Facebook: Κατηγορείται για εκστρατεία λάσπης κατά του TikTok
Η Meta Plaforms, τέως Facebook Inc., προσέλαβε ρεπουμπλικανική συμβουλευτική εταιρεία για να «ενορχηστρώσει πανεθνική καμπάνια« κατά του ανταγωνιστικού TikTok, αποκαλύπτουν εσωτερικά έγγραφα που περιήλθαν στην κατοχή της Washington Post.
Η εταιρεία Targeted Victory ανέθεσε σε δεκάδες εταιρείες δημοσίων σχέσεων να «στρέψουν την κοινή γνώμη κατά του TikTok» με άρθρα και εντιτόριαλ που υποστήριζαν ότι η κινεζική εφαρμογή αποτελεί «κίνδυνο για τα παιδιά στις ΗΠΑ».
Η εκστρατεία λάσπης δεν είναι η πρώτη που οργάνωσε η εταιρεία του Μαρκ Ζάκερμπεργκ, υπενθυμίζει το Associated Press: πριν από 11 χρόνια, το Facebook ανέθεσε σε μεγάλη εταιρεία δημοσίων σχέσεων να δημοσιεύουν άρθρα που επέκριναν τις πρακτικές ιδιωτικότητας της Google.
Και το 2018 οι New York Times αποκάλυψαν ότι η εταιρεία δημοσίων σχέσεων Definers είχε αναλάβει για λογαριασμό του Facebook να επιτεθεί σε επικριτές του όπως ο μεγαλοεπενδυτής Τζορτζ Σόρος, ο οποίος εμφανιζόταν να είναι δήθεν επικεφαλής της οργάνωσης Freedom from Facebook. Την ευθύνη είχε αναλάβει ο τότε επικεφαλής επικοινωνίας του Facebook, Έλιοτ Σράτζ, o oποίος παραιτήθηκε στον απόηχο του σκανδάλου.
Η συνεργασία της Meta με την Targeted Victory επιβεβαιώθηκε και από τις δύο πλευρές μετά το νέο ρεπορτάζ.
«Πιστεύουμε ότι όλες οι πλατφόρμες, συμπεριλαμβανομένου του TikTok, θα πρέπει να υπόκεινται σε έλεγχο σύμφωνα με την αυξανόμενη επιτυχία τους» δήλωσε ο εκπρόσωπος της Meta Άντι Στόουν.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Targeted Victory ανέφερε πως «είναι ευρέως γνωστό ότι συνεργαστήκαμε με τη Meta για πολλά χρόνια και είμαστε περήφανοι για το έργο μας.
Η συμβουλευτική εταιρεία, γνωστή για το συντηρητικό προφίλ της, μεταξύ άλλων κατηγόρησε το TikTok, εφαρμογή της κινεζικής ByteDance, για τη «μόδα» του Slap a Teacher», ή «Χαστούκισε έναν δάσκαλο», που έγινε θέμα στα αμερικανικά σχολεία, καθώς και για την πρόκληση του Devious Licks, η οποία προέτρεπε σε καταστροφές σχολικής περιουσίας.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Washington Post, δημοσιογραφική έρευνα έχει δείξει ότι και οι δύο επικίνδυνες «μόδες» είχαν στην πραγματικότητα ξεκινήσει από το ίδιο το Facebook.