IIF: Σε επίπεδα ρεκόρ το παγκόσμιο χρέος
Τα επίπεδα του παγκόσμιου χρέους έχουν ανέλθει στο επίπεδο ρεκόρ των 217 τρισεκ. δολαρίων, εξαιτίας δανείων ύψους 3 τρισεκ. δολαρίων στον αναπτυσσόμενο κόσμο, όπως ανέφερε το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF), προειδοποιώντας για κινδύνους στις αναδυόμενες αγορές από τις βραχυπρόθεσμες αποπληρωμές χρέους.
Το IIF, ένας από τους πιο αξιόπιστους φορείς σε ό,τι αφορά την παροχή στοιχείων για τις ροές κεφαλαίων, ανέφερε αργά χθες ότι το παγκόσμιο χρέος ανήλθε στο 327% του παγκόσμιου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) το πρώτο τρίμηνο του 2017 και η αύξηση αυτή οφείλεται κυρίως στο δανεισμό των αναδυόμενων αγορών.
Με τις ανεπτυγμένες οικονομίες να συνεχίζουν την απομόχλευση, μειώνοντας το συνολικό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος κατά 2 τρισεκ. δολάρια και πλέον το περασμένο έτος, η έκθεση αναφέρει ότι το συνολικό χρέος στις ανεπτυγμένες χώρες έχει αυξηθεί κατά 3 τρισεκ. δολάρια στα 56 τρισεκ. δολάρια.
Αυτό ανέρχεται στο 218% του συνολικού τους ΑΕΠ, πέντε ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από το πρώτο τρίμηνο του 2016.
Στην Κίνα αντιστοιχούν 2 τρισεκ. δολάρια από αυτή την αύξηση, με το χρέος της να ανέρχεται πλέον στα 33 τρισεκ. δολάρια, κυρίως λόγω των νοικοκυριών αλλά επίσης και του δανεισμού των επιχειρήσεων, σύμφωνα με το IIF.
“Το αυξανόμενο χρέος ίσως δημιουργήσει αντιξοότητες για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και εν τέλει να θέσει κινδύνους για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα”, ανέφερε η έκθεση.
“Σε κάποιες περιπτώσεις, αυτή η απότομη αύξηση έχει ήδη αρχίζει να αποτελεί αρνητικό παράγοντα για το πιστοληπτικό προφίλ κάποιων κρατών, συμπεριλαμβανομένων χωρών όπως η Κίνα και ο Καναδάς”.
Σύμφωνα με την έκθεση του IIF, οι αναδυόμενες αγορές έχουν πάνω από 1,9 τρισεκ. δολάρια ομολόγων και δανείων που λήγουν έως τα τέλη του 2018, και 15% εξ αυτών έχουν νόμισμα αναφοράς το δολάριο. Τις μεγαλύτερες αποπληρωμές χρέους έχουν η Κίνα, η Ρωσία, η Κορέα και η Τουρκία.
Το χρέος των αναδυόμενων αγορών σε σκληρά νομίσματα αυξήθηκε κατά 200 δισεκ. δολάρια τον περασμένο χρόνο – αυξανόμενο με τον ταχύτερο ρυθμό από το 2014 – και το 70% αυτού ήταν σε δολάρια, σύμφωνα με την έκθεση.