«Στροφή» στην καλλιέργεια βιολογικών προϊόντων
Η επαγγελματική ενασχόληση με τη βιολογική γεωργία είναι μια δραστηριότητα, που εδώ και αρκετά χρόνια κερδίζει όλο και περισσότερους αγρότες, αλλά και ανθρώπους οι οποίοι δεν είχαν μέχρι πρότινος ιδιαίτερη σχέση με τον χώρο, αλλά αποφασίζουν να ρισκάρουν και να ασχοληθούν με έναν κλάδο αρκετά κερδοφόρο, αν ακολουθηθούν με συνέπεια οι αρχές του. Η ενασχόληση αυτή προϋποθέτει τον σεβασμό των αρχών, των κανόνων και των απαιτήσεών της. Αρχικά όμως, τι είναι μια βιολογική καλλιέργεια;
Η βιολογική καλλιέργεια είναι, ουσιαστικά, η καλλιέργεια δίχως την οποιαδήποτε προσθήκη χημικών λιπασμάτων, εντομοκτόνων και ζιζανιοκτόνων για τη βελτίωση της παραγωγής και χωρίς την χρήση αυξητικών ορμονών και άλλων αντίστοιχων ουσιών στις τροφές των ζώων για την υπέρμετρη -και ενάντια στη φύση- ανάπτυξή τους. Αντίθετα με τη συμβατική καλλιέργεια, η βιοκαλλιέργεια δίνει ζωή στο έδαφος και γεύση στην παραγωγή. Ως λιπάσματα, αξιοποιούνται αποκλειστικά και μόνο φυτικά υπολείμματα και ζωική κοπριά. Οι σωστές αποστάσεις των φυτών και κάποια ωφέλιμα έντομα χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση των βλαβερών οργανισμών. Σε έναν κόσμο, που ο πληθυσμός έχει αγγίξει πλέον τα 8 δισεκατομμύρια, που η γη μολύνεται με χημικά προϊόντα τα οποία τη δηλητηριάζουν και την κάνουν άγονη, είναι φυσικό να αναρωτιόμαστε αν η τροφή μας είναι η ενδεδειγμένη ή, τελικά, μας κάνει κακό.
Στο πλαίσιο μιας συνηθισμένης διατροφής, χωρίς τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία, με μια πλειάδα ανθυγιεινών και βλαβερών ουσιών, με τρόφιμα χωρίς γεύση και άρωμα, είναι επόμενο να θέλουμε και να αποζητάμε την αγορά βιολογικών προϊόντων. Όσο περισσότεροι άνθρωποι στρέφονται σε φρέσκα και εποχιακά προϊόντα, που παράγονται από βιολογική καλλιέργεια και εκτροφή, τόσο το κόστος τους θα μειώνεται. Ωστόσο, πάντα η τιμή τους θα είναι ακριβότερη από τα συμβατικά προϊόντα. Εδώ είναι βέβαια που πρέπει να σταθούμε και να αναρωτηθούμε αν η υγεία μας έχει τιμή και τι ιεραρχούμε πρώτο, αυτήν ή το πορτοφόλι μας.
Για καιρό οι βιολογικές καλλιέργειες παρέμειναν σχετικά άγνωστες. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ‘50 βασική προτεραιότητα της γεωργίας ήταν να ικανοποιεί τις άμεσες ανάγκες σε τρόφιμα και να αυξάνει σταδιακά το βαθμό παραγωγής. Από το 1980 κι έπειτα, όμως, η εξέλιξη ήταν ραγδαία. Επιστήμονες και Μέσα Ενημέρωσης άρχισαν να πληροφορούν τον κόσμο για τα βιολογικά προϊόντα, οι καταναλωτές άρχισαν να αποδέχονται την αξία τους για μια πιο υγιεινή διατροφή, ενώ με την ιδέα των βιολογικών καλλιεργειών συμφωνούσαν και τα κινήματα για την προστασία του περιβάλλοντος και τη σωστή διαχείριση των φυσικών πόρων της γης. Η βιολογική γεωργία συνεχίζει να αναπτύσσεται, όχι μόνο στις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και στις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία και την Ιαπωνία.
Ας πάμε τώρα στα πρακτικά ζητήματα. Όσοι επιθυμούν να γίνουν παραγωγοί βιολογικών προϊόντων, θα πρέπει να είναι σίγουροι ότι γνωρίζουν καλά τη σχετική νομοθεσία, ώστε να έχουν πλήρη επίγνωση των ευθυνών τους.
Το πρώτο που πρέπει να εξασφαλίσει κάποιος, προτού ξεκινήσει οποιαδήποτε δραστηριότητα στον τομέα των βιολογικών προϊόντων, είναι η επικοινωνία με την αρμόδια γεωργική αρχή της χώρας του. Η αρμόδια αρχή μπορεί να σας δώσει πληροφορίες σχετικά με τα διαθέσιμα μέτρα στήριξης, καθώς και πιο γενικές συμβουλές.
Όσοι παραγωγοί, μεταποιητές και έμποροι τροφίμων επιδιώκουν να προωθήσουν στην αγορά τα βιολογικά τρόφιμα που παράγουν, πρέπει να έχουν εγγραφεί σε κάποιον οργανισμό ή φορέα ελέγχου. Είναι στις αρμοδιότητες του οργανισμού ή του φορέα ελέγχου να διαπιστώσει πως ο εκάστοτε φορέας εκμετάλλευσης λειτουργεί με βάση τους κανόνες βιολογικής παραγωγής. Κάθε χώρα-μέλος της Ε.Ε. έχει τη δικαιοδοσία να αποφασίζει αν θα πρόκειται για δημόσιο ή ιδιωτικό οργανισμό ή φορέα, ο οποίος, σε κάθε περίπτωση, θα ελέγχει ότι τηρούνται οι κανόνες της Ένωσης για τη βιολογική παραγωγή.
Αν λοιπόν επιθυμείτε να γίνετε παραγωγός βιολογικών προϊόντων, προϋποτίθεται ότι λαμβάνετε πιστοποίηση μέσω φορέα ελέγχου. Αυτό περιλαμβάνει ετήσια επιθεώρηση και σειρά ελέγχων, για να είναι βέβαιο ότι σέβεστε πραγματικά τις νόρμες που έχουν θεσπιστεί για τη βιολογική παραγωγή.
Μετατροπή
Κάθε γεωργική εκμετάλλευση, για να παράγει βιολογικά προϊόντα, πρέπει να υποβληθεί σε μια διαδικασία που είναι γνωστή ως «μετατροπή». Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, πρέπει να χρησιμοποιούνται μέθοδοι βιολογικής παραγωγής αλλά το προϊόν που προκύπτει δεν μπορεί να πωληθεί ως βιολογικό. Η διάρκεια της εν λόγω περιόδου μετατροπής εξαρτάται από το είδος του παραγόμενου βιολογικού προϊόντος:
– 3 έτη για οπωρώνες με πολυετείς καλλιέργειες μαλακών φρούτων, οπωροφόρων δέντρων ή αμπελιών,
– 12 μήνες για εκμεταλλεύσεις βόσκησης χοίρων και πουλερικών και
– 2 έτη για ετήσιες καλλιέργειες βοσκοτόπων για μηρυκαστικά.
Το διάστημα μετατροπής, ίσως, είναι δύσκολο για τις βιολογικές εκμεταλλεύσεις. Με τις βιολογικές μεθόδους η απόδοση συχνά πέφτει, ενώ την ίδια στιγμή τα τρόφιμα που παράγονται κατά τη διάρκεια της περιόδου μετατροπής δεν μπορούν να πωληθούν σε τιμές βιολογικών προϊόντων. Για τον λόγο αυτό, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι χώρες που την απαρτίζουν προσφέρουν διάφορα μέτρα στήριξης για να βοηθήσουν τους παραγωγούς βιολογικών προϊόντων στο ξεκίνημά τους.
Το σύνολο των φυτών που καλλιεργούνται κατά τη διάρκεια της περιόδου μετατροπής πρέπει να προέρχονται από βιολογικούς σπόρους. Χρηματοδοτική στήριξη για τους παραγωγούς βιολογικών προϊόντων Η χρηματοδοτική στήριξη της Ε.Ε. μπορεί να παρέχεται, τόσο για τη μετατροπή της εκμετάλλευσης στη βιολογική γεωργία, όσο και για τη διατήρηση της βιολογικής ιδιότητας. Με τον τρόπο αυτό αναγνωρίζονται, τόσο ο ρόλος που επιτελεί η βιολογική γεωργία στις προτεραιότητες της αγροτικής ανάπτυξης, όσο και τα πιθανά κοινωνικά οφέλη που μπορούν να προκύψουν από τις μεθόδους βιολογικής παραγωγής.
Τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. έχουν τη δυνατότητα να παρέχουν στήριξη με διάφορους τρόπους. Έτσι μπορούν να ανταποκρίνονται σε συγκεκριμένες προκλήσεις, τις οποίες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν οι παραγωγοί βιολογικών προϊόντων που δραστηριοποιούνται σε αυτές.
Έρευνα, βέλτιστες πρακτικές και παροχή συμβουλών
Η Ε.Ε. δεν στηρίζει μόνο οικονομικά τους γεωργούς. Οι παραγωγοί βιολογικών προϊόντων μπορούν να παίρνουν συμβουλές σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές ή τον τρόπο υιοθέτησης νέων και καινοτόμων λύσεων, κάτι που μπορεί να συντείνει στη συνολικότερη βελτίωση της αποδοτικότητας και, ως εκ τούτου, να αποδώσει υψηλότερα κέρδη.
Η Ευρωπαϊκή Σύμπραξη Καινοτομίας για τη Γεωργία επιδιώκει την προώθηση μιας ανταγωνιστικής και βιώσιμης γεωργίας και δασοκομίας, που επιτυγχάνει περισσότερα και καλύτερα αποτελέσματα με λιγότερους πόρους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση στηρίζει ακόμα τους γεωργούς για να συγκροτούν οργανώσεις παραγωγών, που συμβάλλουν στην προστασία από αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και παρέχουν στήριξη κατά τις διακυμάνσεις της αγοράς.
Οι παραγωγοί βιολογικών προϊόντων μπορούν να υποβάλουν αίτηση και για άλλες μορφές εισοδηματικής στήριξης, στο πλαίσιο της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ). Σε αυτές περιλαμβάνονται οι άμεσες πληρωμές, καθώς και οι ενισχύσεις ειδικά για τους νέους γεωργούς.
Επιπροσθέτως, οι παραγωγοί βιολογικών προϊόντων πληρούν αυτομάτως τις προϋποθέσεις για ενισχύσεις οικολογικού προσανατολισμού. Οι ενισχύσεις οικολογικού προσανατολισμού σχεδιάστηκαν ως υλικό κίνητρο, που θα παρακινεί τους γεωργούς να παίρνουν αποφάσεις με οικολογικό πρόσημο και η αυτόματη ενίσχυση για τους παραγωγούς βιολογικών προϊόντων αποτυπώνει τα πολλαπλά πλεονεκτήματα της βιολογικής γεωργίας για το περιβάλλον.
Το θέμα της τιμής
Γενικότερα, όπως προαναφέραμε, οι τιμές των βιολογικών προϊόντων είναι υψηλότερες σε σύγκριση με αυτές των συμβατικών. Αυτό συμβαίνει για κάποιους λόγους πολύ συγκεκριμένους. Αρχικά, γιατί οι διάφορες τεχνικές που χρησιμοποιούνται μέχρι να παραχθεί το τελικό προϊόν είναι ιδιαίτερα δαπανηρές. Ακόμα, η απόδοση, η σοδειά των βιολογικών καλλιεργειών δηλαδή, είναι πιο μικρή γιατί η καλλιέργεια επιτυγχάνεται με φυσιολογικούς ρυθμούς και δεν παρατηρούνται φαινόμενα «υπερπαραγωγής», όπως συμβαίνει στις εντατικές καλλιέργειες.
Υποθετικά, όταν οι βιολογικές καλλιέργειες αναπτυχθούν περισσότερο και πάρουν τη θέση που τους αξίζει, το κόστος και οι τιμές θα πέσουν σε επίπεδα που θα είναι απολύτως ανταγωνιστικά. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι, στις μέρες μας η κατανάλωση βιολογικών προϊόντων στην Ελλάδα καλύπτει μόλις το 0,4% της συνολικής, σε σχέση με το 2-5% της μέσης κατανάλωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Παρόλα αυτά, είναι αρκετά ενθαρρυντικό ότι, τα βιολογικά προϊόντα κάνουν σιγά, σιγά την εμφάνισή τους σε όλο και περισσότερα σημεία πώλησης. Ξεκινώντας από μαγαζιά ντελικατέσεν, ως σπάνιο προϊόν, συνέχισαν με τις ειδικές λαϊκές αγορές στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και μεγάλες επαρχιακές πόλεις, ενώ πλέον μπορείτε να τα βρείτε σε εξειδικευμένα καταστήματα και αλυσίδες βιολογικών προϊόντων, αλλά και σε ειδικές γωνιές στα περισσότερα μεγάλα σούπερ μάρκετ.
Η προτίμηση στα βιολογικά προϊόντα δεν αποτελεί μόνο μια συνειδητοποιημένη καταναλωτική επιλογή, αλλά συνιστά και μια διαφορετική αντίληψη, με επίκεντρο τον σεβασμό προς τη φύση και την ποιότητα ζωής.
Μερικές πληροφορίες ακόμα!
-Οι βιολογικές καλλιέργειες βοηθούν στην αποτοξίνωση του περιβάλλοντος από τις ουσίες, με τις οποίες το έχουν επιβαρύνει οι συμβατικές καλλιέργειες.
-Ορισμένες καλλιέργειες βρίσκονται στο μεταβατικό στάδιο μετατροπής τους από συμβατικές, εντατικές σε βιολογικές. Για να απαλλαγεί το έδαφος από τα υπολείμματα των χημικών ουσιών χρειάζονται δύο χρόνια περίπου και κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η πορεία της καλλιέργειας ελέγχεται από τους οργανισμούς πιστοποίησης. Προϊόντα που παράγονται από τέτοια κτήματα πρέπει να φέρουν την ένδειξη «Προϊόν βιολογικής καλλιέργειας σε μεταβατικό στάδιο».
-Αυθεντικά βιολογικά προϊόντα -και κυρίως οπωροκηπευτικά- είναι διαθέσιμα μόνο στην εποχή τους.
-Τα τελευταία χρόνια οι εντατικές καλλιέργειες και το marketing προωθούν μια υποχρεωτική ομοιομορφία στην εμφάνιση των φρούτων και των λαχανικών. Αντίθετα, τα βιολογικά προϊόντα μπορεί να είναι πιο μικρά σε μέγεθος και ενδεχομένως λιγότερο όμορφα αισθητικά από τα συμβατικά, ταυτόχρονα όμως είναι πιο νόστιμα και υγιεινά.
Τα προϊόντα που… τραβάνε
Ελαιόλαδο: Η βιολογική παραγωγή ελαιοκάρπου είναι δυνατή σε διάφορους τύπους ελαιώνων. Δηλαδή, μπορεί να ενταχθεί ένας ελαιώνας βιολογικής γεωργίας, του οποίου η πρώτη συγκομιδή μπορεί να πιστοποιηθεί. Επίσης, μπορεί να ενταχθεί ένας συμβατικός ή ολοκληρωμένης διαχείρισης ελαιώνας, αφού μετατραπεί σε βιολογικής γεωργίας, μετά από ένα μεταβατικό στάδιο τριών ετών. Σε αυτή τη μεταβατική περίοδο, όλοι οι κανόνες της βιολογικής γεωργίας πρέπει να πληρούνται, αν και το τελικό προϊόν (ελιές ή ελαιόλαδο) δεν μπορεί να διατεθεί στην αγορά ως τέτοιο. Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλη τάση από τους ελαιοπαραγωγούς να μετατρέπουν τις ελαιοκαλλιέργειες τους σε βιολογικές. Οι βιολογικά καλλιεργούμενοι ελαιώνες αποτελούν το 50% των βιολογικών καλλιεργειών της χώρας μας. Ένα άλλο χαρακτηριστικό του βιολογικά παραγόμενου ελαιολάδου είναι ότι, το 50% αυτής της παραγωγής εξάγεται ως τυποποιημένο βιολογικό προϊόν, με τιμές που κυμαίνονται από 4 έως 4,5 ευρώ το κιλό.
Βιολογικό σταφύλι, κρασί, τσίπουρο: Η παραγωγή και η ζήτηση κρασιών, που παράγονται από σταφύλια βιολογικής καλλιέργειας, βρίσκονται σε αυξητική πορεία. Η βιολογική καλλιέργεια της αμπέλου είναι η μέθοδος καλλιέργειας κατά την οποία, σύμφωνα με κανονισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφαρμόζονται συγκεκριμένες πρακτικές για την παραγωγή βιολογικών σταφυλιών. Οι πρακτικές αυτές αφορούν τη λίπανση και τη φυτοπροστασία.
Βιολογική ντομάτα: Μεταξύ των λαχανικών που καλλιεργούνται βιολογικά στην Ελλάδα, σε μεγάλο βαθμό, είναι η ντομάτα. Ο λόγος είναι ότι συγκεντρώνει πολλά πλεονεκτήματα, τόσο εξαιτίας της μεγάλης ζήτησης του προϊόντος όσο και για τον τρόπο παραγωγής του. Η βιολογική καλλιέργεια μπορεί να αποφέρει καθαρά κέρδη έως 1.800 ευρώ το στρέμμα. Το κόστος εγκατάστασης και καλλιέργειας είναι 1.200- 1.500 ευρώ στρέμμα. Στη βιολογική καλλιέργεια της ντομάτας δεν επιτρέπεται η χρήση συνθετικών χημικών ουσιών για τη θρέψη των φυτών και την προστασία τους. Αντίθετα, στη συμβατική γεωργία το αγροοικοσύστημα δέχεται καλλιεργητικές πρακτικές, που χρησιμοποιούν μεγάλες ποσότητες χημικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, με αποτέλεσμα την επιβάρυνσή του.
Βιολογική πιπεριά: Η πιπεριά μπορεί να καλλιεργηθεί σε έδαφος αμμώδες, αμμοπηλώδες ή πηλοαμμώδες. Θα πρέπει να έχει καλή στράγγιση, υψηλή περιεκτικότητα σε οργανική ουσία και ρΗ 6-7. Τα φυτά της πιπεριάς αναπτύσσονται κανονικά σε θερμοκρασίες που κυμαίνονται από 16-18°C κατά τη νύχτα και 22-28°C την ημέρα. Η πιπεριά πρέπει να υποστυλώνεται, επειδή βελτιώνεται η ηλιοφάνεια και ο αερισμός των φυτών, με αποτέλεσμα την καλύτερη και μεγαλύτερη παραγωγή.
Ελληνική ρίγανη: Η ρίγανη αυτοφύεται σε πολλές περιοχές της Ευρώπης, της Ασίας, της Β. Αφρικής. Στη χώρα μας αυτοφύεται σχεδόν σε ολόκληρη την Ελλάδα, κυρίως σε ημιορεινές και ορεινές περιοχές. Η ελληνική ρίγανη θεωρείται, από πλευράς ποιότητας, η καλύτερη στον κόσμο. Η ρίγανη είναι ένα φυτό που αντέχει πολύ στο κρύο. Τον χειμώνα καταστρέφεται το υπέργειο τμήμα της, στη συνέχεια την άνοιξη ξαναβλαστάνει το υπόγειο τμήμα της, ενώ αντέχει πολύ και στην ξηρασία.
Λευτέρης Στάικος
[…] πρωτότυπο άρθρο https://1voice.gr/strofi-stin-kalliergeia-viologikon-proionton/ ανήκει στο 1 Voice […]