Χαμάς – Ισραήλ: Συμφωνία για κατάπαυση πυρός
Για να μπορέσουμε να αποτιμήσουμε τη συμφωνία Χαμάς και Ισραήλ για σύντομη ανθρωπιστική κατάπαυση του πυρός θα πρέπει να δούμε τη θέση στην οποία βρέθηκαν οι δύο πλευρές μετά την 7η Οκτωβρίου.
Η Ισραηλινή κυβέρνηση υπήρξε δέκτης διαφόρων πιέσεων. Καταρχάς υπήρξε η πίεση εντός του Ισραήλ και ιδίως από την ακροδεξιά για αποφασιστική απάντηση σε μία επίθεση που θεωρήθηκε ταπεινωτική για το Ισραήλ και τις ένοπλες δυνάμεις του.
Αυτή συνδυάστηκε με το γεγονός ότι ο Νετανιάχου ήθελε να αξιοποιήσει μια μεγάλης κλίμακας πολεμική εμπλοκή για επιβεβαιώσει τη θέση του ως πρωθυπουργού και να επιβάλει μια σχετική αποσιώπηση του μεγάλου πολιτικού ρήγματος στο εσωτερικό του Ισραήλ εξαιτίας των παρεμβάσεών του στη δικαιοσύνη.
Όμως, παράλληλα υπήρξε από την πρώτη στιγμή μια μεγάλη πίεση ιδίως μέσα στην κοινωνία να είναι πρώτη προτεραιότητα η απελευθέρωση των ομήρων πριν από κάθε πολεμική επιχείρηση. Μάλιστα, ως ένα βαθμό η πολεμική κατά του Νετανιάχου που ούτως ή άλλως υπήρχε, τώρα πήρε και τη μορφή της κατηγορίας ότι ήταν έτοιμος να θυσιάσει τους ομήρους για να μπορέσει να κάνει τον πόλεμο που επεδίωκε.
Σε όλα αυτά προστέθηκαν και οι πιέσεις από τη Δύση, ιδίως από τις ΗΠΑ, καθώς ειδικά οι Δημοκρατικοί βλέπουν ένα μέρος της εκλογικής τους βάσης να ξεσηκώνεται υπέρ των Παλαιστινίων και κατά του Ισραήλ, αλλά και το γεγονός ότι και οι χώρες του ευρύτερου αραβικού κόσμου, συμπεριλαμβανομένων αυτών που αποτελούν συνομιλητές της Δύσης πήραν σαφή θέση κατά των ισραηλινών στρατιωτικών επιχειρήσεων και πίεζαν για εκεχειρία.
Όλα αυτά βεβαίως έχουν να κάνουν και με το γεγονός ότι παρά την προσπάθεια της Ισραηλινής κυβέρνησης να προβάλει τη βαναυσότητα που υπέστησαν Ισραηλινοί πολίτες κατά την 7η Οκτωβρίου, εντούτοις ο απολογισμός των βομβαρδισμών και λοιπών στρατιωτικών επιχειρήσεων σε βάρος της Γάζας είναι πραγματικά τραγικός και δυσανάλογος προς την όποια διάθεση «ανταπόδοσης».
Και βέβαια η ίδια η εξέλιξη της ισραηλινής στρατιωτικής επιχείρησης, με τους εξαιρετικά εκτεταμένους βομβαρδισμούς μιας πυκνοκατοικημένης περιοχής και τον αναγκαστικό εκτοπισμό του μεγαλύτερου μέρους των κατοίκων του βορείου τμήματος της Γάζας στο νότιο (που επίσης βομβαρδίστηκε), διαμορφώνουν συνθήκη μια ευρύτερης ανθρωπιστικής καταστροφής.
Από την άλλη, η ίδια η Χαμάς, που επέλεξε να κάνει τη μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση της ιστορίας της και με πολύ σημαντικό ανθρώπινο κόστος για τον πληθυσμό στη Γάζα τον οποίο θέλει να εκπροσωπήσει χρειαζόταν να δείξει ότι ακόμη και την ώρα που δέχεται μπαράζ βομβαρδισμών και εκκαθαριστικών επιχειρήσεων, μπορεί να ακόμη και «επιβάλει όρους» και να επιτυγχάνει την απελευθέρωση Παλαιστινίων κρατουμένων (κάτι που ήταν εξαρχής άλλωστε εκ των στόχων της 7ης Οκτωβρίου).
Και βέβαια η επίτευξη μιας εκεχειρίας είναι κάτι που μπορούν να προβάλλουν ως επίτευγμα και οι χώρες του Κόλπου και του αραβικού κόσμου, που δέχονταν την κριτική ότι «δεν κάνουν αρκετά για τη Γάζα που αντιμετωπίζει γενοκτονία».
Μάλιστα, αυτό ισχύει ακόμη και για το Ιράν που μπορεί να έχει μια ρητορική απόλυτης υποστήριξης στη Χαμάς, όμως την ίδια στιγμή έχει αποφύγει οτιδήποτε θα αποτελούσε κάποιου είδους άμεση εμπλοκή στη σύγκρουση.
Προφανώς η ανθρωπιστική κατάπαυση του πυρός με δεδομένο το παράθυρο για παράταση που περιλαμβάνει για την περίπτωση απελευθέρωσης και επιπλέον ομήρων και άρα τη δυνατότητα παράτασής της σε αυτό το πλαίσιο, διευκολύνει ως ένα βαθμό όλες τις πλευρές. Όμως, την ίδια στιγμή διαμορφώνει και προκλήσεις με τις οποίες πρέπει να αναμετρηθούν
Ως προς τη Δύση και την υπόλοιπη διεθνή κοινότητα διαμορφώνει ένα χρονικό «παράθυρο ευκαιρίας» για τυχόν έναρξη μιας πιο πολιτικής και όχι στρατιωτικής προσέγγισης του ζητήματος. Βεβαίως από την άλλη διαμορφώνει και την απαίτηση όντως να υπάρξει ένα σχέδιο για την επόμενη μέρα και όχι απλώς μια διαχείριση της σημερινής κατάστασης
Ας μην ξεχνάμε ότι ειδικά για τις Ηνωμένες Πολιτείες ο πόλεμος στη Γάζα όχι μόνο ανατινάζει όλο το σχεδιασμό για μια διαδικασία εξομάλυνσης στη Μέση Ανατολή αλλά επιβάλλει και μετατόπιση όχι μόνο της προσοχής αλλά και πόρων από τη σύγκρουση στην Ουκρανία, που ούτως ή άλλως είναι σε μια κρίσιμη καμπή ύστερα από την εμφανή αδυναμία της ουκρανικής πλευράς να τροποποιήσει ριζικά τον συσχετισμό δύναμης στο έδαφος. Αυτό εξηγεί και γιατί οι ΗΠΑ παρότι επιμένουν στη στρατηγική συμμαχία με το Ισραήλ θα ήθελαν να δουν ένα τέλος στη σημερινή πολεμική σύγκρουση. Από την άλλη είναι ακριβώς αυτή η επιμονή που δεν τους επιτρέπει να πάρουν πρωτοβουλίες για ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος.
Ως προς τη Χαμάς προσφέρει και μια δυνατότητα ανασυγκρότησης δυνάμεων αλλά και προετοιμασία για τυχόν νέο κύκλο ισραηλινών επιχειρήσεων που θα προσπαθήσουν να καταστρέψουν την υποδομή της.
Ως προς το Ισραήλ το ερώτημα είναι ένα θα θεωρηθεί ως ένα παράθυρο ευκαιρίας ή ως απλή παύση που θα ακολουθηθεί από νέα κλιμάκωση των πολεμικών επιχειρήσεων. Ιδίως όταν εξακολουθεί να μην είναι σαφές εάν υπάρχει μια πλήρως επεξεργασμένη στρατηγική για την «επόμενη μέρα» συμπεριλαμβανομένων και των ανοιχτών ερωτημάτων για το πώς θέλει να διοικείται η Γάζα, πλην φυσικά της ακροδεξιάς που ρητά έχει δηλώσει ότι προκρίνει την κλιμάκωση των βομβαρδισμών ώστε να επιταχυνθούν διαδικασίες εξώθησης του πληθυσμού της Γάζας σε μαζική έξοδο από τον θύλακα.
Υπό κανονικές συνθήκες θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι μια προσωρινή κατάπαυση του πυρός θα μπορούσε να μετατραπεί σε μια πιο μόνιμη κατάσταση εν αναμονή μιας πολιτικής λύσης.
Όμως, αυτό δεν δείχνει τόσο εφικτό αυτή τη στιγμή. Η Ισραηλινή κυβέρνηση έχει επενδύσει πάρα πολύ στη θέση ότι «αυτή τη φορά δεν είναι σαν τους προηγούμενος πολέμους της Γάζας», δηλαδή τη θέση ότι θα προσπαθήσει να «ξεμπερδέψει με τη Χαμάς».
Μόνο που την ίδια στιγμή τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Οι πολεμικές επιχειρήσεις του Ισραήλ μπορεί να έχουν δώσει τη δυνατότητα ενός – υπέργειου – ελέγχου της Βόρειας Γάζας, αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις για πλήρη καταστροφή των υποδομών της Χαμάς, την ώρα που οι απώλειες της Παλαιστινιακής οργάνωσης είναι υπαρκτές αλλά όχι τεράστιες. Το «πάγωμα» των επιχειρήσεων φαντάζει στα μάτια της ισραηλινής ηγεσίας ως αποτυχία ως προς τον κύριο στόχο.
Από την άλλη, οποιαδήποτε προσπάθεια περαιτέρω κλιμάκωσης θα σημαίνει την ακόμη μεγαλύτερη στοχοποίηση πυκνοκατοικημένων περιοχών, συμπεριλαμβανομένου του νοτίου τμήματος της λωρίδας, με όλες τις επιπτώσεις ως προς την ακόμη μεγαλύτερη αύξηση των θυμάτων μεταξύ των αμάχων.
Όμως, όσο θα αυξάνονται οι εικόνες ότι συνεχίζονται οι θάνατοι αμάχων και παιδιών τόσο θα μεγαλώνει η οργή και η πίεση εκείνων που θα υποστηρίζουν ότι αυτό που συμβαίνει είναι «γενοκτονία».
Η λογική της στρατιωτική επιχείρησης «μέχρι τέλους», που παραμένει στον πυρήνα των Ισραηλινών πολεμικών ενεργειών, θα κατατείνει στην ακόμη μεγαλύτερη εξώθηση των Παλαιστινίων σε έξοδο από τη Γάζα, παρά τις αντιδράσεις ιδίως της Αιγύπτου, και αντίστοιχα θα δικαιώνει όσους υποστηρίζουν ότι το Ισραήλ επιδιώκει ένας είδος εθνοκάθαρσης έτσι ώστε να μειώσει τη συνολική Παλαιστινιακή παρουσία στα εδάφη που ελέγχει (θυμίζουμε ότι αυτή τη στιγμή εάν αθροίσουμε τους Παλαιστινίους εντός Ισραήλ, του «Ισραηλινούς Άραβες» και τους Παλαιστινίους στην Κατεχόμενη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, υπάρxει μια πληθυσμιακή ισότητα Εβραίων και Αράβων σε όλη την έκταση από τη θάλασσα μέχρι τον Ιορδάνη).