Τέλος στην εκεχειρία πρώην και νυν διοίκησης στην Λαϊκή Τράπεζα, με αιχμές, δηλώσεις και ανταπαντήσεις. Τέλος στην εκεχειρία πρώην και νυν διοίκησης στην Λαϊκή Τράπεζα, με αιχμές, δηλώσεις και ανταπαντήσεις.
Η… κατάπαυση του πυρός μεταξύ της νέας διοίκησης της πρώην Marfin Popular υπό τον κ. Μ. Σαρρή και της παλαιάς του κ. Α. Βγενόπουλου διήρκησε μόλις μερικούς μήνες, την ώρα που η τράπεζα ουσιαστικά τελεί υπό κρατικοποίηση.
Η
FMVoice.gr είχε από τις 30 Μαρτίου επισημάνει με δημοσίευμά της υπό τον τίτλο
«Οι μέτοχοι… λυκοφιλίας της Marfin Popular Bank» ότι το καζάνι έβραζε εδώ και καιρό, ιδιαίτερα μετά τις αιχμές που άφηνε το προηγούμενο διάστημα η νέα διοίκηση της τράπεζας για τους απερχόμενους και τις επενδυτικές τους επιλογές στην Ελλάδα.
Αλλά η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν οι χθεσινές δηλώσεις του κ. Σαρρή ότι το διοικητικό συμβούλιο της Λαϊκής δεν είχε εγκρίνει εκ των προτέρων τη μεγάλη επένδυση της τράπεζας σε ελληνικά ομόλογα,, χαρακτηρίζοντας ως το μεγαλύτερο λάθος της τράπεζας την αγορά των ελληνικών ομολόγων. «Εκ του αποτελέσματος κρίνεται ότι η επικέντρωση σε τόσο μεγάλο κίνδυνο δεν ήταν σωστή και σοφή απόφαση», δήλωσε ο πρόεδρος του ομίλου Μιχάλης Σαρρής, ανοίγοντας ανοικτά για πρώτη φορά το φάκελο ευθυνών για την κατάσταση που υπάρχει στην τράπεζα μετά τις ζημιές €3,6 δισ. που κατέγραψε το 2011.
Ακόμα και όταν η Κεντρική Τράπεζα έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου το Μάρτιο του 2010, με επιστολή στην οποία έκανε σύντομη αναφορά στα ομόλογα, η διοίκηση της Τράπεζας και τα αρμόδια όργανα δεν ενημερώθηκαν, όπως αναφέρθηκε.
Οι δηλώσεις της διοίκησης της Λαϊκής εγείρουν ένα και μοναδικό ερώτημα: ακόμη και αν δεν υπήρξε απόφαση ΔΣ για τις επενδύσεις στα ελληνικά ομόλογα, πώς μπορεί η διοίκηση μας τράπεζας να δηλώνει ότι «δεν εγνώριζε» όταν στις καταστάσεις κάθε τριμήνου αναγράφονται διεξοδικά όλα τα οικονομικά στοιχεία;
Έμμεση απάντηση και μάλλον ακούσια έδωσε ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας κ. Χρίστος Στυλιανίδης, λέγοντας ότι οι επενδύσεις είχαν γίνει το 2008 και 2009, πριν αρχίσουν να αναφύονται τα θέματα με την Ελλάδα και συμπλήρωσε: κατά την άποψη μας ήταν απόφαση υψηλού ρίσκου. Όμως όταν οι οίκοι άρχισαν τα σχόλια οι τιμές των ομολόγων ήταν κάτω κατά 20% και υπήρχε θέμα κατά πόσο κάποιος θα πωλούσε με μία ζημιά που θα υπερέβαινε το μισό δισ. ευρώ.
Άμεση ήταν η απάντηση της πλευράς Βγενόπουλου, δια στόματος πρώην διευθύνοντος συμβούλου της Marfin Popular Bank, κ. Θ. Μπουλούτα. «Στερούνται τεκμηρίωσης αλλά και σοβαρότητας» αυτά που ανέφεραν οι κ.κ. Σαρρής και Στυλιανίδης», επισημαίνοντας ότι η έγκριση των οικονομικών καταστάσεων από το Δ.Σ. ακολουθεί της θετικής εισήγησης της Επιτροπής Ελέγχου και των Εξωτερικών Ελεγκτών. Συνεπώς υπήρξε έγκριση αλλά και πλήρης και ανελλιπής ενημέρωση του Δ.Σ. και των οργάνων της Τράπεζας για την έκθεση σε Ομόλογα.
Ο ίδιος στο υστερόγραφο της επιστολής του αναφέρει ότι οι ισχυρισμοί του περί πλήρους γνώσης των επενδύσεων από την διοίκηση της τράπεζας αποδεικνύονται εξ εγγράφων που έχει στη διάθεσή του «που δυστυχώς λόγω της δεσμεύσεως του απορρήτου δεν μπορώ να δώσω στη δημοσιότητα, είμαι όμως διατεθειμένος να παραδώσω στη Κεντρική Τράπεζα Κύπρου έναντι της οποίας φυσικά το απόρρητο δεν ισχύει».
Η επικείμενη κρατικοποίηση της τράπεζας έρχεται λόγω της αδυναμίας της να καλύψει τις κεφαλαιακές της ανάγκες μέσω ιδιωτικών κεφαλαίων και το κυπριακό δημόσιο θα αναλάβει υποχρεώσεις μέχρι €1,8 δισ. για στήριξη της.
Τι επανα-πυροδότησε τις βολές κατά της πλευράς Βγενόπουλου; Οι πληροφορίες υποστηρίζουν ότι ο κλοιός για την Λαϊκή σφίγγει, πολύ περισσότερο μετά την είσοδο στο ΔΣ της εκπροσώπων του κυπριακού κράτους και δη, μιας αριστερής κυβέρνησης. Οι ίδιες πηγές άφηναν να εννοηθεί ότι η νέα διοίκηση της Λαϊκής δεν βρίσκεται στο απυρόβλητο και ήδη έχουν αρχίσει να υπόκεινται σε κριτική, από τη στιγμή που το κυπριακό κράτος καλείται να «χρεωθεί» όποιο κομμάτι της επικείμενης αύξησης μετοχικού κεφαλαίου δεν καλυφθεί. Μάλιστα, η διαδικασία παραμένει ακόμη άγνωστη, όπως και η συμμετοχή των υφισταμένων μετόχων και δη, της MIG.
Η Λαϊκή, έχοντας εγγράψει στον ισολογισμό του 2011 συνολικές ζημίες 3,560 δισ. ή 2,8 δισ. ευρώ λόγω PSI+ και χωρίς να υπολογίζονται απομειώσεις υπαραξιών που με βάση τον κυπριακό νόμο δεν βαραίνουν τα εποπτικά κεφάλαια, πρέπει να βρει τρόπους να βγει από τη στενωπό.
Εκτός από την ΑΜΚ των 1,8 δισ. ευρώ, η τράπεζα σκοπεύει να αντλήσει 600 εκατ. ευρώ από την ανταλλαγή σε κύρια βασικά πρωτοβάθμια κεφάλαια μέρους των αξιογράφων κεφαλαίου και δευτεροβάθμιου κεφαλαίου. Ήδη ανακοίνωσε την πρόταση ανταλλαγής και προσφοράς υφιστάμενων εξαγοράσιμων ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης (Lower Tier 2) με κυμαινόμενο επιτόκιο αξίας €450 εκατ. που λήγουν το 2016.
Τέλος, θα επιδιώξει να συγκεντρώσει 400 εκατ. ευρώ, μέσω της διαχείρισης του σταθμισμένου ενεργητικού του Ομίλου, συμπεριλαμβανομένης της αποεπένδυσης από μη κύριες επενδύσεις.
Όπως αναφέρεται στην ετήσια έκθεση για το 2011 ‘η διοίκηση της Τράπεζας εκτιμά πως στους αμέσως επόμενους μήνες θα αποσαφηνιστεί το επενδυτικό ενδιαφέρον για επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί για την κεφαλαιακή ενίσχυση του Ομίλου. Η επιτυχής ολοκλήρωση του πλάνου κεφαλαιακής ενίσχυσης, που προγραμματίζεται για τον Ιούνιο 2012, θα καταστήσει την κεφαλαιακή θέση του Ομίλου σύμφωνη με τις ρυθμιστικές και εποπτικές απαιτήσεις’.