ΤτΕ: Η πανδημία έβλαψε σοβαρά τα νοικοκυριά
“Λαβωμένο” από την πανδημία οι πολίτες όχι μόνο ψυχικά αλλά και οικονομικά.
Με βάση τα στοιχεία που παρατίθενται στην Ετήσια Έκθεση του διοικητή της TτΕ τα οικονομικά των νοικοκυριών επηρεάστηκαν πάρα πολύ γεγονός που έχει κάνει τον κόσμο χρηματοοικονομικά ευάλωτο.
Ο χρηματοοικονομικός πλούτος των νοικοκυριών (μετοχές, ομόλογα, καταθέσεις, αμοιβαία κεφάλαια, ασφαλιστικά προϊόντα, κ.λπ.) μετά από μια μεγάλη άνοδο το 2019, βρέθηκε στο τέλος του τρίτου τριμήνου του 2020 μειωμένος κατά 8,4% σε σχέση με την αρχή της ίδιας χρονιάς.
Η υποχώρηση αυτή προήλθε σχεδόν αποκλειστικά από την πτώση στην οποία υποχρεώθηκαν οι μετοχικές αξίες.
Ωστόσο, ενώ ηTτΕ μένει στα στοιχεία του τρίτου περυσινού τριμήνου, όλα δείχνουν πως από τότε μέχρι σήμερα ο χρηματοοικονομικός πλούτος των ελληνικών νοικοκυριών έχει διογκωθεί σημαντικά, τόσο μέσα από τις αυξημένες καταθέσεις (στοιχεία TτΕ έως και Ιανουάριο του 2021), όσο και από την πορεία των τιμών των μετοχών (π.χ. ο Γενικός Δείκτης του ΧΑ από τις 631,51 μονάδες της 1ης/10/2020 κυμαίνεται πλέον στις 880 μονάδες).
Οι υποχρεώσεις των νοικοκυριών (κυρίως προς τράπεζες και funds που έχουν αγοράσει δάνεια) έχουν μεν μειωθεί από 150 δισ. ευρώ του 2010 περίπου στα 107 δισ. ευρώ το τρίτο τρίμηνο του 2020, ωστόσο αντιστοιχούν στο 89,9% του διαθέσιμου εισοδήματος και στο 42,9% του χρηματοοικονομικού τους πλούτου.
Ο καθαρός χρηματοοικονομικός πλούτος των νοικοκυριών (χρηματοοικονομικός πλούτος μείον υποχρεώσεις) υπολογίζεται στο τέλος του τρίτου περυσινού τριμήνου γύρω στα 150 δισ. ευρώ (μειωμένος κατά 8,5% σε σχέση με την αρχή του έτους), ωστόσο όλα δείχνουν πως έχει ανακάμψει σημαντικά από τον Οκτώβριο του 2020 έως σήμερα.
Με βάση τα στοιχεία του 2018, το 50% των νοικοκυριών είναι χρηματοοικονομικά ευάλωτο, σε σύγκριση με το 31,9% που είναι το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρωζώνη.
Οι καταθέσεις αυξήθηκαν σημαντικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Σύμφωνα με την TτΕ, «η άνοδος αυτή βελτιώνει τη χρηματοοικονομική ανθεκτικότητα των νοικοκυριών και αναμένεται να τροφοδοτήσει σημαντικό μέρος της ανάκαμψης της οικονομίας, μέσω της ενίσχυσης των καταναλωτικών και επενδυτικών δαπανών, μόλις υποχωρήσει η εν εξελίξει πανδημία».