fbpx

Γραφείο Προϋπολογισμού: “Πάρτε μέτρα τώρα”

0 193

Την ανάγκη να ληφθούν μέτρα οικονομικής στήριξης που δεν θα έχουν μόνιμο χαρακτήρα και θα είναι στοχευμένα κι όχι «οριζόντια» – θα ισχύουν δηλαδή για συγκεκριμένες, ευπαθείς κοινωνικές ομάδες και όχι για όλους ανεξαιρέτως του πολίτες – επισημαίνει το Γραφείο Κρατικού Προϋπολογισμού της Βουλής στη νέα έκθεση που συνέταξε για την αξιολόγηση της πορείας της ελληνικής οικονομίας. 

Στην έκθεση παρουσιάζονται δύο σενάρια προβλέψεων για τις επιπτώσεις του ρωσο-ουκρανικού πολέμου στην ελληνική οικονομία και σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο ο πληθωρισμός μπορεί να εκτιναχθεί ακόμη και στο 11,01% το 2022!

Στο πλαίσιο αυτό, οι ιθύνοντες του ΓΚΠΒ θεωρούν ότι το μέτρο της μείωση των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης και του ΦΠΑ στα καύσιμα δεν ενδείκνυται δημοσιονομικά αλλά και δεν θα ωφελήσει αυτούς που έχουν πραγματικά ανάγκη. «Προτεραιότητα της κυβέρνησης δεν θα πρέπει να είναι η … κίνηση των αυτοκινήτων αλλά η μείωση του κόστους ηλεκτρικού ρεύματος και της θέρμανσης για τα νοικοκυριά», επισημαίνει υψηλόβαθμο στέλεχος του ΓΚΠΒ, τονίζοντας παράλληλα την ανάγκη λήψης στοχευμένων και μη μόνιμων μέτρων οικονομικής στήριξης των πληττόμενων από τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία.

«Η επαναφορά της δημοσιονομικής ισορροπίας αποτελεί μείζονα προτεραιότητα. Συνεπώς, όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, οι όποιες επεκτατικές παρεμβάσεις πρέπει να είναι προσωρινές και να περιοριστούν αποκλειστικά στην απορρόφηση του αυξημένου ενεργειακού κόστους με στόχευση στις ευάλωτες ομάδες. Αντίθετα, θα πρέπει να αποφευχθούν οριζόντιες παρεμβάσεις καθώς και μόνιμα μέτρα δημοσιονομικής χαλάρωσης που δεν σχετίζονται με το ενεργειακό κόστος», τονίζουν οι συντάκτες της έκθεσης του Γ.Κ.Π.Β.. Επισημαίνουν δε ότι «ακόμα και αν αποφασιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο μια παράταση της γενικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και για το 2023 ή μια ενδεχόμενη εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, οι δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας μας είναι περιορισμένες».

Όπως αναφέρεται στην έκθεση, «από τα μέσα του προηγούμενου έτους η διεθνής οικονομία έχει εισέλθει σε φάση έντονων πληθωριστικών πιέσεων και ιδιαίτερα αυξημένης αβεβαιότητας και σε αυτές τις συνθήκες ήρθε να προστεθεί η εισβολή της Ρωσίας στην  Ουκρανία η οποία έχει δραματικές συνέπειες, όπως ανθρώπινες απώλειες και καταστροφές στις υποδομές και το παραγωγικό δυναμικό της Ουκρανίας»

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα όσα διευκρινίζουν οι ιθύνοντες του ΓΚΠΒ:

* Η αύξηση στις τιμές της ενέργειας, των τροφίμων και άλλων εμπορευμάτων θα ενισχύσει τις πληθωριστικές πιέσεις και θα επιβραδύνει τους ρυθμούς μεγέθυνσης και τα προβλήματα θα είναι εντονότερα στην Ευρώπη όπου το μαζικό προσφυγικό κύμα, η αναθεώρηση των αμυντικών στρατηγικών και η προσπάθεια περιορισμού της εξάρτησης από το φυσικό αέριο της Ρωσίας θα προκαλέσουν πρόσθετη επιβάρυνση στους κρατικούς προϋπολογισμούς.

* Αυτές οι έκτακτες συνθήκες δημιουργούν σημαντικές προκλήσεις για τη χώρα μας. Οι προβλέψεις του Γραφείου Προϋπολογισμού για την οικονομική μεγέθυνση του 2022 ήταν στο 3,58% πριν την έναρξη της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και περιορίζονται στο 2,75%, σύμφωνα με το ήπιο σενάριο προβλέψεων, και στο 2,21% στο δυσμενές σενάριο, ανάλογα με την έκταση των διαταραχών στις διεθνείς τιμές ενέργειας και τροφίμων καθώς και την επιδείνωση του κλίματος εμπιστοσύνης και την αναταραχή των χρηματοπιστωτικών αγορών.  

* Σύμφωνα εξάλλου με το ήπιο σενάριο, ο πληθωρισμός ενδέχεται να διαμορφωθεί στο 7,42% το 2022, ενώ  βάσει του δυσμενούς σεναρίου μπορεί να φθάσει ακόμη και στο 11,01%!

Ωστόσο, η τελική επίπτωση θα εξαρτηθεί από την διάρκεια του πολέμου, την έκβασή του και την αντίδραση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ανάγκη για προσωρινές και στοχευμένες παρεμβάσεις οικονομικής στήριξης

«Οι επιπτώσεις του πολέμου αναμένεται να οδηγήσουν σε έντονες δημοσιονομικές πιέσεις τόσο από την πλευρά των εσόδων (λόγω οικονομικής επιβράδυνσης) όσο και από την πλευρά των δαπανών (πίεση για κάλυψη ενεργειακού κόστους). Ωστόσο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι, ακόμα και αν αποφασιστεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο μια παράταση της γενικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και για το 2023 ή μια ενδεχόμενη εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες, οι δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας μας είναι περιορισμένες. Οι πρωτοφανείς επεκτατικές πολιτικές που ασκήθηκαν για την αντιμετώπιση της πανδημίας έχουν προκαλέσει μια σωρευτική δημοσιονομική επιδείνωση της τάξης των 30 δις ευρώ. Ο συνδυασμός μειωμένων φορολογικών εσόδων και αυξημένων δαπανών, παρότι αναγκαίος στις έκτακτες συνθήκες, δεν είναι βιώσιμος μεσοπρόθεσμα. Το ύψος του πρωτογενούς ελλείμματος της γενικής κυβέρνησης και του δημόσιου χρέους σε συνδυασμό με την απουσία επενδυτικής βαθμίδας καθιστούν τα ελληνικά κρατικά ομόλογα ιδιαίτερα ευάλωτα σε ενδεχόμενες διαταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές, παρά τη στήριξη από την ΕΚΤ.

Με βάση τα παραπάνω θεωρούμε ότι η επαναφορά της δημοσιονομικής ισορροπίας αποτελεί μείζονα προτεραιότητα. Συνεπώς, όσον αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, οι όποιες επεκτατικές παρεμβάσεις πρέπει να είναι προσωρινές και να περιοριστούν αποκλειστικά στην απορρόφηση του αυξημένου ενεργειακού κόστους με στόχευση στις ευάλωτες ομάδες. Αντίθετα, θα πρέπει να αποφευχθούν οριζόντιες παρεμβάσεις καθώς και μόνιμα μέτρα δημοσιονομικής χαλάρωσης που δεν σχετίζονται με το ενεργειακό κόστος. Κατανοούμε ότι η έντονη πολιτική πόλωση που επικρατεί δεν ενθαρρύνει τη δημοσιονομική υπευθυνότητα. Όμως η παράδοση της δημοσιονομικής πλειοδοσίας δεν καθιστά λιγότερο επιτακτική την ανάγκη προετοιμασίας απέναντι σε προκλήσεις με άγνωστη διάρκεια και έκβαση. Η δημοσιονομική ασφάλεια της χώρας απαιτεί μια ελάχιστη πολιτική συναίνεση πάνω στους κύριους άξονες στρατηγικής που θα ενισχύσει το κλίμα οικονομικής εμπιστοσύνης, θα βελτιώσει το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών, και κατ’ επέκταση θα καταστήσει περισσότερο διαχειρίσιμες τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία. Διαφορετικά, αν η χώρα μας οδηγηθεί σε νέα αύξηση του δημόσιου χρέους, κινδυνεύει να αντιμετωπίσει δυσάρεστες δημοσιονομικές καταστάσεις».

 Οι εξελίξεις το 2021

«Ο ρυθμός μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας το 2021 διαμορφώθηκε σε 8,3% από -9,0% το 2020 και το πραγματικό ΑΕΠ είναι οριακά μικρότερο από το επίπεδο του 2019 (181 δις ευρώ έναντι 183,6 δις ευρώ σε σταθερές τιμές 2015).

Το ποσοστό ανεργίας του Δεκεμβρίου 2021 (12,8%) είναι αισθητά μειωμένο σε σχέση με το προηγούμενο έτος (15,5%) ενώ το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (10,6 δις ευρώ) παραμένει σε ονομαστικούς όρους κοντά στο επίπεδο του 2020 αλλά σημαντικά υψηλότερο από το 2019 (2,7 δις ευρώ).

Ο πληθωρισμός με βάση των εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή συνεχίζει να αυξάνεται (6,3% τον Φεβρουάριο 2022) εξαιτίας των μεγάλων αυξήσεων στις τιμές της στέγασης (26,3%), των μεταφορών (8,8%) και των ειδών διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών (7,2%).

Τα ετήσια δημοσιονομικά στοιχεία του 2022 δείχνουν μια σημαντική βελτίωση του πρωτογενούς αποτελέσματος σε σχέση με το 2021, η οποία είναι της τάξης των 2,2 δις ευρώ. Με την επιφύλαξη πιθανών προσαρμογών από την πλευρά της ΕΛΣΤΑΤ, αναμένεται αισθητά μικρότερο πρωτογενές έλλειμμα από την εκτίμηση του προϋπολογισμού (12,8 δις ευρώ ή 7,3% του ΑΕΠ σε όρους ενισχυμένης εποπτείας) εξαιτίας και της επιπρόσθετης βελτίωσης από το υψηλότερο ΑΕΠ σε σχέση με την πρόβλεψη του προϋπολογισμού (177,6 δις). Οι αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων παρουσίασαν αυξητική τάση από τον Νοέμβριο του 2021, όπως στις περισσότερες ευρωπαϊκές  χώρες,  που όμως δείχνει να περιορίζεται από τον Φεβρουάριο 2022. Ωστόσο οι διαφορές αποδόσεων (spread) από άλλους ευρωπαϊκούς τίτλους διευρύνονται».

Προβλέψεις για το 2022

«Για το 2022 προβλέπεται ρυθμός μεγέθυνσης μεταξύ 2,21% (δυσμενές σενάριο) και 2,75% (ήπιο σενάριο). Οι προβλέψεις έχουν παραχθεί με τη χρήση του οικονομετρικού υποδείγματος NIGEM εισάγοντας μια σειρά διαταραχών στο βασικό σενάριο προβλέψεων που υπήρχε πριν από την έναρξη της Ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία (πρόβλεψη μεγέθυνσης 3,58%). Όσον αφορά τον πληθωρισμό, το σενάριο αναφοράς προέβλεπε 6,99% και αυξάνεται 7,43% στο ήπιο σενάριο και 11,01% στο δυσμενές σενάριο.

Οι επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθούν με ακρίβεια, ωστόσο μπορεί να εκληφθούν ως μια αρνητική διαταραχή από την πλευρά της προσφοράς η οποία αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση του πληθωρισμού και σε υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας. Η τελική όμως επίπτωση θα εξαρτηθεί από την διάρκεια της σύγκρουσης, την τελική έκβασή της και από την αντίδραση της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Σε κάθε περίπτωση, όπως διαφαίνεται, οι αρνητικές επιπτώσεις του πολέμου θα μεταδοθούν στην οικονομία μέσω αρκετών καναλιών, για παράδειγμα  μέσω της αύξησης του κόστους ενέργειας, του περιορισμού των εμπορικών ροών, της επιδείνωσης της εμπιστοσύνης καθώς και μέσω αναταραχών στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές.

Προκειμένου να εξεταστούν οι πιθανές οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου ελήφθησαν υπόψιν στο υπόδειγμα των προβλέψεων οι ακόλουθες διαταραχές:

1) Αύξηση του ασφάλιστρου κινδύνου για τα ιδιωτικά επιτόκια, η οποία αντιπροσωπεύει την αύξηση της αβεβαιότητας και την χειροτέρευση του κλίματος εμπιστοσύνης.

2) Αύξηση των προσφυγικών ροών.

3) Αύξηση της δημόσιας κατανάλωσης στις ευρωπαϊκές χώρες  ώστε να ανταποκριθούν στις προσφυγικές ροές από την Ουκρανία, να λάβουν μέτρα ενίσχυσης της άμυνάς τους και να στηρίξουν τις οικονομίες τους.

4) Υποχώρηση των εμπορικών ροών μεταξύ των χωρών της Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της  Ρωσίας  και της Ουκρανίας.

5) Υποτίμηση στο ρούβλι.

6) Άνοδος στις διεθνείς τιμές των τροφίμων.

7) Άνοδος στις διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου.

8) Άνοδος της τιμής του αργού πετρελαίου,

9) Αύξηση του επιτοκίου των ελληνικών κρατικών ομολόγων (ως απόρροια της αυξημένης αποστροφής κινδύνου από τους διεθνείς επενδυτές για επενδύσεις σε χώρες με υψηλό δημόσιο χρέος ως προς ΑΕΠ).

Στο σύνολο των εννέα διαταραχών που εισήχθησαν στα δύο σενάρια των προβλέψεων, οι πέντε πρώτες είναι κοινές και στα δύο σενάρια ενώ οι υπόλοιπες τέσσερις, που θεωρούνται κρισιμότερες, διαφοροποιούνται μεταξύ του ήπιου και του δυσμενούς σεναρίου και καταλήγουν σε διαφορετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης και πληθωρισμού. Εξάλλου, οι οκτώ πρώτες διαταραχές επηρεάζουν συνολικά την παγκόσμια ή την ευρωπαϊκή οικονομία, ενώ η τελευταία αφορά μόνο την Ελλάδα.

Οι ανωτέρω προβλέψεις βασίζονται στην υπόθεση ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα κρατήσει αμετάβλητα τα επιτόκια, ενώ παράλληλα θεωρείται δεδομένο ότι δεν θα υλοποιηθεί κάποια σημαντική εγχώρια δημοσιονομική επέκταση (πέρα και πάνω από την κοινή ευρωπαϊκή αντίδραση που έχει ήδη συμπεριληφθεί).

Προφανώς, μια πιο περιοριστική νομισματική πολιτική θα οδηγούσε σε χαμηλότερο πληθωρισμό και χαμηλότερη ανάπτυξη, ενώ μια πιο επεκτατική δημοσιονομική πολιτική θα ενίσχυε το ρυθμό ανάπτυξης αλλά θα επιβάρυνε περισσότερο το δημόσιο χρέος. Επιπλέον, επισημαίνεται ότι δεν έχουν εξετασθεί ακραία σενάρια όπως διακοπές λειτουργίας παραγωγικών μονάδων ή ελλείψεις στις αγορές εμπορευμάτων καθώς οι οικονομικές τους επιπτώσεις δεν μπορούν να υπολογιστούν. Με βάση τα παραπάνω αλλά και τον εξαιρετικά υψηλό βαθμό αβεβαιότητας αναφορικά με τη διάρκεια και την έκβαση του πολέμου, οι προβλέψεις θα πρέπει να θεωρούνται ενδεικτικές».

 

Βασικές υποθέσεις για τις διαταραχές εξαιτίας του πολένου, σενάρια και προβλέψεις

Οικονομικές μεταβλητές Σενάρια διαταραχών Σενάριο αναφοράς (πριν τον πόλεμο)
Ιδιωτικά επιτόκια Αύξηση κινδύνου ιδιωτικού δανεισμού που προκαλεί αύξηση επιτοκίων (Private Investment Premium) κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες σε Δυτική Ευρώπη, κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες σε Ανατολική Ευρώπη και κατά 4 ποσοστιαίες μονάδες στη Ρωσία.
Προσφυγικό κύμα Μετανάστευση 4 εκατομμυρίων πολιτών από την Ουκρανία σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες (1 εκατ. στην Πολωνία, 1 εκατ. στη Γερμανία και τα υπόλοιπα 2 εκατ. θα κατανεμηθούν αναλογικά με την κατανομή των προσφύγων από Συρία).
Δημόσιες δαπάνες Αύξηση της Δημόσιας Κατανάλωσης (προσφυγικές και αμυντικές δαπάνες) κατά 0,5% του ΑΕΠ στις Ευρωπαϊκές χώρες που δεν συνορεύουν με την Ουκρανία και 1% σε εκείνες που συνορεύουν με την Ουκρανία.
Εμπόριο Μείωση καθαρού εμπορίου της Δυτικής Ευρώπης με την Ανατολική Ευρώπη και τη Ρωσία κατά 30%.
Υποτίμηση Υποτίμηση 10% στο ρούβλι έναντι του δολαρίου.
Ήπιο σενάριο Δυσμενές σενάριο
Τιμή πετρελαίου Αύξηση της μέσης διεθνούς τιμής αργού πετρελαίου (βαρέλι) κατά 50 δολάρια  
Τιμή τροφίμων Αύξηση της μέσης διεθνούς τιμής τροφίμων (Food price index, IMF) κατά 25% Αύξηση της μέσης διεθνούς τιμής τροφίμων (Food price index, IMF) κατά 50%
Τιμή φυσικού αερίου Αύξηση της μέσης διεθνούς τιμής φυσικού αερίου (ισοδύναμο βαρελιού πετρελαίου) κατά 50 δολάρια Αύξηση της μέσης διεθνούς τιμής φυσικού αερίου (ισοδύναμο βαρελιού πετρελαίου) κατά 100 δολάρια
Ελληνικά επιτόκια Επιπλέον αύξηση κινδύνου δημόσιου δανεισμού με αύξηση επιτοκίου ελληνικών κρατικών ομολόγων κατά 1 ποσοστιαία μονάδα Επιπλέον αύξηση κινδύνου δημόσιου δανεισμού με αύξηση επιτοκίου ελληνικών κρατικών ομολόγων κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες
Ρυθμός μεγέθυνσης 2,75 2,21 3,58
Πληθωρισμός (εναρμονισμένος δείκτης) 7,43 11,01 6,99
Πηγή: Υπόδειγμα NIGEM (National Institute Global Econometric Model) και σενάρια Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή

 

 

Δημοσιονομικά στοιχεία Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου 2021

 

«Το Ενοποιημένο Πρωτογενές Αποτέλεσμα Γενικής Κυβέρνησης με προσαρμογές το δωδεκάμηνο Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου του 2021 καταγράφει πρωτογενές έλλειμμα 11.322 εκατ. ευρώ που ισοδυναμεί με βελτίωση 2.260 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του προηγούμενου έτους.

Ο Κρατικός Προϋπολογισμός παρουσιάζει ταμειακό πρωτογενές έλλειμμα 10.327 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 7.868 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2020. Στην πλευρά των εσόδων, εμφανίζονται αυξημένα τα μη φορολογικά και μη τακτικά έσοδα κατά 2.991 εκατ. ευρώ, κυρίως λόγω της προκαταβολής του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ύψους 2.310 εκατ. ευρώ, τα φορολογικά έσοδα κατά 4.928 εκατ. ευρώ, ενώ τα έσοδα του ΠΔΕ εμφανίζονται μειωμένα κατά 973 εκατ. ευρώ.

Στην πλευρά των δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού παρατηρείται μείωση κατά 420 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2020, η οποία αποδίδεται στην μείωση των δαπανών του ΠΔΕ και Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας κατά 1.646 εκατ. ευρώ, ενώ οι πρωτογενείς δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού αυξήθηκαν κατά 1.127 εκατ. ευρώ και οι δαπάνες για τόκους κατά 100 εκατ. ευρώ.

Τα Νομικά Πρόσωπα εμφανίζουν μειωμένα έσοδα κατά 3.450 εκατ. ευρώ και αυξημένες δαπάνες κατά 139 εκατ. ευρώ, καταλήγοντας σε ένα ταμειακό πρωτογενές πλεόνασμα 2.366 εκατ. ευρώ, μειωμένο κατά 3.631 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2020. Η μείωση των εσόδων των Νομικών Προσώπων οφείλεται κυρίως στην μείωση των μεταβιβάσεων (κυρίως από τον Κρατικό Προϋπολογισμό) κατά 3.935 εκατ. ευρώ. Η αύξηση των δαπανών των Νομικών Προσώπων οφείλεται κυρίως στην αύξηση των δαπανών για αγορά αγαθών και υπηρεσιών κατά 531 εκατ. ευρώ.

Οι  Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) καταγράφουν αυξημένα έσοδα κατά 410 εκατ. ευρώ και αυξημένες δαπάνες κατά 728 εκατ. ευρώ, με συνέπεια το πρωτογενές τους  έλλειμμα (238 εκατ. ευρώ) να είναι μειωμένο κατά 329 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2020. Η αύξηση των εσόδων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης οφείλεται κυρίως στην αύξηση των μεταβιβάσεων (κυρίως από τον Κρατικό Προϋπολογισμό) κατά 345 εκατ. ευρώ. Η αύξηση των δαπανών των ΟΤΑ οφείλεται κυρίως σε αυξημένες αγορές μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων κατά 365 εκατ. ευρώ (το τελευταίο δεν φαίνεται στη συνοπτική ταξινόμηση του πίνακα που ακολουθεί).

Οι Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟΚΑ) καταγράφουν αυξημένα έσοδα κατά 464 εκατ. ευρώ και αυξημένες δαπάνες κατά 296 εκατ. ευρώ, με συνέπεια την αύξηση του πρωτογενούς αποτελέσματος τους (πρωτογενές πλεόνασμα 1.017 εκατ. ευρώ) κατά 169 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2020. Η αύξηση των εσόδων των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης οφείλεται κυρίως στην αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών (το τελευταίο δεν φαίνεται στη συνοπτική ταξινόμηση του πίνακα που ακολουθεί) κατά 440 εκατ. ευρώ. Η αύξηση των δαπανών των ΟΚΑ οφείλεται κυρίως σε αυξημένες δαπάνες για κοινωνικές παροχές κατά 1.243 εκατ. ευρώ.

Τέλος, η μικρότερη μείωση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της Γενικής Κυβέρνησης κατά 11 εκατ. ευρώ το δωδεκάμηνο του 2021 έναντι μεγαλύτερης μείωσης κατά 127 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2020 είχε μικρότερη θετική επίπτωση στο πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης».

 

Εκτέλεση Προϋπολογισμού Γενικής Κυβέρνησης Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου, σε εκατ. ευρώ

2020 2021 Διαφορά
Κρατικός Προϋπολογισμός
Καθαρά Έσοδα Κρατικού Προϋπολογισμού 47.364 54.878 7.514
Φορολογικά Έσοδα 43.198 48.126 4.928
Μη Φορολογικά και μη Τακτικά Έσοδα 4.296 7.287 2.991
Επιστροφές φόρων 5.672 5.103 -569
Έσοδα ΠΔΕ 5.542 4.569 -973
Δαπάνες Κρατικού Προϋπολογισμού 70.169 69.750 -420
Πρωτογενείς δαπάνες τακτικού 54.749 55.876 1.127
Τόκοι 4.774 4.873 100
Δαπάνες ΠΔΕ και Ταμείου Ανάκαμψης & Ανθεκτικότητας 10.647 9.001 -1.646
Πρωτογενές αποτέλεσμα Κρατικού Προϋπολογισμού -18.195 -10.327 7.868
Νομικά Πρόσωπα εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού
Έσοδα 17.863 14.412 -3.450
εκ των οποίων μεταβιβάσεις 13.123 9.188 -3.935
Δαπάνες 12.111 12.249 139
εκ των οποίων τόκοι 245 203 -42
Πρωτογενές Αποτέλεσμα Νομικών προσώπων 5.997 2.366 -3.631
Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ)
Έσοδα 6.659 7.069 410
εκ των οποίων μεταβιβάσεις 4.350 4.695 345
Δαπάνες 6.607 7.335 728
εκ των οποίων τόκοι 39 28 -11
Πρωτογενές Αποτέλεσμα ΟΤΑ 91 -238 -329
Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟKA)
Έσοδα 43.401 43.865 464
εκ των οποίων μεταβιβάσεις 20.925 21.017 91
Δαπάνες
Αφήστε μια απάντηση

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More