Γυναικεία Επιχειρηματικότητα: Τάσεις, δυσκολίες, προοπτικές
Γράφει η Λάουρα Αλιπράντη
Η γυναικεία επιχειρηματικότητα αυξάνεται αργά αλλά σταθερά, καθώς οι γυναίκες σταδιακά ξεπερνούν τα εμπόδια και θέτουν νέα πρότυπα.
Αν και η έννοια της επιχειρηματικής δραστηριότητας δεν διαφέρει σημαντικά ανάμεσα σε διαφορετικές χώρες και περιοχές του πλανήτη, η υπεροχή των αντρών στον τομέα αυτό συνιστά ένα σταθερό χαρακτηριστικό διεθνώς. Οι «αυτοαπασχολούμενοι-ες» είναι είτε μεμονωμένοι/solo αυτοαπασχολούμενοι-ες είτε εργοδότες-τριες που απασχολούν δηλαδή και άλλους υπαλλήλους. Υπάρχει όμως και μια ακόμη κατηγορία οι «εξαρτημένοι-ες αυτοαπασχολούμενοι-ες», δηλαδή εργαζόμενοι-ες με συμβάσεις έργου σε επιχειρήσεις, τα λεγόμενα μπλοκάκια. Όπως βλέπουμε, τα όρια ανάμεσα σε αυτοαπασχολούμενους και μισθωτούς γίνονται ολοένα και πιο δυσδιάκριτα.
Ωστόσο η έναρξη και η ανάπτυξη μιας επιχειρηματικής δραστηριότητας αποτελεί ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα για τις γυναίκες. Αποτελεί μια μακρά πορεία κατά την οποία οι προσωπικές επιθυμίες και προσδοκίες των γυναικών αλληλοδιαπλέκονται και συγκρούονται με τις κοινωνικές υποχρεώσεις, με τα κοινωνικά στερεότυπα, με τις δυσκολίες εξεύρεσης χρηματοδότησης και με τους πολλαπλούς ρόλους των γυναικών.
Στην Ευρώπη των 27 τα ποσοστά της γυναικείας επιχειρηματικότητας εμφανίζουν παρόμοιες τάσεις, όπως και στον υπόλοιπο αναπτυγμένο κόσμο, οι γυναίκες, δηλαδή, υπολείπονται από αυτά των αντρών.
Χαρακτηριστικό είναι ότι η Ελλάδα εμφανίζει πολύ υψηλά ποσοστά αυτοαπασχόλησης και εργοδοτών (τα υψηλότερα ποσοστά στην Ευρώπη), λόγω των ιδιαιτεροτήτων που επικρατούν στην αγορά εργασίας και της οικονομικής ρευστότητας μέχρι πρόσφατα στη χώρα μας.
Σχεδόν ένα στα τρία άτομα που απασχολούνται στην Ελλάδα είναι αυτοαπασχολούμενοι. Αντιστοιχεί στο 29,7% της συνολικής απασχόλησης για τους άντρες και στο 17,2% για τις γυναίκες.
Η ηλικία και το επίπεδο εκπαίδευσης αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες που επηρεάζουν την απόφαση των γυναικών να γίνουν επιχειρηματίες. Οι γυναίκες επιχειρηματίες, κατά μέσο όρο, ανήκουν στη μέση ηλικιακή κατηγορία 34-45 χρόνων, είναι μορφωμένες και όπως υποστηρίζεται έχουν καλύτερες επιδόσεις στον επιχειρηματικό προγραμματισμό, στο μάρκετινγκ, στις δημόσιες σχέσεις, ενώ οι άντρες επιχειρηματίες έχουν καλύτερες επιδόσεις στην ευελιξία, στην προσαρμοστικότητα, στις αλλαγές και στην ποιότητα πρόσβασης στην πληροφόρηση.
Στη χώρα μας η γυναικεία επιχειρηματικότητα στρέφεται στην πλειονότητά της στους κλάδους των υπηρεσιών και του εμπορίου. Ακολουθούν η βιομηχανία και ο τουρισμός ενώ, συναντάμε πολύ λίγες γυναίκες συγκριτικά με τους άντρες στον τομέα της επικοινωνίας, της πληροφορικής και των νέων τεχνολογιών.
Ένα σημαντικό πρόβλημα για τις γυναίκες αυτοαπασχολούμενες είναι το θέμα της χρηματοδότησης και της εξεύρεσης οικονομικών πόρων. Συνήθως οι γυναίκες αρχίζουν με μικρότερα κεφάλαια και αναζητούν χαμηλότερα δάνεια και γενικά τείνουν να έχουν λιγότερα δάνεια. Παρατηρείται δηλαδή μια διστακτικότητα εκ μέρους τους για δανεισμό. Εξάλλου, η αντίληψη ότι οι γυναίκες υστερούν στις επιχειρηματικές δεξιότητες έναντι των αντρών τις κάνει να νιώθουν σε μεγαλύτερο βαθμό τον φόβο της αποτυχίας και γενικά να έχουν άγχος και να είναι πιο διστακτικές στην ανάπτυξη της επιχειρηματικής τους δράσης .
Τέλος, η διαχείριση του χρόνου εργασίας και της ιδιωτικής/οικογενειακής τους ζωής αποτελεί σημαντικό πρόβλημα για τις γυναίκες-επιχειρηματίες. Όπως είναι γνωστό, δεν έχουν σταθερές ώρες εργασίας ούτε σταθερές εργασιακές σχέσεις με αποτέλεσμα οι δύο αυτές σφαίρες συχνά να συγκρούονται.
Η γυναικεία επιχειρηματικότητα αυξάνεται αργά αλλά σταθερά, καθώς οι γυναίκες σταδιακά ξεπερνούν τα εμπόδια και θέτουν νέα πρότυπα. Η πορεία προς την επιχειρηματική ανάπτυξη είναι πολύπλευρη, απαιτώντας ένα μείγμα καινοτομίας, στρατηγικής δικτύωσης και οικονομικής σοφίας ώστε να ανταποκρίνεται στις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις της αγοράς!
*Δρ. Κοινωνιολογίας