Δεν μέμφομαι την κίνηση τους, διότι δεν ξέρω τα κίνητρα τους. Μπορεί να το έκαναν από γνήσια αισθήματα πατριωτισμού και λύπη για το χαμό ενός νέου ανθρώπου, μπορεί να το έκαναν από οργή για τις συνθήκες της δολοφονίας του. Μπορεί για έτερα, κρυφά κίνητρα, που ειλικρινά δεν θα ήθελα να ισχύουν. Η πίκρα μου και ο θυμός μου, όμως, φουντώνει για τον τρόπο που πολλοί από μας, εδώ στην Ελλάδα, συμπεριφέρονταν μέχρι σήμερα και ίσως και πάλι από αύριο, στους ανθρώπους της ομογένειας μας (μας, τονίζω το μας!). Σκέφτομαι όλους όσους, ακόμη και σήμερα, δεν διστάζουν να τους χαρακτηρίσουν αλβανούς, να τους απωθήσουν, να τους στοχοποιήσουν όταν τους βρουν απέναντι τους.
Εγώ έχω ρίζες από τη Βόρειο Ηπειρο, από ένα κομμάτι του παππού μου. Δεν είχα ποτέ επαφή ή εικόνες από το χωριό καταγωγής του, καθώς και ο ίδιος γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Το μεγαλύτερο κομμάτι των συγγενών μου είχαν εγκαταλείψει την περιοχή πριν καν κλείσουν τα σύνορα, δεκαετίες πριν, άλλοι για την Ελλάδα, άλλοι για τις ΗΠΑ, όπου προόδευσαν, πλούτισαν και έγιναν ενεργά μέλη της Πανηπειρωτικής Ένωσης Αμερικής φτάνοντας μέχρι την ηγεσία της. Κάποιοι, όμως, λίγοι συγγενείς, απέμειναν και εγκλωβίστηκαν όταν έκλεισαν τα σύνορα και επί δεκαετίες έμειναν απομονωμένοι από τον υπόλοιπο… κόσμο.
Όταν τα σύνορα άνοιξαν, βίωσα συγκλονιστικές στιγμές, βλέποντας αδέλφια και ξαδέλφια να ξανανταμώνουν μετά από πενήντα και πλέον χρόνια. Βίωσα επίσης την αγάπη τους για την εθνικότητα τους και τη γλώσσα τους, που τόσο πάσχισαν να κρατήσουν και άκουσα για τις προσπάθειες τους να κρατήσουν την πίστη τους με κρυμμένα καντήλια και εικόνες καταχωνιασμένες σε σκοτεινά μέρη του σπιτιού τους. Και όταν ήρθαν εδώ, ελεύθεροι, ανακουφισμένοι, έγιναν για μας, τους «γνήσιους» έλληνες… οι αλβανοί. Εκεί ήταν οι βρωμοέλληνες, που τους παρακολουθούσαν και τους κυνηγούσαν ανελέητα από το καθεστώς και εδώ έγιναν οι βρωμοαλβανοί. Το σοκ τους ήταν ανεκδιήγητο. Θυμάμαι τη θεία μου, ογδόντα και, χρονών να κλαίει σαν μικρό παιδί. Και δεν ήξερα, αλήθεια, τι να της πω. Τι να εξηγήσω. Τι δικαιολογίες να πω.
Υπήρχαν δικαιολογίες;
Και χθες, ο κόσμος ξαναθυμήθηκε τα μαρτυρικά χώματα της Βορείου Ηπείρου, ύψωσε σημαίες και έψαλε τον εθνικό ύμνο. Εμένα αυτό, πραγματικά, δεν μου λέει τίποτε. Και δεν έχει να κάνει με το αδικοχαμένο παλικάρι και τους χαροκαμένους γονείς του, για τους οποίους η θλίψη μου είναι βαθύτατη. Πέρα από αυτόν που έφυγε, υπάρχουν και αυτοί που μένουν. Στους Βουλιαράτες, αλλά και στα υπόλοιπα χωριά της Βορείου Ηπείρου. Αυτούς, τους σκέφτεται κανείς; Τώρα μας πήρε ο πόνος για την ομογένεια; Τι κάναμε μέχρι σήμερα; Και κυρίως τι θα κάνουμε από αύριο;