Μόνο με παρουσία δικαστικού οι επιτόπιοι φοροέλεγχοι στα σπίτια των φορολογουμένων
Tι αλλάζει στους φορολογικούς ελέγχους και τους επανελέγχους με τις διατάξεις του νόμου 4410/2016 που ψηφίστηκε τον περασμένο Αύγουστο και κοινοποιήθηκαν πρόσφατα στα Ελεγκτικά Κέντρα και τις Δ.Ο.Υ. με εγκύκλιο του Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων Γ. Πιτσιλή.
Μόνο με την παρουσία δικαστικού λειτουργού και κατόπιν εντολής εισαγγελέα μπορεί να διενεργηθεί πλέον επιτόπιος φορολογικός έλεγχος στην κατοικία του φορολογούμενου. Σε περίπτωση διενέργειας φορολογικού ελέγχου εξ’ αποστάσεως, ο φορολογούμενος οφείλει να προσέλθει στην αρμόδια φορολογική αρχή και να προσκομίσει στον ελεγκτή τα τηρούμενα βιβλία και τα εκδοθέντα και ληφθέντα φορολογικά στοιχεία, εφόσον του αποσταλεί σχετική πρόσκληση. Ο φορολογούμενος που ελέγχεται υποχρεούται επίσης να παράσχει στον ελεγκτή της φορολογικής διοίκησης κάθε απαραίτητη πληροφορία για την απρόσκοπτη πρόσβασή του σε οποιαδήποτε ηλεκτρονικά αρχεία αποθήκευσης των δεδομένων των βιβλίων και των στοιχείων, ανεξάρτητα από τον τόπο της αποθήκευσης και της μορφής των δεδομένων αυτών.
Επίσης, επανέλεγχος υπόθεσης στην οποία διενεργήθηκε πλήρης έλεγχος μπορεί να διαταχθεί πλέον μόνο σε περίπτωση που περιέλθουν σε γνώση της φορολογικής διοίκησης νέα στοιχεία – δηλαδή στοιχεία που δεν θα μπορούσαν να είναι γνωστά στη φορολογική διοίκηση κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο – από τα οποία προκύπτει ότι η φορολογική οφειλή υπερβαίνει αυτήν που είχε προσδιορισθεί κατόπιν του αρχικού ελέγχου.
Τις παραπάνω διευκρινίσεις παρέχει ο Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Εσόδων Γ. Πιτσιλής με εγκύκλιο που εξέδωσε και απέστειλε πρόσφατα στα Ελεγκτικά Κέντρα και τις Δ.Ο.Υ. με σκοπό να αποσαφηνίσει τις αλλαγές που επήλθαν στον Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών από τις αρχές Αυγούστου με τον ν. 4410/2016.
Σύμφωνα, ειδικότερα, με τα όσα διευκρινίζονται στην εγκύκλιο του κ. Πιτσιλή:
1) Στις περιπτώσεις που παρίσταται ανάγκη να εισέλθει η φορολογική διοίκηση, στα πλαίσια διενέργειας επιτόπιου φορολογικού ελέγχου, στην κατοικία του φορολογούμενου, εκτός από τη σχετική εντολή του αρμόδιου Εισαγγελέα για την πραγματοποίηση του ελέγχου, απαιτείται και η παρουσία δικαστικού λειτουργού.
2) Στις περιπτώσεις που η φορολογική διοίκηση διενεργεί έλεγχο από το γραφείο αξιοποιεί εκτός των στοιχείων που έχει στην κατοχή της ( οικονομικές καταστάσεις, δηλώσεις και λοιπά στοιχεία που υποβάλλει ο φορολογούμενος, έγγραφα ή πληροφορίες που περιήλθαν από τρίτους) και τα βιβλία και λογιστικά αρχεία που προσκομίζονται από το φορολογούμενο κατόπιν σχετικής πρόσκλησης από τη φορολογική διοίκηση.
3) Εάν τα βιβλία και τα στοιχεία τηρούνται σε ηλεκτρονική μορφή, η φορολογική διοίκηση έχει δικαίωμα πρόσβασης σε οποιαδήποτε σχετιζόμενα αρχεία. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι ο φορολογούμενος υποχρεούται να παράσχει κάθε απαραίτητη πληροφορία για την απρόσκοπτη πρόσβαση στον οριζόμενο υπάλληλο της φορολογικής διοίκησης, ανεξάρτητα από τον τόπο της αποθήκευσης και της μορφής των δεδομένων αυτών. Την ίδια υποχρέωση έχουν και όσοι τρίτοι παρέχουν ψηφιακές υπηρεσίες προς τον φορολογούμενο, οι οποίες σχετίζονται με την αποθήκευση και επεξεργασία ψηφιακών δεδομένων, εφόσον αυτό ζητηθεί από τη φορολογική διοίκηση. Τέλος η Φορολογική Διοίκηση δικαιούται να λαμβάνει τα ηλεκτρονικά αρχεία σε αναγνώσιμη ηλεκτρονική ή έντυπη μορφή.
4) Η φορολογική διοίκηση μπορεί να διενεργεί επανέλεγχο στις περιπτώσεις που προκύπτουν νέα στοιχεία, δηλαδή στοιχεία που δεν θα μπορούσαν να είναι γνωστά στη φορολογική διοίκηση κατά τον αρχικό φορολογικό έλεγχο, από τα οποία προκύπτει ότι η φορολογική οφειλή υπερβαίνει αυτήν που είχε προσδιορισθεί κατόπιν του αρχικού ελέγχου .
5) Νόμιμοι ελεγκτές και ελεγκτικά γραφεία που είναι εγγεγραμμένοι στο δημόσιο μητρώο του ν.3693/2008 και διενεργούν υποχρεωτικούς ελέγχους σε ανώνυμες εταιρείες, εταιρείες περιορισμένης ευθύνης, καθώς και σε υποκαταστήματα αλλοδαπών επιχειρήσεων, εκδίδουν ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό, το οποίο πλέον είναι προαιρετικό για τις ανωτέρω εταιρείες και επιχειρήσεις. Με τις προϊσχύουσες διατάξεις οι νόμιμοι ελεγκτές και τα ελεγκτικά γραφεία υποχρεούνταν στην έκδοση ετήσιου πιστοποιητικού για τις ανωτέρω εταιρείες και επιχειρήσεις.
6) Oι εταιρείες και οι επιχειρήσεις για τις οποίες εκδίδεται το ετήσιο φορολογικό πιστοποιητικό υποχρεούνται να αναθέτουν, ανά πέντε (5) έτη, την έκδοσή του σε διαφορετικό νόμιμο ελεγκτή ή σε διαφορετικό ελεγκτικό γραφείο. Η ως άνω υποχρέωση, η οποία δεν υπήρχε στις προϊσχύουσες διατάξεις, ισχύει για τα φορολογικά πιστοποιητικά που εκδίδονται για φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2016.
7) Κατά την επιλογή υποθέσεων προς έλεγχο μπορεί να λαμβάνεται υπόψη η διαπίστωση στο φορολογικό πιστοποιητικό παραβάσεων της φορολογικής νομοθεσίας, ενώ με τις προϊσχύουσες διατάξεις μπορούσε να λαμβάνεται υπόψη και η μη έκδοση του φορολογικού πιστοποιητικού.