Ο εναγκαλισμός με την κυβέρνηση «πνίγει» τις τράπεζες
Το «παρκάρισμα» της ρευστότητας των τραπεζών στη σιγουριά των ομολόγων του Δημοσίου και η συνακόλουθη στενή σχέση με την κυβέρνηση υπονομεύει, στην πραγματικότητα, την πρόοδο της οικονομίας, αλλά και το ίδιο το τραπεζικό σύστημα.
Το νέο «χτύπημα» Στουρνάρα κατά της τακτικής των διοικήσεων των τραπεζών περιλαμβάνεται στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της Τράπεζας της Ελλάδος, που δόθηκε στη δημοσιότητα στο τέλος της περασμένης εβδομάδας. Από το κείμενο της Έκθεσης συνάγεται ότι, η οργανική κερδοφορία των τραπεζών εξακολουθεί να παραμένει χαμηλή, καθώς η αύξηση του μεγέθους των ισολογισμών τους δεν αποδίδεται στην αυξημένη προσφορά πιστώσεων προς την πραγματική οικονομία.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η επισήμανση του «ομφάλιου λώρου» αλληλεξάρτησης, που συνδέει τις εμπορικές τράπεζες με την κεντρική κυβέρνηση. Χαρακτηριστική είναι η αποστροφή:
«Η αυξανόμενη διασύνδεση του ελληνικού τραπεζικού τομέα με την κεντρική κυβέρνηση αποτελεί εν δυνάμει πηγή κινδύνων, καθώς η έκθεση των ελληνικών τραπεζών, μέσω τίτλων του Ελληνικού Δημοσίου, προγραμμάτων χορήγησης εγγυήσεων δανείων και της αναβαλλόμενης οριστικής και εκκαθαρισμένης φορολογικής απαίτησης, θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για μακρό χρονικό διάστημα».
Δύο είναι, κατά την Τράπεζα της Ελλάδος, οι μεγάλες προκλήσεις για το τραπεζικό σύστημα:
i. Το υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), μαζί με το νέο κύμα αθετήσεων που αναμένεται να προκύψει από την πανδημία, παραμένει η μεγαλύτερη πρόκληση για τον τραπεζικό τομέα. Οι σημαντικές πρωτοβουλίες εκ μέρους των τραπεζών και της ελληνικής κυβέρνησης, με την εφαρμογή του Προγράμματος Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (Hellenic Asset Protection Scheme), αναμφισβήτητα συνέβαλαν επιτυχώς στη μείωση των ΜΕΔ.
Ωστόσο αναφέρεται ότι, το ποσοστό τους ως προς το σύνολο των χορηγήσεων, εξακολουθεί να βρίσκεται σε επίπεδα πολλαπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα νέα ΜΕΔ που εν δυνάμει θα δημιουργηθούν από την πανδημία. Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες θα πρέπει να επισπεύσουν τη διαδικασία αναγνώρισης των νέων ΜΕΔ στους ισολογισμούς τους, καθώς, με την κατάργηση των μέτρων στήριξης των δανειοληπτών, θα πρέπει να αποτυπώσουν με διαφάνεια τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.
ii. Σε σχέση με την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών εκτιμάται ότι βρίσκεται σε ικανοποιητικά επίπεδα, λαμβάνοντας υπόψη τα εποπτικά μέτρα για την κεφαλαιακή ελάφρυνση. Παρόλ’ αυτά «η ποιότητα των εποπτικών κεφαλαίων, δεδομένου του υψηλού μεριδίου της αναβαλλόμενης οριστικής και εκκαθαρισμένης φορολογικής απαίτησης (Deferred Tax Credits), η οποία θα αυξηθεί περαιτέρω καθώς οι τράπεζες εφαρμόζουν τις στρατηγικές μείωσης των ΜΕΔ, δημιουργεί αυξημένους κινδύνους μεσοπρόθεσμα».
Κάλεσμα σε επαγρύπνηση
Η Έκθεση της Κεντρικής Τράπεζας θεωρεί ότι, καθώς η οικονομική ανάκαμψη θα εδραιώνεται σταδιακά, ο τραπεζικός τομέας θα κληθεί να διαδραματίσει ενεργά το διαμεσολαβητικό του ρόλο. Ως εκ τούτου, η επαγρύπνηση και οι πρόσθετες πρωτοβουλίες σχετικά με την επίλυση του προβλήματος των ΜΕΔ και την ενίσχυση της ποιότητας των εποπτικών κεφαλαίων των τραπεζών εξακολουθούν να αναδεικνύονται ως προτεραιότητες για τον περιορισμό των κινδύνων και την ενίσχυση της παροχής πιστώσεων στην πραγματική οικονομία.
Τι μέτρα μπορεί να είναι αυτά; «Απαιτούνται επιπλέον ενέργειες, οι οποίες θα διευκολύνουν την εμπροσθοβαρή αναγνώριση των ζημιών, λόγω αυξημένου πιστωτικού κινδύνου εξαιτίας της πανδημίας και την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών, μαζί με την αντιμετώπιση του προβλήματος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων», αναφέρεται.
Αναλυτικότερο και άκρως αποκαλυπτικό ρεπορτάζ για το θέμα, στην έντυπη Voice αυτής της Πέμπτης.