Μπαράζ θετικών εκθέσεων για Χρηματιστήριο και οικονομία
Πυκνώνουν οι εκθέσεις των μεγάλων οίκων που στέλνουν θετικό μήνυμα για την ελληνική οικονομία και το Χρηματιστήριο Αθηνών, στον απόηχο της αναβάθμισης από τον οίκο Fitch.
Μετά τις θετικές εκθέσεις της Morgan Stanley για τις ελληνικές τράπεζες και της JPMorgan για την ελληνική οικονομία, η HSBC εκτιμά ότι παρά τη μεγάλη άνοδο του 2019, το ελληνικό χρηματιστήριο έχει σημαντικά περιθώρια ανόδου και ξεχωρίζει ως κορυφαία επιλογή τη μετοχή της Alpha Bank.
Όπως υποστηρίζει η HSBC, το μακροοικονομικό «story» στη χώρα μας έχει βελτιωθεί σημαντικά, με μια μεταρρυθμιστική κυβέρνηση στο τιμόνι. Ειδικότεροι παράγοντες δε όπως οι μετοχές, οι αποτιμήσεις, τα κέρδη και η ρευστότητα, λειτουργούν προσθετικά.
Για τις τράπεζες, ο οίκος πιστεύει ότι θα συνεχίσουν να πετυχαίνουν σε ό,τι αφορά στην κερδοφορία και τη βελτίωση της ποιότητας ενεργητικού, ενώ πολιτικές δράσεις θα μπορούσαν να καθησυχάσουν τις ανησυχίες της αγοράς σε ό,τι αφορά στην ποιότητα κεφαλαίων και μια δυνητική αρνητική επιτάχυνση των σχεδιασμών για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPEs).
Όπως επισημαίνει ειδικότερα η HSBC, η αγορά θα συνεχίσει να εκπλήσσεται ευχάριστα από τη μεταρρυθμιστική ατζέντα της κυβέρνησης, με θετικές αναθεωρήσεις σε ό,τι αφορά στις μακροοικονομικές προοπτικές και στα θεμελιώδη του τραπεζικού κλάδου.
Οι κινήσεις στις συστημικές λύσεις για το προβληματικό ενεργητικό, καθώς και ο νέος πτωχευτικός νόμος θα περιορίσουν τις ανησυχίες της αγοράς αναφορικά με τους σχεδιασμούς για τα NPEs. Η χώρα θα μπορούσε να συνεχίσει να καλύπτει το χαμένο έδαφος από μια δεκαετία κρίσης, με την ανάπτυξη δυνητικά να επιταχύνει, ξεπερνώντας τους Ευρωπαίους εταίρους της.
Περιθώριο ανόδου 33,3% για την Alpha Bank
Σε ό,τι αφορά στην Alpha Bank, η HSBC δίνει τιμή-στόχο τα 2,48 ευρώ, βλέποντας περιθώριο ανόδου άνω του 30% από τα τρέχοντα επίπεδα..
Έως το τέλος του έτους, αναφέρουν οι αναλυτές της HSBC, αναμένουμε ότι θα έχει βελτιωθεί σημαντικά η ορατότητα για την κερδοφορία των βασικών δραστηριοτήτων της, καθώς το κόστος κινδύνου θα προσεγγίσει τα κανονικά επίπεδα και θα έχει πωληθεί περισσότερο από το ήμισυ του συνόλου των προβληματικών περιουσιακών στοιχείων της τράπεζας.