Κ. Βαρώτσος στην One Voice: «Το υπουργείο Πολιτισμού πρέπει να καταργηθεί!»
Συνέντευξη στη Φιλίππα Ταμπάρη
Οι άνθρωποι της λαϊκής τάξης είναι «δρομείς», άνθρωποι που τρέχουν καθημερινά και μοχθούν για το μεροκάματο. Σήμερα θα σας παρουσιάσω έναν άνθρωπο, που έχει χαρακτηρίσει τον εαυτό του λαϊκό καλλιτέχνη. Είναι ο διεθνούς φήμης και αποδοχής γλύπτης, Κώστας Βαρώτσος.
Η δεκαετία του ‘80 ήταν μια εποχή κατά την οποία οι Έλληνες κοίταζαν το μέλλον με θετική μάτια, κάθε χρόνο υπήρχε και μια θετική προσδοκία. Το 1988 συγκεκριμένα, εμφανίστηκε στην Ομόνοια ο «Δρομέας», ένα έργο που με την παρουσία του αντιπροσώπευε την αφετηρία της ερχόμενης δεκαετίας. Αυτήν την ανάγκη του Έλληνα για αφετηρία και προορισμό διαισθάνθηκε ο Κώστας Βαρώτσος και δημιούργησε τον «Δρομέα». Έναν άνθρωπο που έρχεται από κάπου ή φεύγει για κάπου, για ένα καλύτερο αύριο.
Μετά από τόσα χρόνια ο κ. Βαρώτσος αισθάνεται πια και ο ίδιος, όπως μου εκμυστηρεύθηκε, κοινό των έργων του, σε Ελλάδα και εξωτερικό. «Είμαι πια κοινό του “Δρομέα”, όταν τον κοιτάζω, λέω πως αυτό το παιδί που τον έκανε είχε κέφια!», λέει χαριτολογώντας. Πιστεύει πως η τέχνη δεν είναι πολιτικό κόμμα, ωστόσο είναι βαθιά πολιτική. Αφουγκράζεται τα μεγάλα ερωτήματα της κοινωνίας και τσατίζεται, όπως μου είπε χαρακτηριστικά, όταν του πειράζουν τα έργα του γιατί παραμένει «πατέρας» τους.
Κύριε Βαρώτσο, σας ευχαριστώ πολύ για τη σημερινή μας συνάντηση. Θα ξεκινήσω γυρνώντας τον χρόνο πίσω στο 1988 και στον «Δρομέα», ένα έργο εμβληματικού χαρακτήρα στην καλλιτεχνική σας διαδρομή. Μιλήστε μας για εκείνη την εποχή.
Το 1988 ήταν μια περίοδος ενδιαφέρουσα, γιατί ήταν μια εποχή όπου η Ελλάδα αλλά και όλοι εμείς, βλέπαμε το μέλλον με θετικότητα. Όλη η Ελλάδα τότε έβλεπε μπροστά την είσοδό μας ως χώρα στην ευρωπαϊκή κοινότητα, τη δημιουργία του ευρώ, αλλά και μια εξελικτική διαδρομή γενικότερα. Το όνειρο των Ολυμπιακών Αγώνων… Ξέρετε, τότε τα πράγματα ήταν καλύτερα. Κάθε χρόνο υπήρχε και μια θετική προσδοκία. Υπήρχαν βέβαια και πολιτικές συγκρούσεις. Επί δημαρχίας Μιλτιάδη Έβερτ, ο Σταύρος Ξαρχάκος, αντιδήμαρχος Πολιτισμού στον Δήμο Αθηναίων, μου ζήτησε να τοποθετήσουμε ένα έργο μου στην Ομόνοια. Η Ομόνοια τότε είχε αυτό ακριβώς το χαρακτηριστικό, εκεί έρχονταν οι άνθρωποι από την επαρχία, οι ξένοι επίσης. Η Ομόνοια εκείνη την περίοδο, ήταν μια αφετηρία. Εμπνεύστηκα λοιπόν την ιδέα ενός ταξιδιώτη, κάποιου που έρχεται και φεύγει πάλι και πρότεινα τον «Δρομέα». Ηταν και μια εποχή όπου είχαμε και μια προβολή ως λαός, θετική προβολή. Είχε πέσει η δικτατορία το 1974 και είχε αρχίσει η δημοκρατία να λειτουργεί. Κάτω από αυτό το κλίμα γεννήθηκε ο «Δρομέας».
Πιστεύετε στην τύχη; Θεωρείτε τον εαυτό σας τυχερό;
Η τύχη έρχεται γιατί τη θέλεις. Είναι σαν τον έρωτα. Πρέπει να θέλεις να ερωτευτείς ή να σε ερωτευτούν ώστε να το βιώσεις. Να την αναζητήσεις (την τύχη) αν είσαι σφιγμένος ή φοβισμένος, είναι λάθος. Το μεγαλύτερο πρόβλημα με την τύχη είναι ο φόβος, ο φόβος της αλλαγής. Ακόμη και όταν είμαστε σε άσχημη κατάσταση και ονειρευόμαστε να πάμε καλύτερα, αλλά δεν έχουμε αποφασίσει να είμαστε.
Έχετε χαρακτηρίσει τον εαυτό σας λαϊκό καλλιτέχνη. Θα θέλατε να μας μιλήσετε για αυτή την τοποθέτησή σας;
Αυτός ο χαρακτηρισμός γεννήθηκε, γιατί όταν τοποθετούμαστε για κάτι, αυτό προκύπτει από κάτι. Εμείς οι καλλιτέχνες, ξέρετε, είμαστε μια συνομοταξία ανθρώπων που δεν μας ξέρει κανένας. Οι καλλιτέχνες είναι μια ομάδα ανθρώπων, οι οποίοι μεταφέρονται από έκθεση σε έκθεση, από χώρα σε χώρα, είναι σαν μια φυλή, για να το πω έτσι, για την οποία κανείς δεν ενδιαφέρεται. Έχουν δημιουργήσει, λοιπόν, ένα «σύστημα της τέχνης», που το καλλιεργούν οι ίδιοι και αυτοθαυμάζονται. Μετά υπάρχει πάλι μια ατμόσφαιρα ντεκαντάνς, παρακμιακή. Εγώ δεν ήμουν έτσι. Δεν μου άρεσε η παρακμή και το να είμαι αποκομμένος από το πλατύ κοινό. Η μεγάλη μου αγωνία ήταν να δείξω τη δουλειά μου, να επικοινωνήσω με το κοινό, όχι με τους ειδικούς και τους διευθυντές των μουσείων ή τους κριτικούς τέχνης ή τους άνθρωπους που έχουν μια ύποπτη συναλλαγή με την τέχνη. Το «σύστημα της τέχνης» έχει μια ύποπτη συναλλαγή, που είναι βασισμένη πάνω στο χρήμα, η οικονομική διάσταση είναι αυτή που κρατάει αυτού του είδους τον χώρο. Είναι τραγικό αυτό, εμένα δεν μου άρεσε ποτέ. Ήθελα να αυτονομηθώ, δεν ήθελα να ανήκω σε ένα σύστημα. Ήθελα να βγω στον πραγματικό κόσμο, για να το θέσω έτσι. Έτσι λοιπόν άρχισε η δουλειά μου με τα public works (δημόσια έργα).
Ένα έργο τέχνης έχει μια διαφορετική αξία όταν επηρεάζει την κοινωνία; Όταν την πηγαίνει λίγο παραπέρα και την ωθεί στη σκέψη;
Η τέχνη ποτέ δεν θα σώσει την κοινωνία ούτε θα την καθοδηγήσει. Ο ρόλος της τέχνης δεν είναι να σώζει τον άνθρωπο. Η τέχνη καταφέρνει να εξασκήσει το αντιληπτικό μας σύστημα, έτσι ώστε κοιτάζοντας την κοινωνία, να τη δούμε διαφορετικά, με διαφορετική ματιά. Εξασκεί δηλαδή το αντιληπτικό μας σύστημα και μας δίνει μία δυνατότητα ανάγνωσης της πραγματικότητας κάτω από διαφορετικές γωνιές. Το μεγάλο πρόβλημα ήταν πάντα η κατανόηση του πραγματικού χρόνου, είναι σημαντικό να εξασκείς το αντιληπτικό σου σύστημα. Πώς είναι δυνατόν ένας πολιτικός να μην έχει καμία σχέση με την τέχνη; Και να μπορεί να «διαβάζει» τον πραγματικό χρόνο; Είναι δύσκολο. Άρα δεν έχει καμία καλλιέργεια, καμία εξάσκηση. Όλο αυτό, το προσφέρει απλόχερα η τέχνη. Η τέχνη, όμως, δεν είναι πολιτικό κόμμα, αν και είναι βαθιά πολιτική, ιδιαίτερα η public art.
Κύριε Βαρώτσο, πώς λειτουργεί αυτή τη στιγμή το «σύστημα της τέχνης» για το οποίο κάνατε λόγο προηγουμένως;
Το «σύστημα της τέχνης» είναι ένα σύστημα που έχει συνδεθεί, δυστυχώς, άμεσα με την οικονομία και αλληλοτροφοδοτείται από την οικονομία. Τα μεγάλα μουσεία, τα μεγάλα κέντρα πολιτισμού, όλα αυτά είναι συνδεδεμένα για να εξυπηρετούν την οικονομία. Οι διευθυντές των μουσείων αυτών είναι επιλεγμένοι από το σύστημα και εξυπηρετούν -όχι όλοι- την αξία της οικονομίας. Πάντα υπάρχει ένα σύστημα, ξέρετε, τα «κυκλώματα» που ερμήνευε και ο Δ. Σαββόπουλος. Άλλα συστήματα είναι πιο σφιχτά και διαφέρουν από χώρα σε χώρα, για παράδειγμα δεν είναι ίδια τα συστήματα της Νέας Υόρκης με αυτά της Ελλάδας. Τα διεθνή συστήματα είναι μια άλλη ιστορία.
Πιστεύετε πως η σχέση του καλλιτέχνη με τη χώρα του θα πρέπει να είναι αμφίδρομη;
Η χώρα μου, μου έχει χρησιμεύσει μόνο ως βάση πολιτισμική, εγώ μπόρεσα να «πατήσω» πάνω εκεί. Άρα είμαι εγώ και η ιστορία μου, αυτό είναι πολύ σημαντικό για έναν καλλιτέχνη, αλλά και για εμένα, για να καταλάβω από πού κατάγομαι και από ποιον πολιτισμό έρχομαι. Εγώ, επειδή κινούμαι πολύ στο εξωτερικό, έχω επηρεασμούς από παντού, Ευρώπη, Ασία, Αφρική… Όμως, η βάση εκτόξευσης είναι η Ελλάδα και η ιστορία της.
Η Ελλάδα υποστηρίζει τους καλλιτέχνες της;
Εγώ δεν πιστεύω σε αυτό που λέμε βοήθεια από το κράτος, δεν πήρα ποτέ ένα ευρώ από το κράτος. Ακόμη και όταν ήμουν σε επιτροπές, δεν δεχόμουν ποτέ αμοιβή. Δεν πιστεύω στην ύπαρξη του υπουργείου Πολιτισμού, πιστεύω ότι το υπουργείο Πολιτισμού πρέπει να καταργηθεί. Το υπουργείο Πολιτισμού στην Ευρώπη δημιουργήθηκε επί ναζισμού και φασισμού στην Ιταλία. Το δικό μας υπουργείο Πολιτισμού δημιουργήθηκε επί χούντας. Τα απολυταρχικά καθεστώτα έχουν την τάση να χρησιμοποιούν την τέχνη, επειδή έχει μια δύναμη προπαγάνδας που είναι ισχυρή στο πλατύ κοινό, η μουσική, η υποκριτική κ.λπ. Οπότε, τα απολυταρχικά καθεστώτα έχουν ανάγκη από τα υπουργεία Πολιτισμού. Οι παρελάσεις, οι φουστανέλες… Ακόμη και σήμερα δεν έχει αλλάξει, κάτι τέτοια κάνουμε και σήμερα… Για να βοηθήσεις την τέχνη, με τον όρο που με ρωτάτε, θα πρέπει να την κατανοήσεις. Χρειάζεται καλλιέργεια ώστε να είσαι υπουργός Πολιτισμού και να χειρίζεσαι, γενικότερα, τον πολιτισμό. Τα υπουργεία Πολιτισμού εξυπηρετούν τις κομματικές ανάγκες του εκάστοτε κόμματος ή κυβερνησης. Έχουν δημιουργήσει διάφορα πολιτισμικά κέντρα, που λειτουργούν ως εκλογικά κέντρα. Δεν πρέπει ένας καλλιτέχνης να περιμένει τίποτα από το υπουργείο Πολιτισμού. Στην Γαλλία, η ποιότητα της τέχνης καταστράφηκε από το υπουργείο Πολιτισμού. Το ίδιο κάνει και εδώ, δίνει ψίχουλα. Σαχλαμάρες!
Κύριε Βαρώτσο, από πού αντλείτε έμπνευση; Και τι είναι η έμπνευση για έναν καλλιτέχνη;
Από τα πάντα. Δεν υπάρχει συνταγή για έναν καλλιτέχνη, αν ρίξεις μια μάτια γρήγορη και δεις τους καλλιτέχνες, διαχρονικά, πώς ζούσαν, θα καταλάβεις πως ευτυχώς ήταν τελείως διαφορετικοί άνθρωποι, κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Το μόνο που τους ενώνει είναι ότι, έφτασαν να ακουμπήσουν αυτό το μαγικό πράγμα που είναι η δημιουργική πράξη. Αλλά, από διαφορετικούς δρόμους ο κάθε ένας. Δεν υπάρχει ένας δρόμος συγκεκριμένος, όλοι είχαν μια σχέση με αυτό που λέγεται ζωή και πραγματικότητα. Αλλά και σημαντικά ερωτήματα, δεν σημαίνει δηλαδή ότι, ένας καλλιτέχνης πρέπει να υποφέρει για να δημιουργήσει! Μου έλεγαν εμένα για παράδειγμα: «Θα οδηγήσεις ένα ακριβό αυτοκίνητο; Καλλιτέχνης πράγμα;». Και αναρωτιέμαι δηλαδή, τι θα έπρεπε να οδηγήσει ο καλλιτέχνης, ένα φθηνό; Γιατί; Όλα αυτά προκύπτουν από μια φιλοσοφία των κατεστραμμένων. Όμως, όταν κάποιος πρέπει να ανεβεί, θα ανάβει. Όταν η τέχνη σε διαλέξει -γιατί η τέχνη, ξέρετε, σε διαλέγει συνήθως- δεν μπορεί κάποιος να επέμβει.
Πώς σας βρίσκουμε αυτή την περίοδο, όσον αφορά τα επαγγελματικά σας σχέδια;
Αυτή την περίοδο είμαι πιεσμένος παρότι, ξέρετε, ζω και δρω σαν τριαντάρης (γέλια)… Απορώ πώς τα βγάζω πέρα! Η ηλικία, ξέρετε, στους καλλιτέχνες είναι σχετικό πράγμα, επειδή ήμαστε πάντα καταπιασμένοι με την πρωτογενή δημιουργία. Είμαι πιεσμένος με αρκετά πράγματα στο εξωτερικό. Ετοιμάζω μια μεγάλη έκθεση σε μουσείο στην Ιταλία, όπου τοποθετώ ένα έργο έξω από το μουσείο. Ετοιμάζω κάτι στα ελληνόφωνα χωριά της Απουλίας, επίσης στην Ιταλία. Έκανα μια έκθεση στις Πυραμίδες του Χέοπος, μια ωραία ιστορία και ετοιμάζω κάτι -όμως δεν μπορώ να ανακοινώσω κάτι συγκεκριμένο ακόμη- στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Σε ποια χώρα εκτός της Ελλάδας θα μπορούσατε να είχατε μείνει; Ποια σας αρέσει;
Έκανα μεγάλη προσπαθεία για να μείνω στην Ελλάδα. Διότι όλη μου η δουλειά ήταν στο εξωτερικό, όμως έκανα μεγάλο αγώνα για να είμαι εδώ! Και να έχω μια βάση εδώ και να φεύγω από εδώ προς τα έξω. Πείσμα με έπιασε… Είναι δύσκολο γιατί είχε πιο πολλά μίλια με τα αεροπλάνα, αλλά τα κατάφερα. Είχα και το πανεπιστήμιο και όλα αυτά. Είναι πολλές χώρες που με ελκύουν, αλλά η Ιταλία μου αρέσει, μένω ήδη κατά διαστήματα. Είμαι λίγο καιρό στην Ιταλία, στην Τοσκάνη, λίγο καιρό στη Νέα Υόρκη. Στην Αίγυπτο επίσης, λόγω και του έργου, όπως σας είπα. Κάποτε είχα ένα σπίτι στην Ιταλία, ένα στη Νέα Υόρκη και μετά, για προσωπικούς λόγους, απέκτησα και στη Γαλλία (γέλια)! Ωραία περίοδος, όμως…
Αν έπρεπε να χαρακτηρίσετε τον εαυτό σας μέσα από ένα έργο σας, ποιο θα ήταν αυτό;
Πολλοί μου λένε πως μοιάζω με τον «Δρομέα». Ότι, είμαι λίγο… πιλάλας, τρέχω από εδώ και από εκεί! Τώρα πια όμως, δεν ταυτίζομαι με τον «Δρομέα», τον βλέπω ως κοινό. Είμαι πια κοινό. Όταν τον κοιτάζω λέω, «αυτό το παιδι που τον έκανε είχε παρά πολλά κέφια! Δύναμη!». Τώρα κι εγώ είμαι κοινό των έργων μου. Τσατίζομαι όμως όταν μου τα πειράζουν, γιατί παραμένω πατέρας τους.