Societe Generale: Να μην ανησυχούν οι χώρες του Νότου για τις χρηματοδοτικές ανάγκες τους
Η ανάπτυξη στις χώρες της ευρωζώνης είναι ως τώρα ανθεκτική, αλλά θα χρειαστεί να προετοιμαστούμε για έναν πολύ δύσκολο χειμώνα, σύμφωνα με τη Société Générale. Με βάση τις εκτιμήσεις, ο πληθωρισμός θα φτάσει περίπου στο 10% τον Σεπτέμβρη, ενώ τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα παραμείνουν υψηλά το 2022, με σταδιακή δημοσιονομική σύσφιξη από το 2023.
Το ισχυρό ονομαστικό ΑΕΠ και η μεγάλη διάρκεια του χρέους των χωρών θα κρατήσει πάντως τους δείκτες χρέους υπό έλεγχο, ενώ δεν υπάρχουν ανησυχίες για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία.
Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει η γαλλική τράπεζα, από τον Ιούνιο, οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου έχουν εκτοξευθεί και αρχίζουμε να βλέπουμε τις πρώτες αρνητικές επιπτώσεις των ιστορικά υψηλών τιμών σε βιομηχανίες υψηλής έντασης αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας, με προσωρινές μειώσεις παραγωγής ή κλείσιμο εργοστασίων. Οι έρευνες για τις επιχειρήσεις καταδεικνύουν σημαντική επιβράδυνση και η Société Générale αναμένει ότι η ανάπτυξη της ζώνης του ευρώ θα επιβραδυνθεί στο 0,1% σε τριμηνιαία βάση το γ’ τρίμηνο και στο 0% το δ’ τρίμηνο, με μία ήπια τεχνική ύφεση να είναι πιθανή.
Μέχρι στιγμής, η οικονομία της ευρωζώνης έχει πάντως παραμείνει ανθεκτική, παρατηρεί η SocGen. Η ανάπτυξη ήταν ισχυρή το α’ εξάμηνο του 2022 (0,7% σε τριμηνιαία βάση το α’ τρίμηνο και 0,8% σε τριμηνιαία βάση το β’ τρίμηνο του ’22), υπερδιπλάσια του ρυθμού της δυνητικής ανάπτυξης (1,3% ετησίως ή 0,3% σε επίπεδο τριμήνου). Αυτά είναι… παλιά νέα, όπως σημειώνει, αλλά υπογραμμίζουν την ανθεκτικότητα της οικονομίας της ζώνης του ευρώ σε κραδασμούς, π.χ. πληθωρισμό, διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας και τη σύγκρουση Ρωσίας/Ουκρανίας) και οι εταιρείες επωφελήθηκαν από την ισχυρή τιμολογιακή ισχύ, καθώς η παγκόσμια ζήτηση υπερέβη την παγκόσμια προσφορά. Οι εταιρείες συνεχίζουν να επενδύουν και να προσλαμβάνουν.
Εν τω μεταξύ, τα νοικοκυριά πλήττονται από μεγάλο πληθωριστικό σοκ, αλλά η πτώση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος περιορίζεται από την ισχυρή επιτάχυνση των αποζημιώσεων εργασίας και της κρατικής στήριξης, ενώ χάρη στις συσσωρευμένες πλεονάζουσες αποταμιεύσεις στο παρελθόν, οι καταναλωτές επωφελούνται από το πλήρες άνοιγμα της οικονομίας.
Ο πληθωρισμός αυξήθηκε απότομα και θα κορυφωθεί λίγο κάτω από το 10% σε ετήσια βάση
Ο συνολικός πληθωρισμός εκτινάχθηκε σε υψηλό ρεκόρ 9,1% σε ετήσια βάση τον Αύγουστο, με τον δομικό πληθωρισμό να αυξάνεται κατά 4,3% σε ετήσια βάση. “Πιστεύουμε ότι ο ισχυρότερος δομικός πληθωρισμός και ο πληθωρισμός των τροφίμων θα ωθήσουν τον συνολικό πληθωρισμό σε ένα κυκλικό ανώτατο όριο 9,8% τον Σεπτέμβριο, αν και οι κίνδυνοι για υψηλότερα επίπεδα είναι υπαρκτοί”, σημειώνει η SocGen. Η ενέργεια παραμένει ο μεγαλύτερος παράγοντας και ενέχει κίνδυνο για τις προβλέψεις αυτές, όπως εξηγεί, δεδομένης της αβεβαιότητας γύρω από τις παροχές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας και την επακόλουθη αύξηση των τιμών χονδρικής. Ωστόσο, δεδομένης της πρόσφατης πτώσης των τιμών της βενζίνης, ο πληθωρισμός της ενέργειας πιθανόν να έχει ήδη κορυφωθεί.
Η SocGen εκτιμά πως ο δομικός πληθωρισμός θα κορυφωθεί στις αρχές του 2023 (περίπου 5,3% τον Μάρτιο/Απρίλιο) λόγω της πρόβλεψής της για υψηλότερη αύξηση των μισθών καθώς και των υψηλότερων τιμών ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου που τροφοδοτούν τις τιμές των αγαθών. Πιθανότατα δεν θα δούμε τον θετικό αντίκτυπο στις τιμές των αγαθών από τη χαλάρωση των σημείων συμφόρησης της προσφοράς πριν από το β’ εξάμηνο του 2023 και υπάρχει κίνδυνος για ένα πιο επίμονο σπιράλ μισθών-τιμών. Ο συνολικός πληθωρισμός ωστόσο θα κινηθεί σημαντικά πάνω από 2,0% έως το 2025.
Η SocGen υπολογίζει το δημοσιονομικό έλλειμμα στην ευρωζώνη στο 4,8% φέτος, ελαφρώς χαμηλότερο από το 5,1% το 2021 (δημοσιονομική χαλάρωση 0,8% του ΑΕΠ). Αυτό μπορούμε να το δούμε στα εθνικά προγράμματα σταθερότητας που δημοσιεύθηκαν τον περασμένο Απρίλιο, με τις περισσότερες χώρες να επισημαίνουν αύξηση των διαρθρωτικών τους ισοζυγίων για το 2023 και μείωση των δεικτών δημόσιων δαπανών.
Αυτή η στάση πιθανότατα θα αλλάξει τους προϋπολογισμούς του 2023 αυτό το φθινόπωρο, με μέτρα που θα βοηθήσουν στην ελάφρυνση του ενεργειακού κόστους. Μια πρώτη εκτίμηση, εξετάζοντας το εμπορικό ισοζύγιο των ενεργειακών προϊόντων, υποδηλώνει ότι η ενεργειακή επιβάρυνση θα αυξηθεί κατά 3-4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ το δεύτερο εξάμηνο του 2022 και το 2023, σε σύγκριση με τα κανονικά επίπεδα (προ της πανδημίας) ή το 2021. Υποθέτοντας ότι μόνο το ήμισυ της αύξησης καλύπτεται από τα κρατικά κεφάλαια, αυτό θα σήμαινε αύξηση του δημόσιου ελλείμματος τουλάχιστον 1,5% του ΑΕΠ – αν και δυνητικά αντισταθμίζεται από το νέο φόρο στα απροσδόκητα κέρδη των εταιρειών.
Μέχρι στιγμής, οι προβλέψεις της γαλλικής τράπεζας συνεχίζουν να βλέπουν σταδιακή δημοσιονομική σύσφιξη, κυρίως λόγω του υψηλότερου ποσοστού των φορολογικών εσόδων. Ωστόσο, όπως εκτιμά, ακόμη και με υψηλά δημόσια ελλείμματα, η πρόσφατη αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων δεν θα πρέπει να οδηγήσει σε υψηλότερους δείκτες χρέους τα επόμενα χρόνια, χάρη στην ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ και τη μεγάλη διάρκεια του χρέους. Επιπλέον, όπως τονίζει, το γεγονός ότι χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία, η περιφέρεια δηλαδή, έχουν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης με χαμηλότερα επιτόκια από αυτά της αγοράς, θα διατηρήσει το κόστος δανεισμού τους σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, ενώ ο βραχυπρόθεσμος δανεισμός τους είναι ουσιαστικά καλυμμένος με τη βοήθεια και των ευέλικτων επανεπενδύσεων του προγράμματος PEPP της ΕΚΤ, οι οποίες και ήδη στρέφονται έντονα προς την περιφέρεια.
Δεδομένης της ανησυχητικής δύναμης του πληθωρισμού, η δυναμική δράση της ΕΚΤ είναι αναπόφευκτη, εκτιμά η SocGen. Ο στόχος είναι να επιτευχθεί γρήγορα μια πιο ουδέτερη στάση πολιτικής. Tο ουδέτερο επιτόκιο είναι περίπου στο 1,5% και αναμένεται ότι το επιτόκιο καταθέσεων θα διαμορφωθεί στο 1,75% μέχρι το τέλος του 2022.
Η γαλλική τράπεζα αναμένει αυξήσεις επιτοκίων κατά τουλάχιστον 50 μονάδες βάσης τον Οκτώβριο και τον Δεκέμβριο, φέρνοντας το επιτόκιο καταθέσεων σε ουδέτερο έδαφος, καθώς η οικονομία επιβραδύνεται, και άλλες τρεις αυξήσεις κατά 25 μονάδες βάσης το επόμενο έτος. Επιπλέον, αν δεν συζητηθεί η ποσοτική σύσφιξη, δηλαδή η μείωση του ισολογισμού της ΕΚΤ και των θέσεών της στα ομόλογα (QT), αυτό συνεπάγεται υψηλότερες αυξήσεις επιτοκίων.