Ο Τραμπ χάνει και το πολιτικό και το επικοινωνιακό παιχνίδι
Ο Ντόναλντ Τραμπ ξέρει από τηλεόραση και το έχει αποδείξει. Και η παρουσίαση του δικαστή Νιλ Γκόρσιτς για την κάλυψη της κενής θέσης στο Ανώτατο Δικαστήριο ήταν ένα άρτια σχεδιασμένο και εκτελεσμένο τηλεοπτικό θέαμα, αν και απέτυχε στον κυριότερο στόχο της: να αποσπάσει την προσοχή του κοινού και των media από τη μέγα διαμάχη γύρω από το αντιμεταναστευτικό διάταγμα.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Λευκός Οίκος επέλεξε να επισπεύσει τη διαδικασία κατά μία ημέρα, μπας και αλλάξει η πρώτη είδηση στα δημοσιογραφικά δελτία. Η τελετή ήταν δε, σχεδιασμένη άψογα, ώστε να εντείνει το ενδιαφέρον: σε ζωντανή τηλεοπτική μετάδοση σε primetime ώρα, δύο δικαστές προσκλήθηκαν στην Ουάσιγκτον, για να παραπλανήσουν τα ΜΜΕ, όμως μόνο ένας έφτασε στο Λευκό Οίκο και παρουσιάστηκε με κάθε επισημότητα από τον πλανητάρχη. Πρόκειται για τον μόλις 49 ετών Νιλ Γκόρσιτς, γιο ενός αξιωματούχου της κυβέρνησης Ρήγκαν και κλασικό συντηρητικό δικαστή.
Ο Λευκός Οίκος πέτυχε μερικώς το στόχο του, αν λάβουμε υπόψη ότι τις επόμενες ώρες στην πρώτη θέση των ειδήσεων πέρασε, πράγματι, ο διορισμός του νέου Ανώτατου Δικαστή. Όμως, η αλλαγή στη θέση των ειδήσεων ήταν πρόσκαιρη, με δεδομένο ότι στην Ουάσιγκτον, και όχι μόνο, εξακολουθεί να γίνεται… κακός χαμός με το προεδρικό διάταγμα για το μπλόκο στους μουσουλμάνους πρόσφυγες. Μάλιστα, σε πολιτικό επίπεδο η υπόθεση αντί να ξεφουσκώνει περιπλέκεται, δεδομένου ότι τα σημάδια διάσπασης εντός του ρεπουμπλικανικού στρατοπέδου εντείνονται.
Η αντίδραση των Δημοκρατικών στο προεδρικό διάταγμα ήταν από τη πρώτη στιγμή σαφής και έντονη. Όμως, το πολιτικό ζήτημα προκύπτει από τις διαφωνίες στο εσωτερικό των Ρεπουμπλικανών βουλευτών και γερουσιαστών, παρά το γεγονός ότι η επίσημη ηγεσία του κόμματος επιμένει να κρατά αποστάσεις από το ζήτημα, θέλοντας προφανώς να αποφύγει να έρθει σε σύγκρουση με τον Ντόναλντ Τραμπ, πριν καλά-καλά συμπληρώσει δύο εβδομάδες στη προεδρική καρέκλα.
Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, χθες, ο ηγέτης της Βουλής, Πολ Ράιαν, προσπάθησε μάταια να στρέψει τη συζήτηση στη πρόθεση του Κογκρέσου να ασχοληθεί με την ακύρωση του Οbamacare. Οι δημοσιογράφοι τον… στρίμωξαν άσχημα, μονοπωλώντας τη συζήτηση στο ζήτημα του αντιμεταναστευτικού μπλόκου και με τον κ. Ράιαν να προσπαθεί να υποστηρίξει ότι δεν πρόκειται για μουσουλμανικό μπλόκο. Όμως, ήταν δύσκολο να αρνηθεί ότι υπάρχουν σημαντικές διαφωνίες για το θέμα και μεταξύ των συναδέλφων του στο κόμμα.
Ήδη καμιά τριανταριά Ρεπουμπλικάνοι Γερουσιαστές και βουλευτές έχουν μιλήσει ανοιχτά και επώνυμα, δηλώνοντας την πλήρη αντίθεση τους στην προεδρική απόφαση. Ως πιο εντυπωσιακή κίνηση δε, που προκάλεσε εμφανώς την ενόχληση του Λευκού Οίκου ήταν η κοινή δήλωση που εξέδωσαν οι πρόεδροι δύο εκ των ισχυρότερων επιτροπών της Γερουσίας, ο Ρόμπερτ Κόρκερ, της επιτροπής εξωτερικών υποθέσεων, και ο Τζον ΜακΚέιν της επιτροπής στρατιωτικών υπηρεσιών, με την οποία όχι μόνο αποδοκίμασαν το μέτρο, αλλά το χαρακτήρισαν ως… πλήγμα που η χώρα δημιούργησε μόνη της στο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας. Μια αναφορά που στρεφόταν ευθέως κατά του ισχυρισμού του κ. Τραμπ ότι το διάταγμα είχε σαν στόχο να ενισχύσει την προστασία και ασφάλεια των Αμερικανών.
Την ίδια ώρα στην κοινωνία οι αντιδράσεις (κάποιες φορές ακόμη και με βίαιο χαρακτήρα) συνεχίζονται σε όλα τα επίπεδα, με τον Τύπο να σιγοντάρει επίσης, έχοντας σχεδόν στο σύνολο του υιοθετήσει επικριτική στάση, ενώ αυξάνονται και οι φωνές διαμαρτυρίας από την πλευρά του επιχειρηματικού κόσμου, με όλο και περισσότερους επικεφαλείς κορυφαίων ομίλων της Wall Street να παίρνουν θέση κατά του διατάγματος, θεωρώντας ότι η κίνηση θα πλήξει και οικονομικά τη χώρα.