Οι ημέρες για το ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη μετρούσαν αντίστροφα και η περιέργεια για την ισοτιμία του ευρώ και της τουρκικής λίρας δεν μπορούσε να κρυφτεί. Είχαν περάσει άλλωστε έξι μήνες περίπου πριν από το τελευταίο ταξίδι στην Τουρκία, με το ευρώ να καθρεφτίζεται σε 8,80 τουρκικές λίρες, όντας δεδομένο ότι οι συνθήκες θα είναι «βολικές» για όσους επισκεφθούν τη χώρα με ευρώ στην τσέπη. Το ταξίδι φτάνει και ο φωτεινός πίνακας με τα χαρακτηριστικά κόκκινα γράμματα κάτω από το Doviz, το ανταλλακτήριο, γράφει 10,20 για τη σχετική ισοτιμία.

Μέχρι να γραφτούν αυτές οι γραμμές, δυόμισι μήνες μετά την επίσκεψη στην Πόλη, η αδυναμία της λίρας θα μας έκανε ακόμη πιο «πλούσιους», με την αντιστοιχία να φτάνει στο 11,46. Και να φανταστεί κανείς ότι το 2014 ήταν στο 2,84. Ενα χαμόγελο για όσους έχουν αποσκευές στην πλάτη ή τους εμπόρους εκτός Τουρκίας και ένας εφιάλτης για τους ντόπιους. Ακόμη χειρότερα, ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο για Τούρκους που επιθυμούν για λόγους αναψυχής να επισκεφθούν την Ευρώπη.

Η χαριστική βολή του κορωνοϊού, με τη σαφή πτώση του τουρισμού, αλλά και η εσωτερική, μόνιμη αστάθεια της πολιτικής σκηνής δεν αφήνουν τη λίρα να ορθοποδήσει. Δημιουργούν όμως ένα εύφορο έδαφος για μαζική αύξηση των τιμών, με τον πληθωρισμό να ταλαιπωρεί τους πολίτες που βλέπουν τα ράφια των σουπερμάρκετ και τους πάγκους των λαϊκών αγορών να γεμίζουν… χρυσάφι.

Το ίδιο φαίνεται πως δεν ισχύει για τον πρόεδρο Ερντογάν που στις 20 Οκτωβρίου, σε μια «επίδειξη επίσκεψης σε σουπερμάρκετ», πήρε το καρότσι του και κατέγραψε την πτώση των τιμών στο νέο δίκτυο καταστημάτων Kooperatif Market που υπόσχεται καλύτερες τιμές. Σε αυτή την αλυσίδα οι μεσάζοντες παρακάμπτονται και οι εταιρείες ισχυρίζονται ότι προσφέρουν οικονομικά προϊόντα στον τελικό καταναλωτή.

Τα 1.000 τέτοια καταστήματα είχαν ως στόχο να «ισορροπήσει» η αγορά, με την κυβέρνηση να δείχνει ως κύριο υπαίτιο για τον εξωφρενικό πληθωρισμό τους μεγάλους παραγωγούς.

Οι πρώτοι πελάτες βέβαια, όπως ο 45χρονος Οζγκούρ ή η Γκιουλτεκίν από το Σισλί, έλεγαν την ίδια ημέρα στο Reuters πως τα νέα σουπερμάρκετ είναι απλά ένα «ψέμα που δεν διαφέρει σε τίποτα από τις υπόλοιπες αλυσίδες και δημιουργήθηκε μόνο για το σόου».

Ο μεγαλύτερος πληθωρισμός άλλωστε σημειώνεται σε προϊόντα φαγητού, συνεπώς το επικοινωνιακό κόλπο του Ερντογάν γινόταν σε ένα ήδη ευαίσθητο πεδίο. Η πρόκληση του προέδρου που έριξε επί της ουσίας το μπαλάκι στις αλυσίδες των παραγωγών δεν έμεινε αναπάντητη, με τις εταιρείες να δηλώνουν πως ήδη θυσιάζουν το δικό τους κέρδος για να βοηθήσουν τους πολίτες, σύμφωνα με τον Γκαλίπ Αϊκάτς, πρόεδρο των Εμπορικών Εταιρειών Τροφίμων.

Τα όσα εξομολογήθηκαν όσοι επισκέφθηκαν τα νέα σουπερμάρκετ που προσφέρουν χαμηλότερες τιμές επιβεβαιώνονται με μια μικρή βόλτα στην Κωνσταντινούπολη. Σε φτωχικές αλλά και σε πιο πλούσιες γειτονιές.

«Στο παζάρι δεν έχει θέση ο εργένης»

Το ότι μια λαϊκή αγορά έχει «πλαφόν» για την ελάχιστη συναλλαγή δεν είναι κάτι που συναντά κανείς συχνά. Και αυτό το είδαμε σε συνοικιακή αγορά της Πόλης, όπου φίλος που ζει μόνος του δυσκολεύεται να αγοράσει προϊόντα από τους πάγκους της λαϊκής αν δεν προσεγγίσει το «κιλό». Οι πωλητές τον κοιτούν στραβά και αρνούνται να τον εξυπηρετήσουν όταν ζητά να πάρει 2-3 ντομάτες. «Μα τόσες θα φάω, μόνος ζω». «Δοκίμασε να συμπληρώσεις με άλλα λαχανικά».

Οι αποδείξεις στην Τουρκία είναι είδος πολυτελείας και αυτό είναι κάτι που όποιος έχει βρεθεί στη γειτονική χώρα το επιβεβαιώνει. Πολυτελή εστιατόρια, ταβερνάκια, μπακάλικα θα σου δώσουν ένα χαρτί παραγγελίας, συχνά χειρόγραφο με γράμματα ακαταλαβίστικα και κυκλωμένο ένα ποσό που συχνά δεν έχει καμία σχέση με τις τιμές του ραφιού ή του καταλόγου.

Οταν όμως προσεγγίσαμε έναν γηραιότερο κρεοπώλη, αρνήθηκε να πληρώσουμε με κάρτα (εκεί η συναλλαγή θα ήταν ήδη καθορισμένη και νόμιμη) και βγαίνοντας από το μαγαζί του κοίταξε το απέναντι ανταλλακτήριο. Γύρισε, έβγαλε το παραγγελιόχαρτο και έγραψε τη… δική του εκδοχή για το πόσο θα κόστιζε η συναλλαγή μας αν πληρώναμε με ευρώ. Λίγο νωρίτερα, αντικρίσαμε μια άλλη πραγματικότητα στο μενού ενός εστιατορίου και στο τι έγραφε το χειρόγραφο ραβασάκι όταν ήρθε ο λογαριασμός.

«Ψάρι, τέλος»

Η υπεραλιευμένη Θάλασσα του Μαρμαρά ήδη αντιμετώπισε σοβαρότατο πρόβλημα το καλοκαίρι, όταν λόγω της βιομηχανοποίησης των ακτών του Βοσπόρου γέμισε με έναν αποκρουστικό λευκό αφρό. Τα καΐκια σταμάτησαν να ψαρεύουν και ο κόσμος απομακρύνθηκε από τα θαλασσινά. Ο αφρός πέρασε, τουλάχιστον ως προς την εμφάνιση της θάλασσας, αλλά ο φόβος παρέμεινε.

Η μικρότερη ζήτηση έφερε απογείωση των τιμών στα μεγάλα κυρίως ψάρια, με την τιμή του κιλού να φτάνει ακόμη και τις 250 λίρες. Τιμές απαγορευτικές για τα τουρκικά νοικοκυριά που στρέφονται στα νοστιμότατα κατά τα άλλα σταυρίδια και μεζγκίτια (μπακαλιαράκια).

Η χαοτική διαφορά της αγοραστικής δύναμης του ευρώ από εκείνη της τουρκικής λίρας φέρνει και θα φέρει (ειδικά μετά το τέλος του κορωνοϊού, όταν με το καλό αυτό έρθει) τεράστια τουριστική αύξηση στην Τουρκία και δη από έλληνες τουρίστες. Είναι άλλωστε φυσιολογικό καθώς, αν εξαιρέσουμε κάποια προϊόντα με φιξαρισμένες τιμές, όπως π.χ. κινητά, υπολογιστές, επώνυμες μάρκες, όλα τα υπόλοιπα είδη είναι πολύ φθηνά για όσους έχουν ευρώ στην τσέπη.

Το νόμισμα όμως έχει δύο όψεις όπως σε κάθε περίπτωση και, εκτός από την προφανή οικονομική περίπτωση διακοπών, δεν μπορεί να κλείσει κανείς τα μάτια στις οικογένειες που δεινοπαθούν στα παζάρια για να ρίξουν την τιμή σε βασικά προϊόντα διατροφής, στα παιδιά και στους ενηλίκους που πωλούν νερά για να λάβουν μία λίρα, δηλαδή λιγότερο από δέκα λεπτά του ευρώ, και στην πλειοψηφία των Τούρκων που γεννήθηκαν ή μεγαλώνουν άτυπα εγκλωβισμένοι στη χώρα τους, όχι λόγω ανεργίας, όχι λόγω περιορισμών, αλλά επειδή ένα εισιτήριο για low cost πτήση μπορεί να φτάσει (με την απαραίτητη βίζα) στο 60% του μισθού.

Η καθημερινότητα στην Τουρκία…