Οινοποιία Τσάνταλης: Κατέθεσε αίτηση πτώχευσης
Πέφτουν οι τίτλοι τέλους για την οινοποιία Τσάνταλης που κατέθεσε σήμερα στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης αίτηση πτώχευσης και παύση πληρωμών. Η αίτηση θα συζητηθεί στο Πρωτοδικείο στις 11 Οκτωβρίου. Η αρνητική αυτή εξέλιξη συνδέεται με τα μείζονα οικονομικά προβλήματα της οινοποιίας που εντάθηκαν με το ξέσπασμα της πανδημίας και της αδυναμίας της, παρά τις προσπάθειες που έγιναν να εξυγιανθεί.
Πώς οδηγήθηκε στο τέλμα η Τσάνταλης
Τον Απρίλιο του 2020 η εταιρεία είχε υπογράψει συμφωνία βασικών όρων αναδιάρθρωσης οφειλών με τις τέσσερις συστημικές τράπεζες. Σύμφωνα με τους όρους, τα τραπεζικά δάνεια ρυθμίστηκαν σε βάθος 15ετίας με επιτόκιο 2-3%.
Επίσης, είχαν προβλεφθεί νέες πρόσθετες εξασφαλίσεις υπέρ των Τραπεζών. Βάσει εκείνης της συμφωνίας, είχε ανατεθεί σε εξωτερικό σύμβουλο η ανεύρεση στρατηγικού επενδυτή που θα συμμετείχε στο μετοχικό της κεφάλαιο μέσω αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ενώ είχε συμφωνηθεί η βελτίωση του μίγματος των πωλήσεων, με έμφαση στις πωλήσεις προϊόντων με υψηλό περιθώριο μικτού κέρδους. Εκείνη η συμφωνία δεν τελεσφόρησε, λόγω αδυναμίας της εταιρείας να ανταποκριθεί στους όρους της.
Ακόμη και μετά την υπογραφή της συμφωνίας Αναδιάρθρωσης, η πορεία της εταιρείας συνέχισε να είναι πτωτική, κάτι που συνδέεται και με την πανδημία.
Έτσι, το 2023 η εταιρεία δεν έκανε τρύγο με αποτέλεσμα να μην εξυπηρετήσει την παραγωγική της λειτουργία και να τη διακόψει. Επίσης, τον περασμένο Οκτώβριο, η άδεια εγκεκριμένου αποθηκευτή της και οι αντίστοιχες άδειες φορολογικών αποθηκών σε Χαλκιδική, Αθήνα, Νάουσα, Λάρισα και Άγιο Όρος ανακλήθηκαν από τις Τελωνειακές Αρχές.
Αποτέλεσμα, η εταιρεία να μην έχει το δικαίωμα να διαθέτει τα προϊόντα της σε οποιαδήποτε μορφή στο εξωτερικό και σε πελάτες της στην Ελλάδα που είναι εγκεκριμένοι αποθηκευτές. Μέχρι σήμερα διατηρεί μόνο το δικαίωμα να πουλάει τα προϊόντα της σε πελάτες στην Ελλάδα που δεν είναι εγκεκριμένοι αποθηκευτές, δηλαδή σε σούπερ μάρκετ και κάβες.
Εξ αυτού του λόγου περιορίστηκε σημαντικά το πελατολόγιο της ενώ μειώθηκε δραστικά η τιμή πώλησης του αποθέματος.
Σε ότι αφορά το προσωπικό της, βρίσκεται σε καθεστώς επίσχεσης εργασίας, ενώ υπάρχουν ελλείψεις υλικών συσκευασίας βασικών κωδικών, λόγω οφειλών σε προμηθευτές.
Αποτέλεσμα είναι η παντελής αδυναμία εμφιάλωσης χύμα οίνου και οινοπνευματωδών και άρα η διάθεσή τους ως έτοιμων εμφιαλωμένων προϊόντων.
Σε όλα αυτά πρέπει να προστεθούν τα τεράστια οικονομικά της προβλήματα. Όπως προκύπτει από τη βεβαίωση χρεών της Γενικής Γραμματείας Χρηματοπιστωτικού Τομέα και Διαχείρισης Ιδιωτικού χρέους, οφείλεται πάνω από 4,4 εκατ. ευρώ στην Τράπεζα Πειραιώς στην οποία διατηρεί και μια ακόμη οφειλή ύψους 6,6 εκατ. ευρώ. Δηλαδή οι συνολικές οφειλές προς την Πειραιώς ξεπερνούν τα 11 εκατ. ευρώ.
Στην Εθνική Τράπεζα η οφειλή υπερβαίνει τα 9,5 εκατ. ευρώ. Στην Eurobank ξεπερνά τα 7,7 εκατ. ευρώ και στην Alpha Bank τα 11,6 εκατ. ευρώ.
Επίσης, η εταιρία έχει οφείλη 1,359 εκατ. ευρώ στην QQUANT Master Serviser, 2,088 εκατ. ευρώ στη ΔΟΥ Πολυγύρου, 6,847 εκατ. ευρώ προς τον ΕΦΚΑ και 10,674 εκατ. ευρώ προς τους προμηθευτές της.
Σε ότι αφορά στους εργαζόμενους, οφείλει 2,699 εκατ. ευρώ, ενώ σημαντικά είναι τα ανοίγματα που έχει προς τα Τελωνεία Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Συνολικά, οι μη εξυπηρετούμενες υποχρεώσεις της προς πτώχευση Τσάνταλη, υπερβαίνουν τα 66,157 εκατ. ευρώ.