Κυβερνητική παρέμβαση για τη διανομή του Τύπου
Παρέμβαση για την ομαλή διακίνηση του Τύπου, εφημερίδων και περιοδικών, αλλά και για τη διαφύλαξη των όρων ανταγωνισμού στην αγορά της πρακτόρευσης Τύπου, επιχειρεί η κυβέρνηση, μετά την κατάρρευση του πρακτορείου διανομής «Ευρώπη» και την μονοπωλιακή παρουσία του Πρακτορείου “Άργος” στη διακίνηση του Τύπου.
Γράφει η Αγγέλα Νταρζάνου
Η κυβέρνηση, δια των υπουργών Οικονομίας Δημήτρη Παπαδημητρίου και Ψηφιακής Πολιτικής Νίκου Παππά, ζήτησαν τη γνωμοδότηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού: κατά πόσον ο ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά διανομής Τύπου μπορεί να λειτουργήσει ικανοποιητικά, σε περίπτωση δραστηριοποίησης μονάχα μίας επιχείρησης με το αντικείμενο αυτό;.
Συγκεκριμένα, με επιστολή τους οι δύο υπουργοί ζητούν τη γνώμη της Επιτροπής σχετικά με τη λειτουργία του ανταγωνισμού σε περίπτωση που παύσει τη δραστηριότητά της η μία εκ των δύο υφιστάμενων επιχειρήσεων (πρακτορείων) διανομής Τύπου, καθιστώντας de facto μονοπωλιακή τη θέση του μοναδικού ανταγωνιστή της, ο οποίος μάλιστα ελέγχεται από εκδότες που κατέχουν σημαντικό μερίδιο στην αγορά των εντύπων.
Από την Επιτροπή Ανταγωνισμού ζητείται ακόμα, σε περίπτωση που η γνωμοδότηση καταδεικνύει μη ικανοποιητική λειτουργία του ανταγωνισμού, να υποδειχθούν τα κατάλληλα μέτρα που θα πρέπει να ληφθούν από την Πολιτεία.
Στην επιστολή γίνεται αναφορά στην ανάγκη ανεμπόδιστης άσκησης της συνταγματικά κατοχυρωμένης ελευθερίας του Τύπου, που συνδέεται άρρηκτα με την ελευθερία κυκλοφορίας του, όπως προστατεύεται από το Σύνταγμα, καθώς και στη θεσμοθετημένη αρχή της επαγγελματικής ελευθερίας και την κατάργηση των αδικαιολόγητων περιορισμών αναφορικά με τη διαδικασία άσκησης της οικονομικής δραστηριότητας της λειτουργίας Πρακτορείου Εφημερίδων και Περιοδικών.
Όπως σημειώνεται στην επιστολή, η ελευθερία του Τύπου και ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη διανομή του, προϋποθέτει συνθήκες υγιούς ανταγωνισμού, προκειμένου να διασφαλίζεται επαρκώς:
α) η δυνατότητα πρόσβασης όλων των εκδοτών σε σύστημα διανομής των εντύπων τους, στο οποίο δεν θα εφαρμόζονται άνισοι όροι,
β) η δυνατότητα των εκδοτών να επιλέγουν ποιοτικές υπηρεσίες διανομής, και,
γ) η επί ίσοις όροις διανομή των εντύπων (εφημερίδων και περιοδικών) προς το καταναλωτικό κοινό.