Ιωάννα Πιπερίγκου: «Η Τέχνη πρέπει να σε βγάζει από τη θέση σου»
Συνέντευξη στη Φιλίππα Ταμπάρη
Η σημερινή μας καλεσμένη είναι μία γυναίκα πολυταξιδεμένη, μια πραγματική πολίτης του κόσμου. Γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά μεγάλωσε στη Μόσχα, στο Δουβλίνο και στη Βιέννη. Με γονείς διπλωμάτες, έμαθε από μικρή την τέχνη της έμφυτης ευγένειας, που θα πρέπει να διαθέτει ένας διπλωμάτης. Σπούδασε Ιστορία της Τέχνης στο Παρίσι και έχει εξειδικευτεί στη Βυζαντινή Τέχνη στο Λονδίνο. Τα τελευταία χρόνια έχει αναλάβει τη διεύθυνση του Μουσείου Αλέκος Φασιανός.
Η Ιωάννα Πιπερίγκου είναι μια νέα γυναίκα, με αγάπη για αυτό που κάνει και βαθιά γνώση σε ό,τι αφορά την τέχνη. Μιλήσαμε για διάφορα θέματα που αφορούν το Μουσείο Αλέκος Φασιανός, έναν χώρο που από τη στιγμή που θα τον επισκεφθείς, θα αισθανθείς τη ζεστασιά που αποπνέει αλλά και την αγάπη του μεγάλου δημιουργού και καλλιτέχνη για τη σπουδαία παρακαταθήκη που άφησε.
Ιωάννα μου, σε καλωσορίζω στην One Voice και χαίρομαι πολύ για τη συζήτηση που θα κάνουμε σήμερα. Όπως σου είπα χαρακτηριστικά όταν πρωτομιλήσαμε, είσαι πολίτης του κόσμου. Ζούσες για πολλά χρόνια στο εξωτερικό, σπούδασες Ιστορία της Τέχνης εκτός Ελλάδας… Μίλησέ μου για την πορεία σου.
Φιλίππα, σε ευχαριστώ για την πρόσκληση. Γεννήθηκα στην Αθήνα, αλλά μεγάλωσα πράγματι στο εξωτερικό. Οι γονείς μου είναι διπλωμάτες και έτσι μεγάλωσα στη Μόσχα, στη Βιέννη και στο Δουβλίνο. Σπούδασα Ιστορία της Τέχνης στο Παρίσι και εξειδικεύτηκα στη Βυζαντινή Τέχνη στο Λονδίνο, στο Courtauld Institute of art.
Πώς ήταν η ζωή σου στο εξωτερικό, σε συνδυασμό και με τη δουλειά σου;
Είναι κομμάτι της ζωής μου, οι συνεχείς αλλαγές περιβάλλοντος μου δίδαξαν πολλά και έπλασαν τον χαρακτήρα μου. Όταν ζεις σε μια ξένη πόλη, πρέπει να προσαρμοστείς γρήγορα, να κάνεις φίλους, να μάθεις τη γλώσσα, τα ήθη, τα έθιμά τους και να γίνεις ένα με τους ντόπιους. Μόνο έτσι μπορείς να εξελιχθείς, να την αγαπήσεις και να καταλάβεις τους κατοίκους της.
Οι χώρες που έζησα, μου έμαθαν όλες από κάτι που το «κουβαλάω» μαζί μου. Η Μόσχα με έμαθε να αγαπώ τη φύση, η Βιέννη τη μουσική και το Δουβλίνο να αγκαλιάσω την απλότητα της ζωής. Στο Παρίσι και στο Λονδίνο έμαθα να είμαι ανεξάρτητη και να παλεύω για τους στόχους μου.
Εργάστηκα στον χώρο της σύγχρονης τέχνης σε διάφορες γκαλερί στο Λονδίνο. Ξεκίνησα τη σταδιοδρομία μου στη γκαλερί Thaddaeus Ropac στο Παρίσι, μετέπειτα στο Λονδίνο στις γκαλερί Dominique Levy και στη Simon Lee Gallery.
Ήρθες στην Ελλάδα το 2019 και όπως μου είπες, στον τομέα σου οι συνθήκες εδώ ήταν δύσκολες, οι γκαλερί ελάχιστες έως ανύπαρκτες. Πώς τα βίωσες όλα αυτά;
Το 2019 αποφάσισα να επιστρέψω στην Ελλάδα από το Λονδίνο. Πάντα στη σκέψη μου είχα την Ελλάδα. Εργάστηκα στο Κυκλαδικό Μουσείο, στο τμήμα του σύγχρονου προγράμματος του μουσείου. Η αλήθεια είναι πως όταν γύρισα, θεωρούσα ότι δεν υπάρχουν πολλές ευκαιρίες καθώς οι γκαλερί ήταν λίγες και είχα κτίσει τη πορεία μου στον τομέα αυτόν. Όμως από το 2019, η Αθήνα έχει εξελιχθεί πολύ, τα τελευταία χρόνια έχουν ανοίξει χώροι τέχνης από Έλληνες αλλά και ξένες γκαλερί. Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα και ανθηρή περίοδος για την Αθήνα και η τέχνη έχει έρθει πολύ πιο κοντά στο αθηναϊκό κοινό.
Έχεις δουλέψει και στο Ίδρυμα Θεοχαράκη, από ότι γνωρίζω…
Στο Ίδρυμα Θεοχαράκη εργάστηκα το 2014, δίπλα στον επιμελητή Τάκη Μαυρωτά και τον διευθυντή του Ιδρύματος Φώτη Παπαθανασίου, στο πλαίσιο της έκθεσης Πάμπλο Πικάσο και Ζαν Κοκτό. Συνεργάστηκα στενά και με τον συλλέκτη Ιωάννη Κονταξόπουλο. Ήταν μεγάλο σχολείο, καθώς μου δόθηκε η ευκαιρία να μάθω περισσότερα για τον χώρο μου και τη δουλειά από πολύ καταξιωμένους ανθρώπους, αλλά ήταν και ένα «πάτημα» για τη μετέπειτα πορεία μου.
Πότε έγινε η πρώτη σου συνάντηση με τη Βικτώρια Φασιανού (κόρη τού Αλέκου Φασιανού) και πώς ήρθε η μετέπειτα πορεία σου στο Μουσείο Αλέκος Φασιανός, ως διευθύντρια;
Με τη Βικτώρια Φασιανού γνωριστήκαμε το 2019 στο Κυκλαδικό Μουσείο όπου εργαζόμασταν μαζί. Μας ένωσε μια αμοιβαία συμπάθεια και όρεξη για δουλειά και έτσι, το 2021, ξεκίνησα το ταξίδι στον υπέροχο κόσμο του Αλέκου Φασιανού. Πριν από 4 χρόνια, ξεκίνησε ως ένα πρότζεκτ αρχειοθέτησης και οργάνωσης του αρχείου του και προβολής του έργου του στο εξωτερικό κάνοντας ταξίδια και διοργανώσαμε τις πρώτες εκθέσεις του καλλιτέχνη ως Estate. Πλέον, έχει γίνει ένας οργανισμός, σταδιακά άνοιξε το Μουσείο Αλέκος Φασιανός στην Αθήνα, το ατελιέ του στη Κέα, με δράσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα για μικρούς και μεγάλους, ομιλίες και παράλληλα δουλεύουμε όλη την προβολή του έργου του και εκτός των τειχών του μουσείου.
Τι σημαίνει για εσένα, Ιωάννα, να έχεις την ευθύνη ενός τόσο σημαντικού χώρου που φέρει το όνομα ενός σπουδαίου καλλιτέχνη και φέρνει το κοινό σε επαφή με τη διαχρονική παρακαταθήκη του;
Όταν ξεκίνησα να δουλεύω με τη Βικτώρια, δεν γνώριζα πολλά για το έργο του καλλιτέχνη. Ο Φασιανός, όμως, είναι ένας καλλιτέχνης που σε συνεπαίρνει, άφησε μεγάλο έργο πίσω του, αλλά ήξερε και πολύ καλά πώς να το επικοινωνήσει στο κοινό. Ο Φασιανός, εκτός από ζωγράφος, ήταν συγγραφέας, ασχολήθηκε με την ποίηση, το θέατρο, την αρχιτεκτονική και το design. Η σκέψη του ξεπερνά τη ζωγραφική του δημιουργία και εξαπλώνεται στα γραπτά του, στην αγάπη του για την ύλη, στον τρόπο που αντιμετώπιζε τη ζωή και την καθημερινότητα, με μια απλότητα και ένα μεγαλείο που σε κάνει να αγαπάς και να κατανοείς καλύτερα και την Ελλάδα.
Η μεγαλύτερη ευθύνη για εμένα προσωπικά είναι να υπηρετήσω το έργο του με σεβασμό, αλλά και με μια φρεσκάδα που είναι επίκαιρη στην εποχή μας. Το έργο του είναι πάντα επίκαιρο αλλά και η δουλειά μας στο Μουσείο, είναι να αναδεικνύουμε τις πτυχές του έργου του με έναν τρόπο που μιλάει στον σημερινό επισκέπτη και θεατή.
Θεωρείς πως ήταν πρόκληση για εσένα αυτή η θέση;
Η πρόκληση είναι ταυτόσημη με τη δημιουργία και επειδή είμαστε σε μια πολύ δημιουργική φάση στο Μουσείο Αλέκος Φασιανός, θα έλεγα ότι, περισσότερο από πρόκληση είναι… πρόσκληση!
Έξι χρόνια από τότε που γύρισες στην Ελλάδα, πώς βλέπεις τα πράγματα στον τομέα της τέχνης; Έχουν γίνει βήματα προόδου;
Ναι, φυσικά. Η τέχνη έχει έρθει πολύ πιο κοντά με το κοινό τα τελευταία χρόνια, υπάρχουν οργανισμοί που κάνουν πολύ σοβαρή δουλειά στην Ελλάδα πάνω σε αυτό, και υπάρχει, θεωρώ, και μια αλλαγή των αντιλήψεων.
Πιστεύω ότι, τα τελευταία χρόνια, έχει αναπτυχθεί μια μεγαλύτερη ανάγκη να γνωρίσουμε και να αγκαλιάσουμε την κληρονομιά μας και να την αναδείξουμε, ψάχνοντας τρόπους να συνομιλήσουμε στο σήμερα με αυτήν.
Από τη θέση σου ως διευθύντρια του μουσείου, θα ήθελες να τοποθετηθείς για το περιστατικό που συνέβη πριν λίγο καιρό στην Εθνική Πινακοθήκη;
Πιστεύω πως η Εθνική Πινακοθήκη τοποθετήθηκε καίρια απέναντι στο περιστατικό, μετατρέποντας τη συζήτηση περί βανδαλισμού, σε μια μεταμόρφωση της αντίληψης του χώρου και της συγκεκριμένης έκθεσης.
Ποιος είναι, θεωρείς, ο ρόλος της τέχνης; Πρέπει να προβληματίζει, να ξυπνά συναισθήματα;
Τι είναι η τέχνη; Η τέχνη είναι μια μορφή έκφρασης που χρησιμοποιεί τη δημιουργικότητα, τη φαντασία και την τεχνική για να επικοινωνήσει ιδέες, συναισθήματα ή εμπειρίες. Μπορεί να πάρει πολλές μορφές -όπως ζωγραφική, γλυπτική, μουσική, χορό, κινηματογράφο, λογοτεχνία ή περφόρμανς- και συχνά αντικατοπτρίζει πολιτισμικές, προσωπικές ή κοινωνικές αξίες.
Ο ρόλος της τέχνης είναι να βλέπουμε τον κόσμο με νέο τρόπο, να αμφισβητούμε ό,τι θεωρούμε δεδομένο και να συνδεόμαστε βαθύτερα με τους άλλους. Πρέπει, λοιπόν, και να προβληματίζει και να γεννά διαφωνίες και συναισθήματα, αλλά πρέπει και να σε βγάζει από τη θέση σου γιατί η τέχνη είναι καθρέφτης.
Τι αγαπάς περισσότερο στη δουλειά σου;
Στη δουλειά μου αγαπώ περισσότερο την επαφή με τον κόσμο, τις συζητήσεις, αλλά και την ανάπτυξη ιδεών για δράσεις και εκθέσεις.
Αγαπημένο έργο τέχνης;
Το πρώτο που μου έρχεται στο μυαλό είναι τα έργα της σειράς Détails του Roman Opalka για τη συγκινητική του προσήλωση και επιμονή στην επανάληψη (μήτηρ πάσης μαθήσεως).
Πηγή: Κυριακάτικη One VOICE