Στο όνομα της «αριστείας» σαρώνεται η Παιδεία
Στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, οι έννοιες «Νέα Δημοκρατία» και «εκπαιδευτική πολιτική» είναι ασύμβατες!
Όλες οι μεταρρυθμίσεις που έχουν δρομολογηθεί από τις κυβερνήσεις της Δεξιάς κατά τις τελευταίες πέντε δεκαετίες, έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, όχι μόνο στην εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά και σε ολόκληρη την κοινωνία, σε σημείο να υπάρξουν ακόμη και θύματα από ακραίους κύκλους.
Οπισθοδρόμηση είναι η λέξη-κλειδί και της νέας μεταρρύθμισης, που επιχειρεί να προωθήσει και η κυβέρνηση Μητσοτάκη σε νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση, με τη υπουργό Παιδείας Νίκη Κεραμέως, την οποία πολιτικοί κύκλοι θεωρούν ως το επόμενο «project» της «γαλάζιας παράταξης», να αναδεικνύεται σε πρωταγωνίστρια του νέου «ταξικού μοντέλου εκπαίδευσης», που εκπροσωπεί η κυβέρνηση στο όνομα της «αριστείας».
Θύελλα
Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι, εν μέσω πανδημίας η κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας προωθούν σε διαβούλευση ένα νομοσχέδιο-οδοστρωτήρα για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, που ξυπνά τα ανακλαστικά της κοινωνίας και σίγουρα αναμένεται να ριζοσπαστικοποιήσει τους μαθητές, τους φοιτητές, τους δασκάλους και τους καθηγητές.
Το υπουργείο Παιδείας προχώρησε στην υλοποίηση του σχεδιασμού του, την ώρα που στη χώρα μας έπρεπε να επικρατήσουν συνθήκες κοινωνικής ειρήνης (αν και δύσκολο), προκειμένου να αντιμετωπιστούν σε κλίμα συνεννόησης οι οικονομικές επιπτώσεις από την τεράστια ύφεση που προκαλεί η πανδημία.
Οι εξελίξεις στην Παιδεία με αφορμή και το ζήτημα επιστροφής στα θρανία μετά την καραντίνα της πανδημίας (βλέπε ρεπορτάζ στη διπλανή σελίδα), φαίνεται να εξελίσσεται σε πεδίο έντονης πολιτικής και κοινωνικής αντιπαράθεσης, με τα κόμματα της αντιπολίτευσης να θεωρούν ότι εκτός από την πορεία της οικονομίας και τα εργασιακά, με την πολιτική της στον τομέα της εκπαίδευσης, η κυβέρνηση επιδιώκει την πόλωση, σε μία κρίσιμη καμπή για τη χώρα ενόψει πολιτικών εξελίξεων.
Αυταρχικότητα uber alles
Σημειώνεται ότι με το νομοσχέδιο, το οποίο χαρακτηρίζεται αντιεκπαιδευτικό, αναχρονιστικό και πελατειακής αντίληψης, επαναφέρει ρυθμίσεις των νόμων Αρβανιτόπουλου και Διαμαντοπούλου, ενώ το υπουργείο Παιδείας, κατά την αντιπολίτευση και τους συνδικαλιστικούς εκπροσώπους, επιχειρεί να:
1. Μετατραπεί το σχολείο (Γυμνάσιο και Λύκειο) σε ένα απέραντο εξεταστικό κέντρο,
2. Επιχειρεί την αυστηροποίηση των ποινών των μαθητών και μαθητριών,
3. Επαναφέρει μία αυταρχική μορφή εσωτερικής και, κυρίως, πολλαπλής εξωτερικής αξιολόγησης για σχολεία και εκπαιδευτικούς, με τιμωρητική σκοπιμότητα,
4. Αυξάνει τον αριθμό των πρότυπων σχολείων, με απροσδιόριστα κριτήρια, χωρίς να αναλογίζεται τις καταστροφικές επιπτώσεις που αυτό θα επιφέρει, συνολικά, στο εκπαιδευτικό σύστημα,
5. Βάζει λουκέτο στα ΕΠΑΛ, με τον «κόφτη» του ηλικιακού ορίου (εγγραφή σε πρωινό ΕΠΑΛ έως 17 ετών), «χαρίζοντας» ουσιαστικά χιλιάδες μαθητές στα ιδιωτικά ΙΕΚ και τα κακόφημα ΚΕΚ,
6. Αυξάνει τον ανώτερο αριθμό μαθητών/τριών σε νηπιαγωγεία και δημοτικά, ανά τμήμα από 22 μέχρι και σε 26,
7. Εισάγει βαθμολογικά κριτήρια στις μετεγγραφές.
Τέλος, στο σχέδιο που παρουσίασε το υπουργείο Παιδείας, για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, προβλέπεται η επαναφορά της υποχρεωτικής ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στη διαδικασία για την ανάδειξη των Πρυτανικών Αρχών στα ΑΕΙ.