Πίσω από τις λέξεις κρύβεται ο… Γερούν
Μπορεί μια (πιθανή) συναίνεση της Αθήνας για διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων, για Χ χρόνο, μετά το 2018, να σώσει τα εργασιακά;
Η επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και η αποκατάσταση των εργασιακών σχέσεων είναι δεδομένο ότι αποτελεί για την κυβέρνηση εξέχον σημείο ιδεολογικής και πολιτικής αναφοράς, πυλώνας σκέψης, δράσης και πρακτικής. Υπό αυτή την έννοια, η διάσωσή τους ίσως και να αποτελεί μέρος ενός «παζαριού».
Ο πρόεδρος του Eurogroup, Γερούν Ντάϊσελμπλουμ, όταν ρωτήθηκε για το θέμα, ήταν σαφής στις δηλώσεις του, λέγοντας πως στα εργασιακά «είμαστε δεσμευμένοι από τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές». Ο Ολλανδός υπουργός Οικονομικών μπορεί να παρέπεμψε την οριστική διευθέτηση του ανοιχτού ζητήματος στις επιτροπές και τους εμπειρογνώμονες, αφού η διαπραγμάτευση βρίσκεται σε εξέλιξη, ωστόσο το μήνυμά του ήταν ηχηρό, κυρίως προς την κατεύθυνση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Από την άλλη πλευρά, η Αθήνα δεν μπορεί να τα έχει όλα δικά της. Για να πάρει χρέος και εργασιακά, πρέπει κάτι να θυσιάσει. Και επειδή οι διατυπώσεις στην πολιτική παίζουν σημαντικό ρόλο, όπως και η λογική της «χρυσής τομής», δεν αποκλείεται να υπάρχει, ήδη, μία πρώτη άτυπη συμφωνία για τη διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018, υπό προϋποθέσεις. Η σιωπηρή συναίνεση από την πλευρά μας, είναι αρκετά πιθανό να συνδέεται και με άλλες θετικές εκπλήξεις, (σε συμβολικό κυρίως χαρακτήρα), όπως η πιθανή έξοδος του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα.
Το πρόβλημα, βέβαια, είναι ότι η κυβέρνηση απορρίπτει μετά βδελυγμίας τη λήψη νέων μέτρων, μετά τη λήξη του προγράμματος. Και εδώ, όμως, υπάρχουν περιθώρια για «νίκες», αρκεί η περίοδος αυτή, (της διατήρησης των υψηλών πλεονασμάτων), να μην υπερβαίνει την ίδια τη λογική. Γιατί, υπάρχουν και παράλογες προσεγγίσεις, που θέλουν τον ορίζοντα αυτό πενταετίας, επταετίας ή δεκαετίας, όπως αποκάλυψε ο πρόεδρος του Eurogroup.
Στη βάση ενός θετικού σεναρίου, αυτό που μπορεί να γίνει πρακτικά, είναι να επιτευχθεί η ολοκλήρωση του προγράμματος το 2018, να καταφέρει η κυβέρνηση να «πουλήσει» στο εσωτερικό ότι βγήκαμε από το Μνημόνιο, αλλά ταυτόχρονα να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο ειδικής διαχείρισης, για 2-3 χρόνια μετά τη λήξη του προγράμματος, με πολλά «αν», (στα πρότυπα του «κόφτη»), και αρκετά αυστηρή επιτήρηση.
Αυτό σημαίνει ότι αναγκαστικά θα ληφθούν κάποιες «πρόνοιες» για την περίοδο μετά το 2018, χωρίς, όμως, να ονομάζονται «νέα μέτρα». Πρόκειται για το παραλογισμό των συμβολισμών, σε επίπεδο πολιτικής διαχείρισης. Περίπου το ίδιο πράγμα, η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου, το είχε ονομάσει «πιστοληπτική γραμμή». Μόνο που δεν πρόλαβε να φτάσει σε αυτή…
Το κακό, πάντως, -με εξαίρεση το κυνήγι 6 δισ. ευρώ, χοντρικά, κάθε χρόνο, (3,5% πλεόνασμα)- ίσως αποδειχθεί μικρό, αφού το καθεστώς επιτήρησης ισχύει, ήδη, κανονικά και με το νόμο, για όλες τις χώρες της Ευρωζώνης. Συνεπώς, η «έξοδος από το Μνημόνιο» είναι εφικτή. Το «να βγούμε από την επιτροπεία», όμως, δεν μπορεί να βρει εφαρμογή σε καμία των περιπτώσεων. Εκτός, εάν εννοεί κανείς, μόνο την «επιτροπεία» του Μνημονίου, δηλαδή τα πήγαινε – έλα των Θεσμών. Δεν είναι λίγο και αυτό…
Άλλοι θα πουν ότι ουσιαστικά παίζουμε με τις λέξεις. Ίσως να μην έχουν άδικο, επί του παρόντος. Ενδέχεται να διαψευστούν, όμως, όταν έρθει η ώρα του τελικού λογαριασμού, τo 2018, σε επίπεδο μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, «αν χρειαστεί», όπως είπε ο πρόεδρος του Eurogroup. Εφόσον πάρουμε κάτι καλύτερο στην απομείωση του χρέους, (πέρα από το 20% του ΑΕΠ έως το 2060 – για το οποίο ήδη λένε οι… απέναντι ότι είναι μόλις το 1/3 του PSI), τότε θα γίνει πιο εύκολη η διαχείριση ενός νέου πλαισίου, για μετά το 2018, όπως κι αν ονομαστεί αυτό…