρωθυπουργός και το αρμόδιο υπουργείο κόπτονται για την ορθή λειτουργία αυτών των ιδρυμάτων, γιατί χρειάστηκε να περάσουν τριάμισι ολόκληρα χρόνια για να ασχοληθούν μαζί τους; Γιατί η αρμόδια υφυπουργός, αντί να περιδιαβαίνει από κανάλι σε κανάλι και να λιθοβολεί τηλεοπτικά τη διοίκηση του «Χαμόγελου του Παιδιού», δεν φροντίζει ώστε να φτιαχτεί το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο, κάτω από το οποίο θα γίνεται η διαχείριση αυτών των ιδρυμάτων με απόλυτη διαφάνεια;
Αντί το κράτος να έχει αναλάβει τις πραγματικές του ευθύνες και μέσα από τους φόρους, έμμεσους και άμεσους, που πληρώνουμε όλοι οι Έλληνες πολίτες, να ασκεί μια αποτελεσματική κοινωνική πολιτική, να προσφέρει στέγη και φροντίδα σε όσα παιδιά βρίσκονται σε ανάγκη και εν συνεχεία να τα δίνει για υιοθεσία στους υποψήφιους θετούς γονείς, ναι μεν με κανόνες, αλλά χωρίς τεχνητά κωλύματα, γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και εξοντωτικές προϋποθέσεις, παραμένει επιδεικτικά απών και, μάλιστα, έρχεται εκ των υστέρων και βάλλει κατά των ιδρυμάτων. Τη δουλειά που θα έπρεπε εκείνο εκ του θεσμικού του ρόλου να κάνει, πρώτα τη φόρτωσε στις πλάτες άλλων και τώρα ζητάει ετεροχρονισμένα και τα ρέστα.
Για να προλάβω, μάλιστα, όποιον σκεφτεί πως ο υπογράφων και η εφημερίδα δεν είμαστε υπέρ της διαφάνειας και του ελέγχου και θέλουμε να μείνει κρυμμένη «κάτω από το χαλί» η όποια αρνητική πτυχή στις δράσεις των ιδρυμάτων, να ξεκαθαρίσω πως και θιασώτες της διαφάνειας είμαστε, και ενστερνιζόμαστε απόλυτα το ρητό που λέει πως η γυναίκα του Καίσαρα δεν αρκεί μόνο να είναι τίμια, αλλά πρέπει και να φαίνεται.
Το γεγονός, όμως, αυτό δεν μας κάνει να εθελοτυφλούμε, γιατί ο τόπος είναι μικρός και όλοι… γνωριζόμαστε μεταξύ μας. Ιστορίες, όπως αυτή με το αμαρτωλό «Ερρίκος Ντυνάν» και την περίοδο Μαρτίνη, με τα μαύρα ταμεία και τις πολιτικές φιλίες και εξυπηρετήσεις -με πρόσωπα, μάλιστα, στο τότε Διοικητικό Συμβούλιο να είναι κοντά στους σημερινούς κυβερνώντες- δεν είναι και πολύ μακρινές.
Συν τοις άλλοις, η συστηματική απαξίωση των ιδρυμάτων μπορεί να οδηγήσει σταδιακά στην απώλεια δωρεών και στη μείωση των απαραίτητων πόρων για τη λειτουργία τους, με ό,τι αρνητικό αυτό συνεπάγεται για τα παιδιά που φιλοξενούν. Και η τοποθέτηση νέων προσώπων στις διοικήσεις τους, φυσικά εκλεκτών των κυβερνώντων, δεν αποκλείεται να τα καταστήσει και αυτά, στο τέλος της ημέρας, σαν τις γνωστές… προβληματικές της δεκαετίας του 1970.
Δημοσιεύτηκε στο φύλλο 439 της έντυπης Voice