Επιτόκια-φωτιά ανακοινώνουν οι τράπεζες
Έτοιμες να αξιοποιήσουν την ευκαιρία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που περί το τέλος του μήνα πρόκειται να δώσει το τελικό ΟΚ για αύξηση των επιτοκίων, είναι οι τράπεζες.
Με την αναμενόμενη αύξηση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της εντός του Ιουλίου, και ενώ πιθανή είναι μία επόμενη πιο επιθετική άνοδος των επιτοκίων, κατά 50 μονάδες βάσης, τον Σεπτέμβριο, οι τράπεζες πρόκειται να μεταφέρουν την νέα πραγματικότητα στις πλάτες των πελατών τους.
Παρά το γεγονός ότι λόγω της οικονομικής κρίσης και της αύξησης του πληθωρισμού προκύπτουν ερωτήματα κατά πόσον η εξέλιξη αυτή θα μπορεί να απορροφηθεί «αναίμακτα» από τα υφιστάμενα δάνεια και την νέα παραγωγή δανείων, τραπεζικά στελέχη θεωρούν μονόδρομο την έναρξη του ανοδικού κύκλου αύξησης των επιτοκίων.
Ήδη οι τράπεζες έχουν μπει το τελευταίο δίμηνο στον αστερισμό των ανοδικών επιτοκίων, υλοποιώντας τις πρώτες αυξήσεις μέσα στον Μάιο και ανεβάζοντας τα σταθερά επιτόκια των στεγαστικών δανείων κατά 0,2% – 0,4%. Οι αυξήσεις αφορούσαν στα νέα δάνεια και όχι στα υφιστάμενα, αφού στα μεν δάνεια σταθερού επιτοκίου αυτό «κλειδώνει» το κόστος δανεισμού του πελάτη, στα δε δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο η αυτόματη αναπροσαρμογή επιτοκίου θα επέλθει με την αύξηση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ και τον καθορισμό του Euribor. Αυτό είναι και το επιτόκιο που διαμορφώνει τα κυμαινόμενα επιτόκια των δανείων.
Σημειώνεται ότι το Euribor μεταβάλλεται ενόψει της αύξησης των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ και ήδη έχει ενισχυθεί από το -0,50% στο -0,20%. Ωστόσο, την αύξηση αυτή δεν την έχουν αισθανθεί οι δανειολήπτες κυμαινόμενου επιτοκίου διότι η βάση των επιτοκίων που έχουν στα δάνειά τους ήταν το 0% και όχι αρνητική. Έτσι, μέχρι το Euribor να γυρίσει θετικό, τα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου δεν πρόκειται να βιώσουν πρακτικά αύξηση.
Στην περίπτωση των σταθερών επιτοκίων τα πράγματα είναι διαφορετικά, καθώς διαμορφώνονται στη βάση του κόστους που προκύπτει από τον δανεισμό των τραπεζών σε μακροπρόθεσμη βάση (15,20,25,30 ετών). Μέσω της σύναψης Interest Rate Swap οι τράπεζες διαμορφώνουν τα σταθερά επιτόκια των δανείων (σημειώνεται ότι η νέα παραγωγή δανείων είναι κατά 90% σε σταθερό επιτόκιο) και ήδη, όπως αναφέρουν τραπεζικά στελέχη το κόστος αυτό έχει ανέβει σημαντικά. Για να καλύψουν την αύξηση του κόστους των IRS, οι τράπεζες προχώρησαν στις πρώτες αυξήσεις κατά 0,20% – 0,40% στα σταθερά επιτόκια. Όμως αυτές δεν καλύπτουν το κόστος του μακροχρόνιου δανεισμού των τραπεζών.
Όπως υποστηρίζεται χαρακτηριστικά, οι αυξήσεις των σταθερών επιτοκίων έχουν ήδη καθυστερήσει από τις τράπεζες, καθώς το τελευταίο δίμηνο το κόστος των swap για το κλείσιμο των θέσεων στη 10ετία – 15ετία (περιόδους στις οποίες κινείται η πλειοψηφία των στεγαστικών δανείων με σταθερό επιτόκιο) που συνάπτουν οι τράπεζες για την κάλυψη του κινδύνου της μακροχρόνιας χρηματοδότησης, έχει ανέβει κατά 0,70% – 0,80%.
Στο πλαίσιο αυτό, οι τράπεζες θα έπρεπε να είχαν αυξήσει ήδη τα επιτόκια κατά μία ποσοστιαία μονάδα. Αυτό δεν έχει γίνει διότι οι τράπεζες πρέπει να προσμετρήσουν τον αντίκτυπο που θα έχουν οι κινήσεις τους στην επιβάρυνση των δόσεων των δανειοληπτών. Έτσι, ακόμη και η νέα αύξηση επιτοκίων που ετοιμάζουν, εκτιμάται ότι θα είναι «μετρημένη» ώστε να μην επιφέρει αύξηση των νέων κόκκινων δανείων. Κάτι τέτοιο δεν διαπιστώνεται μέχρι στιγμής, με τις τράπεζες να αναφέρουν ότι η αποπληρωμή των δανείων συνεχίζεται ομαλά.