fbpx

Πώς θα «σπάσουμε» τον φαύλο κύκλο της βίας και της κακοποίησης

1

Γράφει η Αγγελική Καρδαρά*
Η ειδεχθής ανθρωποκτονία της 28χρονης γυναίκας, θύματος συντροφικής βίας, το βράδυ της Δευτέρας, 1ης Απριλίου, έξω από Αστυνομικό Τμήμαστο οποίο είχε προστρέξει για να προστατευθεί από τον βίαιο πρώην σύντροφό της έχει προκαλέσει ισχυρές κοινωνικές αντιδράσεις και ταυτόχρονα έχει φέρει στο φως τις σύνθετες διαστάσεις ενός «σκοτεινού», όπως χαρακτηρίζεται στην εγκληματολογική έρευνα φαινομένου, δεδομένου ότι δεν έχουμε την ακριβή εικόνα του καθώς ένας αριθμός υποθέσεων δεν αποκαλύπτεται ποτέ αλλά δυστυχώς παραμένει ένα «καλά κρυμμένο μυστικό» πίσω από σφραγισμένες πόρτες.

Βάσει των ερευνητικών πορισμάτων [1] της Ομάδας Εργασίας για το Έγκλημα και την Απεικόνισή του στα ΜΜΕ, «Crime & Media» Lab του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος, στο οποίο η γράφουσα είναι Επιστημονικά Υπεύθυνη, οι γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας βρίσκονται σε μια δυσχερή και ευάλωτη κατάσταση και, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, τα συναισθήματα που βιώνουν, ακόμα και όταν αποφασίζουν να ζητήσουν την αναγκαία βοήθεια, μπορεί να είναι ανάμεικτα. Νιώθουν ταπείνωση, λύπη για όσα συμβαίνουν στη ζωή τους, ντροπή, θυμό και απόγνωση για την κατάσταση που βιώνουν. Αισθάνονται ότι βρίσκονται σε ένα αδιέξοδο, σε έναν φαύλο κύκλο βίας και κακοποίησης ο οποίος φοβούνται ότι δεν θα «σπάσει» αλλά θα τις κρατά «εγκλωβισμένες».

Συγκεκριμένα, οι γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας συχνά εκδηλώνουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, αισθήματα φόβου και ανασφάλειας αλλά και ντροπή για τον κοινωνικό τους στιγματισμό σε περίπτωση που αποκαλυφθεί στο ευρύτερο περιβάλλον τους ότι έχουν θυματοποιηθεί, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις να απομονώνονται,να μη καταγγέλλουν τη βία στην αστυνομία ή να κάνουν πίσω στις καταγγελίες τους, επιστρέφοντας -ξανά και ξανά-στον κακοποιητή τους. Μπορεί να διέπονται από ενοχικά συναισθήματα, καθώς φτάνουν ακόμα και στο σημείο να θεωρήσουν ότι είναι οι ίδιες υπεύθυνες για τις βίαιες πράξεις του συζύγου/συντρόφου τους, γεγονός που ασφαλώς έχει την ερμηνεία του, γιατί πηγάζει -μεταξύ άλλων στοιχείων-από τις βαθιά ριζωμένες στις κοινωνίες αντιλήψεις με τις οποίες έχουν γαλουχηθεί γενιές, από τα επικίνδυνα στερεότυπα που διαιωνίζονται και αναπαράγονται για τη θέση και τον ρόλο της γυναίκας στο πλαίσιο της συζυγικής/συντροφικής σχέσης, από τα βιώματα που μπορεί να έχουν από το δικό τους γονικό σπίτι, από την έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό τους και στις δυνάμεις τους, από την εξάρτηση (συναισθηματική, οικονομική κλπ.) από τον σύζυγο/σύντροφο,αλλά και από ισχυρές πιέσεις που δέχονται σε κάποιες τουλάχιστον περιπτώσεις οι γυναίκες από το οικογενειακό περιβάλλον να μείνουν και να «υπομείνουν» τη βία, ειδικά σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν ανήλικα τέκνα.

Ως εκ τούτου, υιοθετούν σε πολλές περιπτώσεις μια παθητική στάση, παραμένοντας «βυθισμένες» στον φόβο και τη σιωπή ακόμα και για πολλά χρόνια. Το κομβικό σημείο για να αντιδράσουν και να αποφασίσουν να εγκαταλείψουν την κακοποιητική σχέση και να προσπαθήσουν να ανοίξουν ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή τους είναι η συναισθηματική τους εξουθένωση από όλα όσα βιώνουν και η συνειδητοποίηση ότι ο δράστης, παρά τις συνεχείς υποσχέσεις που τους δίνει, δεν πρόκειται να αλλάξει συμπεριφορά απέναντί τους, αντίθετα μπορεί να γίνεται ακόμα πιο βίαιος με την πάροδο του χρόνου, ειδικά σε υποθέσεις όπου παράλληλα διαπιστώνεται χρήση ουσιών ή/και κατάχρηση αλκοόλ. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι σε κάποιες περιπτώσεις τα ίδια τα παιδιά που βιώνουν τις βίαιες εκρήξεις του ενός γονιού ζητούν από τον άλλο γονιό να λάβει μέτρα και να απομακρυνθεί από το περιβάλλον βίας, γιατί δεν αντέχουν να έρχονται αντιμέτωπα με αυτές τις τραυματικές για την ψυχή τους και επικίνδυνες καταστάσεις. Μάλιστα δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ανήλικοι σε υποθέσεις που έχουν καταγραφεί στα εγκληματολογικά και ποινικά χρονικά διεθνώς αλλά και της χώρας μας έχουν διαπράξει το βαρύτατο -από ποινικής και κοινωνικής απαξίας- έγκλημα της ανθρωποκτονίας σε βάρος του πατέρα τους για να προστατεύσουν τη μητέρα τους που βρίσκεται σε κίνδυνο και αυτή η σοβαρή παράμετρος του θέματος καταδεικνύει τις σύνθετες διαστάσεις του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας και τη σπουδαιότητα της αποτελεσματικότερης προστασίας όλων των θυμάτων μέσα σε μια οικογένεια.

Καθίσταται σαφές ότι οι γυναίκες που αποφασίζουν να «σπάσουν» τη σιωπή έχουν απόλυτη ανάγκη από ένα προστατευτικό πλαίσιο, ώστε να νιώσουν ασφαλείς και να μην επιστρέψουν στην κακοποιητική σχέση. Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η νεαρή γυναίκα στην υπόθεση που μας απασχολεί και μας συγκλονίζει με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, καταδεικνύει και τη σπουδαιότητα της σε βάθος εκπαίδευσης όλων των επαγγελματιών, των επιστημόνων και ευρύτερα των απασχολουμένων με το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας. Μέσα από την εκπαίδευση θα γίνουν κατανοητές οι κομβικής σημασίας πτυχές του φαινομένου και ταυτόχρονα η σοβαρότητα και η κρισιμότητα των καταστάσεων όταν μια γυναίκα απειλείται από τον σύντροφο/πρώην σύντροφο και αναζητά βοήθεια.

Ένα ακόμα κρίσιμης σημασίας ζήτημα, που οφείλουμε να αναδείξουμε, είναι η δευτερογενής θυματοποίηση θυμάτων ενδοοικογενειακής / συντροφικής βίας, η οποία αποτελεί μια επικίνδυνη πρακτική, μεταξύ άλλων για το μήνυμα που περνάμε σε άλλους συνανθρώπους μας οι οποίοι βρίσκονται σε κακοποιητικές σχέσεις, αλλά και στην ευρύτερη κοινωνία. Ειδικά όταν μια γυναίκα έχει σφαγιαστεί και έχει καταλήξει στη μέση του δρόμου, έξω από Αστυνομικό Τμήμα, είναι αδιανόητο να γίνονται λεκτικές αναφορέςέστω από ένα μέρος του κοινού στα ΜΚΔ (μέσα κοινωνικής δικτύωσης) ότι φέρει η ίδια -το θύμα της βίας- ευθύνη που έμπλεξε με «έναν τύπο που φαινόταν τι ήταν» και «πώς περίμενε να της φερθεί;». Αναμφίβολα, οι παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν μια γυναίκα, όπως και έναν άντρα, σε μια «ακατάλληλη» επιλογή είναι πολλοί και αυτούς τους παράγοντες είναι αναγκαίο να εξαλείψουμε μέσα από την εκπαίδευση της νέας γενιάς. Να θωρακίσουμε τη νέα γενιά, ώστε οι νέες και οι νέοι να χτίσουν μια δυνατή προσωπικότητα, να πιστεύουν στον εαυτό τους, στις δυνάμεις τους και να κατανοήσουν την αξία του σεβασμού σε μια συντροφική σχέση.

Επίσης, το ότι μια γυναίκα ή ένας άντρας επιλέγει με λανθασμένα κριτήρια τον / τη σύντροφό του, ειδικά σε μια νεαρή ηλικία, δεν σημαίνει ότι το άτομο αυτό πρέπει να είναι «καταδικασμένο σε θάνατο» και να μην είναι ασφαλές όταν λάβει τη γενναία απόφαση να χωρίσει. Άλλωστε, στον αντίποδα της υπό εξέταση υπόθεσης, δράστες ενδοοικογενειακής βίας σε άλλες υποθέσεις ανήκουν σε υψηλά κοινωνικά στρώματα, με ένα καλό μορφωτικό επίπεδο και μια καλή επαγγελματική θέση και σε αυτές τις περιπτώσεις η σχέση μπορεί να ξεκινά με τις «καλύτερες προοπτικές», άρα το να προβαίνουμε σε γενικεύσεις και να κρίνουμε τόσο εύκολα συνανθρώπους μας, χωρίς να γνωρίζουμε καν την προσωπική τους ιστορία, είναι λάθος.

Ακόμα οι δράστες ενδοοικογενειακής βίας εμφανίζουν συχνά ένα «διπλό» πρόσωπο, δηλαδή στην αρχή της σχέσης μπορεί να είναι δοτικοί, γενναιόδωροι, να πασχίζουν να δημιουργήσουν μια πολύ καλή εικόνα προς τα έξω και σταδιακά αποκαλύπτεται το πραγματικό τους πρόσωπο. Άρα διαπιστώνουμε ότι μια σχέση μπορεί να ξεκινά διαφορετικά τους πρώτους μήνες μέχρι ο δράστης να κερδίσει την εμπιστοσύνη του θύματος και στην πορεία να εμφανίζει το βίαιο πρόσωπό του, απειλώντας το θύμα πως θα το εξοντώσει κοινωνικά, επαγγελματικά, πως θα το σκοτώσει, πως θα κάνει κακό σε άλλα μέλη της οικογένειας κλπ. «εγκλωβίζοντάς» το με τις συνεχείς απειλές στη σχέση βίας και κακοποίησης.

Απαιτείται επομένως από όλα τα ενεργά μέλη της κοινωνίας κοινωνική ευαισθησία ειδικά όταν αποφασίζουμε να τοποθετηθούμε δημόσια για ένα τόσο σοβαρό, πολυσύνθετο και πολυδιάστατο φαινόμενο. Είναι αναγκαίο να ενώσουμε στην πράξη (και όχι στη θεωρία) τη φωνή και τις δυνάμεις μας και μέσω της ενημέρωσης, της αφύπνισης και ευαισθητοποίησης να αναδειχθούν όλες οι καίριες πτυχές του φαινομένου. Παράλληλα καθίσταται επιτακτική ανάγκη να αποτελέσουν αντικείμενο αποτελεσματικής διαχείρισης τα οξύτατα κοινωνικά ζητήματα που έχουν άμεση συνάρτηση με το φαινόμενο, δεδομένου ότι πέρα από τις νομικές-ποινικές και εγκληματολογικές διαστάσεις, υπάρχουν και οι σοβαρές κοινωνικές του διαστάσεις που οφείλουν να μας απασχολήσουν σε βάθος, με απώτερο στόχο την προστασία και την περαιτέρω ενδυνάμωση όλων των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας.

* Διδάκτωρ Τμήματος Επικοινωνίας & ΜΜΕ ΕΚΠΑ, Φιλόλογος, Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος, Συγγραφέας-Εισηγήτρια και Εκπαιδεύτρια E-Learning Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών

 

[1] Βλ. αναλυτικά στοιχεία για την έρευνα του Crime & Media Lab (ΚΕ.Μ.Ε.) «Συζητώντας με τους Ειδικούς για το Φαινόμενο της Ενδοοικογενειακής Βίας Στην Ελλάδα» στο βιβλίο της γράφουσας Καρδαρά, Α. (2023) «Έγκλημα και Γυναίκα: Επιστημονικός Λόγος και Μιντιακές Απεικονίσεις για την Εγκληματικότητα και τη Θυματοποίηση Γυναικών» (Αθήνα: Παπαζήσης, σσ. 201-218).
Αφήστε μια απάντηση

This website uses cookies to improve your experience. We'll assume you're ok with this, but you can opt-out if you wish. Accept Read More

where to buy viagra buy generic 100mg viagra online
buy amoxicillin online can you buy amoxicillin over the counter
buy ivermectin online buy ivermectin for humans
viagra before and after photos how long does viagra last
buy viagra online where can i buy viagra