fbpx

Πληθωρισμός: Οι ανοησίες του Βερολίνου και η “επίθεση” Μπάιντεν (ΗΠΑ)

0

Οι εμμονές και οι ιδεοληψίες των… πολλών Σόιμπλε του Βερολίνου υπονομεύουν την ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας και κυρίως τη γρήγορη και δυναμική. Βλέποντας παντού πληθωρισμό διατηρούν σε στασιμότητα την Ευρώπη. Την ώρα που οι ΗΠΑ, με την πολιτική Μπάιντεν, βρίσκεται σε φάση επιθετικής επανεκκίνησης.

Ολοένα και περισσότεροι προειδοποιούν για τον κίνδυνο αυξημένου πληθωρισμού, την ώρα που υπάρχουν μεγάλες διαφωνίες ως προς τα αίτια των πληθωριστικών τάσεων αλλά και την πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί. Το Βερολίνο παραμένει κολλημένο στην δεκαετία του 1970 και στον εφιάλτη της Δημοκρατίας της Βαϊμάρη.

Από τους “εχθρούς του πληθωρισμού”, ωστόσο, κανείς δεν μας εξηγεί το πως θα τον αποφύγουμε. Για την αντιμετώπισή του καταγράφονται μεγάλες θεωρητικές, επιστημονικές και πολιτικές διαφωνίες.

Ο πληθωρισμός επέστρεψε σήμερα, ύστερα από αρκετά χρόνια στα πρωτοσέλιδα του διεθνούς οικονομικού τύπου, παρότι για χρόνια κυρίως η συζήτηση που γινόταν, ιδίως στην Ευρώπη αφορούσε τον κίνδυνο του αποπληθωρισμού. Γιατί αυτός κτυπούσε την πόρτα της.

Το Βερολίνο βεβαίως θέλει να ξεχνά όλη η Ευρώπη ότι τα φαινόμενα υπερπληθωρισμού έχουν πολύ περισσότερο να κάνουν με φαινόμενα βαθύτερης πολιτικής κρίσης ή κρίσης του κράτους που μεταφράζονται σε μια κατακόρυφη πτώση της εμπιστοσύνης στο χρήμα.

Πληθωρισμός: ένα οικονομικό φαινόμενο που ακόμη αναζητά ερμηνεία

Ένα από τα βασικότερα προβλήματα που διαπερνούν τη συζήτηση για τον πληθωρισμό είναι ότι εξακολουθούμε να μην έχουμε μια συνεκτική θεωρία που να μπορεί να τον εξηγήσει, άρα να τον προβλέψει και κατά συνέπεια να επιτρέψει τη λήψη μέτρων για να τον αποφύγουμε.

Για την ακρίβεια δεν έχουμε ακόμη έναν ενιαίο τρόπο να τον μετρήσουμε, αφού είτε μιλάμε για τον δείκτη τιμών καταναλωτή, είτε για το βασικό πληθωρισμό, είτε για τους δείκτες που αφορούν τις τιμές παραγωγού, είτε για το πώς διαμορφώνουμε τους αποπληθωριστές που χρησιμοποιούμε στους εθνικούς λογαριασμούς υπάρχουν ανοιχτά μεθοδολογικά ζητήματα, ξεκινώντας από το πώς διαμορφώνουμε το «καλάθι» προϊόντων τις τιμές των οποίων παρακολουθούμε και τη σχετική βαρύτητά τους.

Ούτε είναι τυχαίο ότι ο πληθωρισμός είναι αρνητικός για διαφορετικές κοινωνικές ομάδες με διαφορετικούς τρόπους (και για ορισμένες δεν είναι πάντα αρνητικός). Για παράδειγμα μια αύξηση των τιμών των βασικών καταναλωτικών αγαθών πλήττει άνισα τους μισθωτούς – που βλέπουν τον πραγματικό μισθό τους να μειώνεται – και τις επιχειρήσεις που αύξησαν τις τιμές που μπορεί απλώς να αξιοποίησαν την αυξημένη ζήτηση για μια αναδιανομή εισοδήματος υπέρ τους.

Το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο περίπλοκο εάν αναλογιστούμε ότι και οι δύο βασικές θεωρίες για τον πληθωρισμό που έχουμε, σε μεγάλο βαθμό δεν έχουν επιβεβαιωθεί από ιστορικές τάσεις.

Για αρκετό διάστημα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κυριάρχησε μια «κεϋνσιανή» ερμηνεία για τον πληθωρισμό. Σύμφωνα με αυτό το σχήμα το κλειδί βρισκόταν στην προσφορά. Ο πληθωρισμός των τιμών προερχόταν από την αύξηση των πρώτων υλών και των μισθών. Όσο η ζήτηση δεν υπερκάλυπτε την προσφορά, δηλαδή υπήρχε περιθώριο στην οικονομία να απασχοληθούν άνθρωποι που είναι άνεργοι ή να τεθεί σε λειτουργία αναξιοποίητο δυναμικό ή να διατεθούν αποθέματα, ο πληθωρισμός δεν αυξάνει. Αυτό θα γίνει όταν επιτευχθεί η πλήρης απασχόληση, οπότε θα υπάρξει ένα αυξητικό σπιράλ μισθών και τιμών. Με έναν τρόπο ένας ορισμένος πληθωρισμός είναι το τίμημα της πλήρους απασχόλησης και δουλειά των σχεδιαστών της οικονομικής πολιτικής και κυρίως των κεντρικών τραπεζών είναι να εξασφαλίζουν ότι αυτή η συνθήκη δεν θα ξέφευγε κάποια όρια.

Απέναντι σε αυτό το σχήμα διατυπώθηκε η μονεταριστική θεωρία για τον πληθωρισμό. Με βάση την κλασική διατύπωση του Μίλτον Φρίντμαν «ο πληθωρισμός είναι πάντα και παντού ένα νομισματικό φαινόμενο». Σύμφωνα με αυτό το σχήμα η αφετηρία πληθωριστικών τάσεων βρίσκεται στις προσπάθειες των κεντρικών τραπεζών να τονώσουν την οικονομία και να αυξήσουν τις θέσεις εργασίας μέσα από την αύξηση της προσφοράς χρήματος. Για τον Φρίντμαν η κλασική «κεϋνσιανή» θέση ότι μπορεί αυτός ο μηχανισμός να λειτουργήσει χωρίς υπέρμετρο πληθωρισμό, δεν έστεκε και αντίθετα αυτό που δημιουργήθηκε ήταν ένας φαύλος κύκλος όπου η αυξημένη προσφορά χρήματος, γινόταν αυξημένη ζήτηση για προϊόντα, άρα αυξημένες προσλήψεις (και αυξημένους μισθούς) και τελικά έναν φαύλο κύκλο αυξημένων τιμών για τα προϊόντα. Κατά συνέπεια θα πρέπει να αποδεχτούμε ένα «φυσικό ποσοστό πληθωρισμού».

Ωστόσο, οι θεωρίες αυτές δεν έχουν στη πραγματικότητα επιβεβαιωθεί. Για παράδειγμα στις ΗΠΑ ανάμεσα στο 1993 και το 2019 ο μέσος όρος της ετήσιας αύξησης προσφοράς χρήματος ήταν 6,7% το χρόνο αλλά ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή αυξήθηκε κατά μέσο 2,3% ετησίως. Μάλιστα, μετά το 2008 και την εκκίνηση προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης η προσφορά χρήματος αυξήθηκε κατά 9,6% ετησίως ενώ ο ΔΤΚ υποχώρησε στο 1,8%. Αυτό μάλλον διαψεύδει τη μονεταριστική θεωρία.

Την ίδια στιγμή η συσχέτιση υψηλού πληθωρισμού και χαμηλής ανεργίας της κλασικής κεϋνσιανής θεωρίας (και που αποτυπώθηκε στην «καμπύλη Φίλιπς») επίσης δεν επιβεβαιώθηκε. Στην δεκαετία του 1970 η έκρηξη του πληθωρισμού συνδυάστηκε με αύξηση της ανεργίας.

Στην πραγματικότητα απέχουμε από το να έχουμε μια συνεκτική θεωρία του πληθωρισμού. Και αυτό γιατί αυτή θα έπρεπε να μη μένει απλώς στη σχέση προσφοράς και ζήτησης, σε συσχέτιση με την προσφορά χρήματος, την απασχόληση και το επίπεδο των μισθών, αλλά και να λαμβάνει υπόψη παραμέτρους όπως η παραγωγικότητα (που διαχρονικά σημαίνει ότι τα προϊόντα σε επίπεδο αξιών γίνονται πιο φτηνά), η κερδοφορία (που με τη σειρά της επηρεάζει τις πολιτικές τιμών), και ο βαθμός χρηματιστικοποίησης της οικονομίας.

Η σημερινή συζήτηση και το διάχυτο άγχος για τον πληθωρισμό

Μέχρι και την ίδια την πανδημία άγχος για τον πληθωρισμό δεν υπήρχε. Ακόμη και στη διάρκεια του 2020 παρά την τεράστια αύξηση της προσφοράς χρήματος παγκοσμίως πληθωριστικές τάσεις δεν καταγράφηκαν. Επιπλέον, οι κυβερνήσεις των «δυτικών» αναπτυγμένων κοινωνιών ανακοίνωσαν και επιπλέον πακέτα τόνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, από τα μεγάλα προγράμματα για τις υποδομές του Τζο Μπάιντεν μέχρι το Ταμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όμως, το τελευταίο διάστημα άρχισαν να πληθαίνουν τα σημάδια ότι ο πληθωρισμός επανέρχεται στο προσκήνιο.

Ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ τον Απρίλιο ήταν σε ρυθμό 4,2% σε σχέση με ένα χρόνο πριν και τον Μάιο αναμένεται επίσης να είναι ακόμη υψηλότερος, την ώρα που υπάρχουν εκτιμήσεις για τον βασικό πληθωρισμό στο 3,4%, το υψηλότερο επίπεδο από το 1993. Ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη τον Μάιο ήταν στο 2% το υψηλότερο ποσοστό από το 2018. Στην Κίνα ο πληθωρισμός τον Μάιο κινείτο στο 1,3%, όμως εκεί η ανησυχία προέρχεται από τη ραγδαία αύξηση των τιμών παραγωγών, που εξαιτίας της αύξησης των πρώτων υλών, τον Μάιο έφτασε το 9%, πυροδοτώντας ανησυχίες και για τον πληθωρισμό παγκοσμίως, δεδομένης τις κεντρικής θέσης που κατέχουν τα κινεζικά προϊόντα στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες.

Αυτοί που ανησυχούν για τον πληθωρισμό

Σε αυτό το φόντο ήδη υπάρχουν οι φωνές αυτών που ανησυχούν για τον πληθωρισμό και προτείνουν αλλαγή πλεύσης.

Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο Λάρι Σάμερς, ο πρώην υπουργός οικονομικών επί Κλίντον, πρώην πρύτανης του Χάρβαρντ και πρώην βασικός οικονομικός σύμβουλος του Ομπάμα. Ο Σάμερς επιμένει με τις παρεμβάσεις του ότι υπάρχει πραγματικός πληθωριστικός κίνδυνος από το μέγεθος των οικονομικών μέτρων που έχει αποφασίσει ή προτείνει η κυβέρνηση Μπάιντεν. Και αυτό σημαίνει και παρεμβάσεις της FED και μέτρα ώστε η αύξηση της απασχόλησης να μη σημαίνει αύξηση μισθών και γενικά αποφυγή μέτρων που να αυξάνουν τις τιμές.

Από τη μεριά του ο Ολιβιέ Μπλανσάρ, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ και εμπνευστής της «εσωτερικής υποτίμησης», από τον Φεβρουάριο επιμένει ότι με το «πακέτο Μπάιντεν» υπάρχει πραγματικός κίνδυνος να αυξηθεί ο πληθρωρισμός, ενώ πρόσφατα επέμεινε ότι είναι πιθανό όλα αυτά να οδηγήσουν σε πίεση για αύξηση των μισθών που με τη σειρά της θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών και τελικά πληθωρισμό.

Αυτοί που δεν ανησυχούν

Για άλλους οικονομολόγους δεν υπάρχει πραγματικός λόγος ανησυχίας. Μια τέτοια περίπτωση είναι ο νομπελίστας Πωλ Κρούγκμαν που επιμένει ότι είναι υπερβολικός ο φόβος και ότι μπορεί να υπάρχουν κάποια συγκυριακά προβλήματα, αλλά αυτά έχουν να κάνουν ακριβώς με το ότι η αμερικανική οικονομία είναι σε φάση επανεκκίνησης. Κατά συνέπεια η πιθανότητα «υπερθέρμανσης» της αμερικανικής οικονομίας είναι υπαρκτή, αλλά σίγουρα δεν αποτελεί βεβαιότητα. Για τον Κρούγκμαν τα όποια προβλήματα αποτυπώνονται δεν μπορούν να συγκαλύψουν τον βασικό παράγοντα αισιοδοξίας που είναι ότι η πανδημία υποχωρεί την ώρα που ανακάμπτει η οικονομία.

Από τη μεριά της η Στέφανι Κέλτον, η θεωρητικός της εκλαΐκευσης της «Σύγχρονης Νομισματικής Θεωρίας», επιμένει ότι υπάρχουν πλήθος μέτρα με τα οποία μπορεί η αμερικανική κυβέρνηση να απαντήσεις στις όποιες πληθωριστικές πιέσεις μπορεί συγκυριακά να υπάρξουν. Αυτές ξεκινούν από επιθετικές παραλλαγές «βιομηχανικής πολιτικής» που θα εξασφαλίσουν ότι θα καλυφθεί το όποιο παραγωγικό κενό φαινομενικά δημιουργεί η αυξημένη ζήτηση έως την αύξηση της μετανάστευσης, που θα εξασφαλίσει ότι δεν θα υπάρχει έλλειψη εργαζομένων αλλά και τη συνέχεια της μεταρρύθμισης στην υγεία, ώστε να μειωθεί η συνολική δαπάνη προς τη βιομηχανία της περίθαλψης που πιέζει προς τα πάνω τις τιμές.

Αφήστε μια απάντηση

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More

where to buy viagra buy generic 100mg viagra online
buy amoxicillin online can you buy amoxicillin over the counter
buy ivermectin online buy ivermectin for humans
viagra before and after photos how long does viagra last
buy viagra online where can i buy viagra