JP Morgan: Ψήφος εμπιστοσύνης στις ελληνικές τράπεζες
Όχι μόνο η Axia Research, αλλά και η JP Morgan περιμένει ακόμη ένα ισχυρό τρίμηνο από τις ελληνικές τράπεζες, σε ότι αφορά τα οικονομικά αποτελέσματα τα οποία θα δημοσιεύουν την επόμενη εβδομάδα.
Αναμένει σημαντικές βελτιώσεις στις λειτουργικές τάσεις χάρη στο ακόμα θετικό περιβάλλον ρίσκου και τη συνεχιζόμενη αύξηση των εσόδων, εκτιμώντας έτσι ότι οι διοικήσεις θα προχωρήσουν σε αναβαθμίσεις του guidance για τα έσοδα για το σύνολο του έτους.
Η αμερικάνικη τράπεζα εκτιμά ότι οι ευρείες τάσεις θα είναι εξίσου ισχυρές και στις τέσσερις τράπεζες. Κατά την άποψή της, η πιο ενθαρρυντική εξέλιξη είναι η συνεχής βελτίωση των καθαρών επιτοκιακών εσόδων (ΝΙΙ) αυτό το τρίμηνο, που έρχεται παρά την απώλεια του “μπόνους” των TLTRO καθώς και την εποχιακά χαμηλότερη δραστηριότητα σε ότι αφορά τους όγκους κατά τη θερινή περίοδο, επωφελούμενη από συνεχή επέκταση των εξυπηρετούμενων δανείων δανείου καθώς και την εμφάνιση μίας πρώτης, αν και περιορισμένης, επίπτωση από τα επιτόκια.
Λαμβάνοντας επίσης υπόψη την ισχυρή ανάπτυξη των NII καθώς και την υψηλότερη τροχιά των επιτοκίων της ΕΚΤ (με το επιτόκιο καταθέσεων στο 1,5% επί του παρόντος και στο 2,25% έως το α’ τρίμηνο του 2023 σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της JPM), είναι πιθανές οι αναβαθμίσεις του guidance για τα έσοδα, όπως εκτιμά
Ενώ, δεδομένων των κινδύνων ύφεσης στην Ευρώπη, οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές είναι λιγότερο βέβαιες, η JP Morgan πιστεύει ότι οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών θα συνεχίσουν να δίνουν ένα προσεκτικό αλλά με αυτοπεποίθηση μήνυμα για το 2023, αναδεικνύοντας τους θετικούς ανέμους που η ελληνική οικονομία συνεχίζει να απολαμβάνει, συμπεριλαμβανομένης της υψηλής αύξησης της απασχόλησης, την υψηλή συνεχής καταναλωτική δραστηριότητα και την επιτάχυνση της απορρόφησης των κεφαλαίων του RRF.
Δεδομένων των παραπάνω, διατηρεί τη στάση overweight για όλες τις τράπεζες καθώς και τις τιμές στόχους, στο 1,4 ευρώ για την Alpha Bank, στα 4,5 ευρώ για την Εθνική, στα 2,198 ευρώ για την Πειραιώς και στο 1,5 ευρώ για την Eurobank.
Πιο αναλυτικά, η Alpha Bank αναμένεται να σημειώσει ισχυρά καθαρά κέρδη 105 εκατ. ευρώ στο τρίμηνο, που μεταφράζεται σε 7,3% ROTE (8,5% προσαρμοσμένο). Αναμένει ισχυρά έσοδα χάρη στα υψηλότερα υπόλοιπα δανείων καθώς και στην υποστήριξη από το χαρτοφυλάκιο τίτλων, με μια πρώτη, αν και περιορισμένη, άνοδο των επιτοκίων, να αντισταθμίζει με το παραπάνω τον αρνητικό αντίκτυπο από το χαμηλότερο μπόνους του TLTRO (€14 εκατ.) και την εποχιακά χαμηλότερη επιχειρηματική δραστηριότητα. Βλέπει τις προμήθειες να μειώνονται κατά 6% σε τριμηνιαία βάση, ωστόσο αυτό είναι καθαρά αντανάκλαση της πρόσφατης πώλησης της δραστηριότητας στη Nexi και ο αρνητικός αντίκτυπος αντισταθμίζεται πλήρως στη γραμμή κόστους, οδηγώντας σε χαμηλότερες λειτουργικές δαπάνες κατά 5%. Επίσης, αναμένει υψηλότερο από το κανονικό κέρδος συναλλαγών αυτό το τρίμηνο, υποστηρίζοντας τη γραμμή εσόδων. Μετά την ταξινόμηση των υπολοίπων δύο χαρτοφυλακίων NPE ως HFS το β’ τρίμηνο, δεν υπάρχουν μεγάλες κινήσεις στο χαρτοφυλάκιο NPE αυτό το τρίμηνο και αναμένει ότι η υποκείμενη τάση θα παραμείνει σταθερή, με το κόστος κινδύνου να μην παρουσιάζει εκπλήξεις.
Για την Eurobank αναμένει ένα ακόμη ισχυρό τρίμηνο, χάρη στην ισχυρή δυναμική των βασικών εσόδων, με αποτέλεσμα το τριμηνιαίο ROTE να φθάσει το 11,6% (έναντι 11% του guidance για το 2222). Προβλέπει ότι ο δείκτης FLB3 CET1 θα αυξηθεί κατά 30 μ.β καθώς και ένα ελαφρώς υψηλότερο κόστος κινδύνου στις 70 μ.β έναντι του guidance για το έτος στις 65 μ.β, αν και χωρίς υποκείμενη υποβάθμιση της ποιότητας του ενεργητικού.
Ομοίως, βλέπει τα βασικά έσοδα της Εθνικής να αυξάνονται χάρη στην υγιή επέκταση δανείων (παρά την αρνητική εποχικότητα) και την περαιτέρω στήριξη των περιθωρίων καθώς και τη συνεχιζόμενη σταθερή απόδοση προμηθειών. Αναμένει μια ομαλοποίηση των κερδών των συναλλαγών αυτό το τρίμηνο (μετά από ένα πολύ ισχυρό πρώτο εξάμηνο), καθώς και κάποια υψηλότερη πίεση στο υποκείμενο κόστος δεδομένου του πληθωριστικού περιβάλλοντος, ενώ το κόστος κινδύνου εκτιμάται στις 70 μονάδες βάσης σύμφωνα με το guidance του 2022.
Τέλος, η JP Morgan αναμένει ισχυρά τριμηνιαία αποτελέσματα και από την Πειραιώς με υγιή καθαρή επέκταση δανείων, αύξηση των περιθωρίων κέρδους λόγω των επιτοκίων και ανθεκτικά έσοδα από προμήθειες. Προβλέπει ότι το τριμηνιαίο κόστος θα αυξηθεί ελαφρά λόγω των πληθωριστικών πιέσεων καθώς και της μερικής καταχώρησης των δαπανών εθελουσίας εξόδου ( €60 εκατ. για το 2022 όπως εκτιμά η JPM, εκ των οποίων τα μισά εγγράφτηκαν αυτό το τρίμηνο). Δεν αναμένει εκπλήξεις στην ποιότητα του ενεργητικού και στο κόστος κινδύνου. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, ο δείκτης CET1 fully loaded θα αυξηθεί στο 10,3% αυτό το τρίμηνο από 9,5% στο β’ τρίμηνο, σε καλό δρόμο για την επίτευξη του στόχου του 11% στο σύνολο του 2022.