Συνεδριάζει το Υπουργικό Συμβούλιο στη σκιά των “πρώην”
To νέο μηχανισμό για τον κατώτατο μισθό μετά το 2027, που θα ορίζει την αυξηση του με βάση τους οικονομικούς δείκτες του πληθωρισμού και της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας παρουσιάζει σήμερα στο Υπουργικό Συμβούλιο που συνεδριάζει στις 11:00΄, η Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Νίκη Κεραμέως, ενώ το πλαίσιο για τη μείωση φόρων θα παρουσιάσει ο Πρωθυπουργός.
Σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη για την περίοδο μέχρι το 2027 υπάρχει ήδη ο οδικός χάρτης για την αύξηση του κατώτατου μισθού ο οποίος σήμερα είναι στα 830 ευρώ και θα φτάσει στα 950 μέσα σε τρία χρόνια. Στόχος μέχρι το 2027 η συνολική αύξηση σε σχέση με το 2019 στον κατώτατο μισθό (ήταν 630 ευρώ) να είναι της τάξης του 46%.
Στο Υπουργικό συμβούλιο η υπουργός Εργασίας θα παρουσιάσει το νομοσχέδιο για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2022/2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Ευρωπαϊκή Οδηγία προβλέπει πως τα Ευρωπαϊκά κράτη πρέπει να έχουν όσο γίνεται πιο διαφανείς και αντικειμενικούς τρόπους για την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Όπως έχει ήδη πει και ο πρωθυπουργός με το νέο μοντέλο, βασισμένο σε αυτό της Γαλλίας, προτείνεται η εισαγωγή ενός αυτόματου μηχανισμού αυξήσεως του κατώτατου μισθού, συνυπολογίζοντας τον πληθωρισμό και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας, χωρίς να επιτρέπει μειώσεις.
Αυτό όπως λέει η Κυβέρνηση σημαίνει προβλεψιμότητα και διαφάνεια για εργαζόμενους και εργοδότες, που θα μπορούν να κάνουν τον προγραμματισμό τους.
Σύμφωνα με τους Κυβερνητικούς σχεδιασμούς το νέο μοντέλο θα προσφέρει προστασία απέναντι στην ακρίβεια, καθότι το 20% των φτωχότερων νοικοκυριών θα θωρακίζονται αυτόματα από τις αυξήσεις στο κόστος ζωής.
Αναλυτικά θέματα της συνεδρίασης του Υπουργικού Συμβουλίου είναι:
-Παρουσίαση από την Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Νίκη Κεραμέως του νομοσχεδίου για την ενσωμάτωση της Οδηγίας 2022/2041 για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
-Παρουσίαση από τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη των νομοθετικών πρωτοβουλιών: α) Διαδικασία υποβολής των φορολογικών δηλώσεων, β) Νέα δομή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων,
-Παρουσίαση από τον Υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη νομοσχεδίου για τη ρύθμιση ζητημάτων οργάνωσης και λειτουργίας του Υπουργείου,
-Παρουσίαση από τον Υπουργό Εθνικής Άμυνας Νίκο Δένδια και τον Υφυπουργό Γιάννη Κεφαλογιάννη νομοσχεδίου για τη ρύθμιση υγειονομικών θεμάτων των Ενόπλων Δυνάμεων,
-Παρουσίαση από τον Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Κυριάκο Πιερρακάκη, την Υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη και τον Υπουργό Εσωτερικών Θοδωρή Λιβάνιο των νομοθετικών πρωτοβουλιών για την Ανωτάτη Σχολή Παραστατικών Τεχνών, τις Σχολές Ανώτερης Καλλιτεχνικής Εκπαίδευσης και τα Μουσικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα,
-Παρουσίαση από τον Υπουργό Ανάπτυξης Τάκη Θεοδωρικάκο νομοσχεδίου για τις διαδικασίες ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων, την άσκηση δικαστικών και προδικαστικών προσφυγών και την επαγγελματοποίηση του τομέα των δημοσίων συμβάσεων,
-Παρουσίαση από την Υπουργό Τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη και τον αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού Γιάννη Βρούτση των ερανιστικών νομοσχεδίων των Υπουργείων τους.
Το ενδιαφέρον πάντως σήμερα στο κυβερνών κόμμα στρέφεται στην έναρξη του τριήμερου Διεθνούς Συνεδρίου που θα πραγματοποιηθεί στην έδρα του Ιδρύματος Κ. Καραμανλή (Ελ. Βενιζέλου & Καραϊσκάκη 6, Φιλοθέη), στην αίθουσα “Ευρώπη”, καθώς μετά από πολλούς μήνες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και οι δύο πρώην πρωθυπουργοί Κώστας Καραμανλής και Αντώνης Σαμαράς θα βρεθούν στον ίδιο χώρο, , κατά την έναρξη του συνεδρίου “Από τη Μετάβαση στη Δημοκρατία-Η Δημοκρατία στην εποχή μας” με κεντρικό ομιλητή τον πρώην πρωθυπουργό της Ιταλίας Μάριο Μόντι.
Να σημειωθεί ότι η τελευταία φορά που οι τρείς ισχυροί άνδρες της ΝΔ βρέθηκαν στον ίδιο χώρο ήταν τον περασμένο Απρίλιο, κατά την διάρκεια του “πανηγυρικού” Συνεδρίου της ΝΔ για τα 50 χρόνια από την ίδρυση του κόμματος. Ωστόσο η εκδήλωση στο Πολεμικό Μουσείο τον περασμένο Ιούλιο και η σφοδρή κριτική των δύο πρώην πρωθυπουργών προς την κυβέρνηση για τα εθνικά θέματα και όχι μόνο, πυροδότησε την έναρξη του “ψυχρού πολέμου” στο κυβερνών κόμμα.