Ιταλία: Μέτρο από την εποχή του Μουσολίνι επαναφέρει η Μελόνι
Ένα αμφιλεγόμενο μέτρο από το παρελθόν, εμπνευσμένο από τον Μουσολίνι, με το οποίο θα βαθμολογούνται οι μαθητές για τη συμπεριφοράς τους, επαναφέρει η ιταλική κυβέρνηση εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών για την επιθετικότητα που εκδηλώνεται κατά των δασκάλων.
Οι «βαθμοί συμπεριφοράς», είναι παρόμοιοι με ένα νόμο που εισήγαγε για πρώτη φορά η φασιστική κυβέρνηση του Μπενίτο Μουσολίνι το 1924. Αποτελεί μέρος ενός νομοσχεδίου για την εκπαίδευση που εγκρίθηκε από το κοινοβούλιο την Τετάρτη 25/9 και δίνει στα σχολεία την εξουσία να αφήνουν μαθητές στην ίδια τάξη, αποκλειστικά με βάση τη συμπεριφορά τους, σύμφωνα με τον Guardian.
Συγκεκριμένα, με τη νέα νομοθεσία, μαθητές γυμνασίου και λυκείου που θα λάβουν βαθμό συμπεριφοράς 5 και κάτω, θα αναγκάζονται να επαναλάβουν τη σχολική χρονιά, ακόμα κι αν οι ακαδημαϊκές τους επιδόσεις είναι ικανοποιητικές.
Επιπλέον, οι μαθητές του λυκείου που θα πετύχουν μόνο 6 στους βαθμούς διαγωγής θα υποχρεούνται να παραδώσουν τεστ πολιτικής αγωγής. Οι βαθμοί συμπεριφοράς θα έχουν επίσης σημαντική επίδραση στην κρίσιμη εξεταστική διαδικασία των εξετάσεων maturità, που κρίνει την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ο υπουργός Παιδείας της κυβέρνησης Μελόνι Τζουζέπε Βαλντιτάρα, δήλωσε το εξής: «Η μεταρρύθμιση των βαθμών για τη συμπεριφορά αποκαθιστά τη σημασία της ατομικής ευθύνης, καθιστά κεντρικό στοιχείο τον σεβασμό των ανθρώπων και των δημόσιων αγαθών και αποκαθιστά την αυθεντικότητα των εκπαιδευτικών». Η ίδια η Ιταλίδα πρωθυπουργός, έχει δηλώσει σχετικά με το εν λόγω μέτρο, ότι θα «επαναφέρει τον σεβασμό» στα σχολεία.
Το νέο μέτρο προβλέπει επίσης πρόστιμα που κυμαίνονται από 500 έως 10.000 ευρώ για επιθέσεις ή βία κατά του προσωπικού των σχολείων. Αυτή η πρωτοβουλία έρχεται σε μια περίοδο όπου οι επιθέσεις κατά των δασκάλων έχουν αυξηθεί κατά 110% από την αρχή του έτους σε σύγκριση με το 2023. Ακόμη, σε μείζον θέμα έχει εξελιχθεί και η χρήση κινητών τηλεφώνων από μαθητές εν ώρα μαθήματος.
Η νέα νομοθεσία κατοχυρώθηκε πρώτα από την ιταλική Γερουσία και μετέπειτα υπερψηφίστηκε από την Βουλή των Αντιπροσώπων, με 154 ψήφους υπέρ, 97 κατά και 7 αποχές.