Η Ελλάδα καταδικάστηκε στο Ευρωδικαστήριο για τις «ματωμένες» φράουλες της Μανωλάδας
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταδίκασε σήμερα την Ελλάδα με αφορμή τις «ματωμένες» φράουλες της Νέας Μανωλάδας.
Πρόκειται για τα αιματηρά γεγονότα του 2013, όταν επιστάτες τοπικού μεγαλοϊδιοκτήτη γης, έστρεψαν τα κυνηγετικά τους όπλα και πυροβόλησαν μετανάστες από το Μπαγκλαντές που είχαν συγκεντρωθεί, προκειμένου να διαμαρτυρηθούν για τις συνθήκες εργασίας τους και να ζητήσουν τα δεδουλευμένα τους, που δεν καταβάλλονταν επί 6 μήνες. Οι εργάτες έτρεχαν πανικόβλητοι και δέχονταν τα σκάγια στις πλάτες τους και στο σώμα. Πάνω από 30 εξ αυτών είχαν οδηγηθεί, τραυματισμένοι, σε νοσοκομεία της περιοχής, πολλοί εκ των οποίων σε κρίσιμη κατάσταση.
Στο Ανώτατο Δικαστήριο είχαν προσφύγει 42 μετανάστες, οι οποίοι είχαν εργαστεί από τον Οκτώβριο του 2012 μέχρι τον Φλεβάρη του 2013 στα συγκεκριμένα φραουλοχώραφα της Ηλείας.
Η καταδικαστική απόφαση του δικαστηρίου επιβάλλει στην Ελλάδα να καταβάλει σε κάθε έναν από τους 42 αιτούντες, οι οποίοι είχαν συμμετάσχει στην αρχική τότε δίκη στο Μεικτό Ορκωτό Κακουργιοδικείο Πατρών, 16.000 ευρώ και για καθένα από τους άλλους αιτούντες, 12.000 ευρώ για το σύνολο της ζημίας που υπέστησαν, καθώς και 4.363,64 ευρώ σε όλους τους αιτούντες για τα έξοδα και τις δαπάνες της δίκης.
Πιο συγκεκριμένα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων έκρινε ότι η Ελλάδα παραβίασε το άρθρο 4, παράγραφος 2 της Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, λόγω της αποτυχίας του κράτους να εκπληρώσει τις θετικές υποχρεώσεις του, οι οποίες απορρέουν από τη διάταξη αυτή και αφορούν την πρόληψη της εμπορίας ανθρώπων, την προστασία των θυμάτων, τη διεξαγωγή αποτελεσματικής έρευνας σχετικά με τα αδικήματα κατά της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας και να τιμωρήσει τους υπεύθυνους για τη διακίνηση και την εκμετάλλευση ανθρώπων.
Σύμφωνα με το Δικαστήριο, οι προσφεύγοντες δεν είχαν άδεια εργασίας όταν προσλήφθηκαν μεταξύ του Οκτωβρίου του 2012 και του Φεβρουαρίου του 2013, με σκοπό να μαζέψουν φράουλες σε ένα αγρόκτημα στη Νέα Μανωλάδα. Τους είχαν υποσχεθεί μισθό των 22 ευρώ για επτά ώρες, και τρία ευρώ για κάθε ώρα υπερωρίας, ωστόσο δούλευαν καθημερινά από τις 7 το πρωί έως τις 7 το βράδυ, υπό την επίβλεψη ένοπλων φρουρών, με τους εργοδότες τους να τους λένε ότι θα λάβουν μισθό μόνο αν συνέχιζαν να εργάζονται κάτω από αυτές τις συνθήκες. Μάλιστα, οι αιτούντες ζούσαν σε πρόχειρα παραπήγματα, χωρίς τουαλέτες ή τρεχούμενο νερό.
Τον Φεβρουάριο, τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 2013, οι εργαζόμενοι κατέβηκαν σε απεργία ζητώντας την καταβολή των απλήρωτων μισθών τους, αλλά χωρίς επιτυχία. Στις 17 Απριλίου 2013, οι εργοδότες τους προσέλαβαν άλλους μετανάστες εργάτες γης. Φοβούμενοι ότι δεν θα πληρωθούν, 100 έως 150 εργαζόμενοι από την ομάδα των απεργών κανόνισαν συνάντηση, προκειμένου να απαιτήσουν τους μισθούς τους. Όταν συγκεντρώθηκαν, απαιτώντας τα δεδουλευμένα τους, άνοιξαν πυρ οι οπλοφόροι επιστάτες του τοπικού γαιοκτήμονα.
Αξίζει να υπενθυμιστεί ότι το Μεικτό Ορκωτό Εφετείο Πατρών είχε αθωώσει, ομόφωνα, τον επιχειρηματία (ιδιοκτήτη της έκτασης) καθώς και έναν ακόμη κατηγορούμενο.
Αντίθετα, είχε κρίνει ενόχους τους άλλους δύο κατηγορούμενους για το αδίκημα της πρόκλησης επικίνδυνων σωματικών βλαβών τον έναν και για απλή συνέργεια σε πρόκληση επικίνδυνων σωματικών βλαβών τον δεύτερο.
Οι ποινές που είχαν επιβληθεί ήταν καθείρξεις δεκατεσσάρων και επτά ετών, αντίστοιχα, στους δύο κατηγορουμένους.
Στις 30 Οκτωβρίου 2014 ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου «επισφράγισε» την απόφαση του Εφετείου αφήνοντας σε ισχύ την αθώωση των δύο κατηγορουμένων, οι οποίοι δεν ξαναδικάστηκαν. Κατόπιν, τα θύματα της επίθεσης προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.