Επίθεση από τα δεξιά: Ο Μητσοτάκης, με «καθυστερήσεις», βάζει πλάτες στις εταιρείες ενέργειας
Οξύτατη επίθεση στον Κ. Μητσοτάκη εξαπολύει με άρθρο της η γνωστή για τις δεξιές – δεξιές απόψεις της ιστοσελίδα antinews.gr.
Με το άρθρο της η ιστοσελίδα λέει, ουσιαστικά, ότι όλα αυτά που είπε από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός περί φορολόγησης των εταιριών ενέργειας είναι… άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε, καθώς, όπως τονίζει, «Πολύ απλά, η υπόσχεση του πρωθυπουργού θα υλοποιηθεί μόνο εάν και εφόσον… επιβεβαιωθούν πολλά «αν». Άλλωστε, είναι άγνωστό πότε η ΡΑΕ θα ολοκληρώσει το έργο που της ανατέθηκε, με σημαντική καθυστέρηση, από τον κ. Μητσοτάκη, αφού ο πρωθυπουργός δεν έδωσε κάποιο χρονοδιάγραμμα».
Το άρθρο του antinews
“Χωρίς να παρουσιάσει χρονοδιάγραμμα (!) ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι έδωσε εντολή στη ΡΑΕ να εξετάσει αν υπάρχουν υπερκέρδη και όταν (άγνωστο «πότε») το πόρισμα βγει, εάν έχει καταγραφεί «λίπος», θα υπάρξει έκτακτη φορολόγηση – Μέχρι τότε, τα εισοδήματα των ελληνικών νοικοκυριών θα εξανεμίζονται από τους λογαριασμούς – «φωτιά»
Τη «μπάλα στην κερκίδα» πέταξε ο πρωθυπουργός σε σχέση με τη φορολόγηση των υπερκερδών που παρουσιάζουν οι εταιρείες ενέργειας για τη στήριξη των ελληνικών νοικοκυριών από τη διαρκώς αυξανόμενη ακρίβεια.
Ενώ στην Ιταλία ο Μ. Ντράγκι ήδη προχωρά στις απαιτούμενες νομικές ενέργειες για την επιβολή φόρου 10%, ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε μόλις σήμερα ότι έδωσε εντολή στη ΡΑΕ για να… εξετάσει αν… υπάρχει «λίπος» στις εγχώριες επιχειρήσεις του κλάδου και όταν… το πόρισμα ολοκληρωθεί (άγνωστο το «πότε») τότε η κυβέρνηση των «αρίστων» θα… αποφανθεί τι ακριβώς θα κάνει.
Πλάτες στην «ενεργειακή ολιγαρχία»
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο πρωθυπουργός λειτουργεί ως «ατζέντης» των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων στον τομέα της ενέργειας. Εξάλλου, ακόμα και οι δήθεν επιδοτήσεις προς τους πολίτες που έχει διαφημίσει, ουσιαστικά δεν είναι τίποτε άλλο παρά επιδοτήσεις προς τις εταιρείες ενέργειας.
Διότι, ενώ το «χρηματιστήριο» ενέργειας διαμορφώνει τις τιμές διπλάσιες από ό,τι έπρεπε να είναι στην πραγματικότητα, η κυβέρνηση δεν παρεμβαίνει για να καταπολεμήσει την κερδοσκοπία και τα πρωτοφανή κέρδη των εταιρειών, αλλά απλά επιδοτεί αυτή την κερδοσκοπία, μέσω των ψίχουλων που δίδει στον καταναλωτή. Και αυτός, βέβαια, με τη σειρά του, τα πληρώνει στις εταιρείες.
Οι ευθύνες της κυβέρνησης Μητσοτάκη ως προς το ενεργειακό είναι τεράστιες, δεδομένου ότι έχει συνταχθεί, με κλειστά τα μάτια, με το «τέρας» που έχει δημιουργήσει η ΕΕ στον τομέα της ενέργειας, στο όνομα της δήθεν απελευθέρωσης και του δήθεν ανταγωνισμού.
Να σημειωθεί, δε, ότι η Επιτροπή Ανταγωνισμού στην Ελλάδα έχει μπει για τα καλά στην κατάψυξη, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ούτε καν για τα μάτια του κόσμου έστω και ο στοιχειώδης έλεγχος στα ανεξέλεγκτα πλέον συμφέροντα στον τομέα της ενέργειας.
Χωρίς δεσμεύσεις
Συγκεκριμένα, όσον αφορά τη φορολόγηση των κερδών, εφόσον εξακριβωθεί ότι υπάρχουν υπερκέρδη (αλήθεια, η ΡΑΕ ήδη δεν έχει ήδη εικόνα;) τότε και μόνο τότε ο κ. Μητσοτάκης υποσχέθηκε ότι το 90% των υπερκερδών θα επιστραφεί στον κρατικό προϋπολογισμό.
Δεδομένου, όμως, ότι τα εισοδήματα για την πλειονότητα των νοικοκυριών ήδη εξανεμίζονται και η όποια βοήθεια δε μπορεί να περιμένει, η υπόσχεση του πρωθυπουργού μοιάζει με προσπάθεια αφενός να αποφύγει την άμεση επιβολή έκτακτης φορολόγησης των εταιρειών ενέργειας για τη στήριξη των πολιτών, αφετέρου οι «ημέτεροι», όπως αναφέρουν οι «κακές γλώσσες», να έχουν τον χρόνο να «εξορθολογίσουν» τους τζίρους τους.
Είναι ενδεικτικό ότι στην αρχική τοποθέτησή του, σήμερα στη Βουλή, ο κ. Μητσοτάκης, αναφερόμενος στην ενεργειακή κρίση και στο «τι» προτίθεται η κυβέρνηση των «αρίστων» του να πράξει, έμεινε σε θεωρητικές διατυπώσεις δηλώνοντας ότι «η πολιτική οφείλει να δράσει απέναντι στη διεθνή κερδοσκοπία και η αγορά να επανέλθει στην κανονικότητα ώστε οι τιμές να καθορίζονται με βάση τους κανόνες της προσφοράς και της ζήτησης».
«Οι εταιρείες έχουν υποχρέωση να καταθέσουν μερίδιο των συγκυριακών τους κερδών για την άρση της αναταραχής», ανέφερε και πρόσθεσε ότι «έχω ήδη δώσει εντολή στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) να αρχίσει να αναλύει τα στοιχεία όλων των εταιρειών της ενέργειας και με βάση το πόρισμα αυτό θα κινηθεί η κυβέρνηση. Ένα είναι σίγουρο: Εκεί που θα εντοπιστούν υπερκέρδη, οι εταιρείες θα κληθούν να συνεισφέρουν εκεί που είχαν απώλειες οι πολίτες».
Μητσοτάκης: «Τα μεγάλα υπερκέρδη δεν είναι στις ελληνικές επιχειρήσεις»
Η γενικόλογη αναφορά του πρωθυπουργού προκάλεσε τις αντιδράσεις της Αντιπολίτευσης, με βουλευτές να τον ρωτούν «πότε» θα γίνουν όσα είπε. Απάντηση δεν ήρθε επί της ουσίας με τον κ. Μητσοτάκη να δηλώνει για χάρη των εντυπώσεων ότι δε θα διστάσει να νομοθετήσει έκτακτη εισφορά στα υπερκέρδη των εταιρειών ενέργειας.
Σημείωσε, ταυτόχρονα, με νόημα, και προκαλώντας νέες αντιδράσεις, ότι οι όποιες αποφάσεις θα ληφθούν όταν βγει το πόρισμα της ΡΑΕ. Πρόσθεσε, δε, δικαιολογώντας τις επιχειρήσεις του κλάδου και αφήνοντας εκ των προτέρων να διαφανεί ότι πιθανή έκτακτη φορολόγηση θα γίνει πάνω σε ένα ελάχιστο ποσοστό των υπερκερδών τους, ότι «τα μεγάλα υπερκέρδη δεν είναι στις Ελληνικές επιχειρήσεις αλλά στους πρωτογενείς πωλητές ενέργειας».
Αφού οι αντιδράσεις από την Αντιπολίτευση συνεχίστηκαν, ο πρωθυπουργός, στη δευτερολογία του, απαντώντας στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα ο οποίος υπολόγισε ότι τα υπερκέρδη των εταιριών ενέργειας ανέρχονται στο 1,4 δισ. ευρώ, ανέφερε ότι σε μία τέτοια περίπτωση (αν προκύψει «λίπος» τα κέρδη τους) το 90% αυτών θα επιστραφεί στον κρατικό προϋπολογισμό μέσω έκτακτης φορολόγησης.
ΤΙ σημαίνει αυτό; Πολύ απλά, η υπόσχεση του πρωθυπουργού θα υλοποιηθεί μόνο εάν και εφόσον… επιβεβαιωθούν πολλά «αν».
Άλλωστε, είναι άγνωστό πότε η ΡΑΕ θα ολοκληρώσει το έργο που της ανατέθηκε, με σημαντική καθυστέρηση, από τον κ. Μητσοτάκη, αφού ο πρωθυπουργός δεν έδωσε κάποιο χρονοδιάγραμμα.
Μέχρι, λοιπόν, να υπάρξει το σχετικό πόρισμα, οι Έλληνες πολίτες, ειδικά αυτοί που ζουν με μισθούς ή συντάξεις της τάξης των 800 ευρώ (μια… εμπειρία την οποία ο πρωθυπουργός πριν χρόνια είχε δηλώσει ότι δεν είχε ποτέ ζήσει και ευχόταν ποτέ να μη χρειαστεί να… ζήσει), θα συνεχίσουν να δίνουν μάχη για να ανταπεξέλθουν στο διαρκώς αυξανόμενο «κύμα» ακρίβειας”.