Σοκ και δέος στην παγκόσμια αγορά ομολόγων
Σε… περιδίνηση βρίσκονται οι αγορές ομολόγων λόγω του ακριβού χρήματος, εξ αιτίας του οποίου αναστατώνονται και οι αγορές μετοχών, που στο μεγαλύτερο μέρος της χρονιάς κινούνταν ανοδικά. Μάλιστα αυτή η ανοδική πορεία πραγματοποιήθηκε εν μέσω σημαντικών αντιξοοτήτων οι οποίες προέρχονταν από την αύξηση του κόστους ζωής, τον πόλεμο στην Ουκρανία, τις γεωπολιτικές συγκρούσεις και την απειλή της ύφεσης.
Αυτή η εικόνα όμως ανήκει πλέον στο παρελθόν. Ο υψηλός πληθωρισμός ο οποίος δεν χαλιναγωγείται εύκολα, όπως κάποιοι πίστευαν, ο κύκλος της πιο επιθετικής νομισματικής σύσφιξης που δεν έκλεισε και η συρρίκνωση της οικοδομικής δραστηριότητας σε μεγάλες οικονομίες αφήνουν έντονα τα αποτυπώματά τους.
Σε αυτό το περιβάλλον το κόστος δανεισμού για τις κυβερνήσεις έχει επιστρέψει σε επίπεδα που είχαμε να δούμε λίγο πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση ή και κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη.
Η απόδοση του 10ετους κρατικού ομολόγου των ΗΠΑ έφτασε σήμερα το πρωί έως και το 4,884%, ενώ του 30ετους εκτινάχθηκε στο 5%. Και στις δύο περιπτώσεις είναι οι υψηλότερες αποδόσεις που βλέπουμε από το 2007, λίγο πριν σπάσει η φούσκα των subprime δανείων και υποστεί η παγκόσμια οικονομία σε πιστωτική ασφυξία. Την ίδια ώρα η απόδοση του 10ετους γερμανικού ομολόγου (που θεωρείται παραδοσιακά καταφύγιο των αγορών) σκαρφαλώνει στο 3% – σημείο που είχαμε να δούμε από το 2011, όταν η «ελληνική κρίση» ταλάνιζε τη νομισματική ένωση του ευρώ. Ακόμη και στην Ιαπωνία τα overnight swaps των 10ετών ξεπέρασαν το 1%, για πρώτη φορά από τον Ιανουάριο.
Τα ελληνικά ομόλογα δεν μπορούν να παραμείνουν ανεπηρέαστα. H απόδοση του ελληνικού κρατικού 10ετους ανέρχεται σήμερα στο 4,52% – αυξημένη κατά σχεδόν μία μονάδα σε σχέση με τα επίπεδα, στα οποία βρισκόταν στις 26 Ιουνίου – την επομένη του εκλογικού θριάμβου της Νέας Δημοκρατίας. Το μαζικό ξεπούλημα στις αγορές θα μπορούσε να παρασύρει τις τιμές των ελληνικών ομολόγων ακόμη χαμηλότερα, αυξάνοντας αντίστοιχα ακόμη περισσότερο την απόδοσή τους (δηλαδή το κόστος με το οποίο δανείζεται το κράτος). Ωστόσο ένα μικρό «φρένο» μπαίνει από τις ενθαρρυντικές επισημάνσεις των οίκων αξιολόγησης και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, ύστερα από 13 χρόνια στην κατηγορία των «σκουπιδιών».