S&P: Έρχεται νέο τσουνάμι κόκκινων δανείων στην Ευρωζώνη το 2023
Οι πιστωτικές ζημιές των τραπεζών στην τριετία μέχρι τα τέλη του 2024 θα φτάσουν τα 2,1 τρισ. δολάρια. σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης S&P Global Ratings, με τους κίνδυνους για μεγάλο κύμα κόκκινων δανείων να είναι ορατοί, ειδικά για την ευρωζώνη.
Οι εμπορικές τράπεζες της Κίνας αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το μισό αυτού του συνόλου, αντικατοπτρίζοντας το τεράστιο μέγεθος του κλάδου της χώρας σε παγκόσμιο πλαίσιο. Όσον αφορά τα δάνεια πελατών, το κινεζικό τραπεζικό σύστημα είναι περίπου στο ίδιο μέγεθος με τα τραπεζικά συστήματα των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου μαζί.
Η S&P εκτιμά ότι οι δείκτες πιστωτικού κόστους των τραπεζών – οι πιστωτικές ζημιές ως ποσοστό των δανείων πελατών – θα είναι κατά μέσο όρο περίπου 80 μονάδες βάσης το 2022 και το 2023. Ο δείκτης στη συνέχεια πιθανότατα θα υποχωρήσει σε περίπου 65 μ.β το 2024, και θα είναι συγκρίσιμος με το επίπεδο του 2019 (προ πανδημίας). Αυτό συγκρίνεται με περίπου τις 100-120 μ.β που άγγιξε στον απόηχο της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008-2009.
Σε περιφερειακό επίπεδο, κατά την τριετία έως το τέλος του 2024, ο οίκος εκτιμά ότι οι πιστωτικές ζημιές θα κυμανθούν από το περίπου 9%-19% της κερδοφορίας στη Βόρεια Αμερική και τη Δυτική Ευρώπη έως περίπου το 35% της κερδοφορίας στη Λατινική Αμερική.
Το “φωτεινό σημείο”, σύμφωνα με την S&P, είναι ότι οι παγκόσμιες τράπεζες μπαίνουν στο 2023 με γενικά υγιή κεφάλαια και ισχυρούς ισολογισμούς και τα καθαρά περιθώρια επιτοκίου θα συνεχίσουν να επωφελούνται από υψηλότερα επιτόκια. Τα στοιχεία δείχνουν τη σχετικά υγιή ικανότητα διεθνών τραπεζών συνολικά να απορροφήσουν περαιτέρω ζημίες, χωρίς να εξαντλήσουν τα κεφάλαια.
Ο οίκος αναμένει ότι τα τραπεζικά συστήματα της Δυτικής Ευρώπης θα καταγράψουν πιστωτικές ζημιές περίπου 72 δισ. δολαρίων το 2022, ή 25% υψηλότερες από τις ζημίες που σημειώθηκαν το 2021. Επειδή ο αριθμός του 2021 (58 δισεκατομμύρια δολάρια) αντανακλούσε σημαντικά επίπεδα write-back των προβλέψεων πιστωτικών ζημιών που σχετίζονται με την πανδημία, αυτό σημαίνει ότι δεν θα σημειωθεί σημαντική αύξηση το 2022. Για το 2023, οι πιστωτικές ζημιές εκτιμάται ότι θα αυξηθούν κατά περίπου 20% στα 87 δισ. δολάρια και θα παραμείνουν κοντά σε αυτό το επίπεδο το 2024.
“Αυτές οι προβλέψεις αντικατοπτρίζουν την άποψή μας ότι το συνεχιζόμενο ενεργειακό σοκ και η νομισματική σύσφιξη θα δημιουργήσουν νέα κόκκινα δάνεια σε όλα τα τραπεζικά συστήματα της Ευρώπης, πιθανότατα μεταξύ των εταιρικών δανειοληπτών με υψηλότερο χρέος ή που επηρεάζονται πιο άμεσα από τα υψηλότερα κόστη – ιδιαίτερα εάν έχουν περιορισμένη ικανότητα να τα μετακυλήσουν στους καταναλωτές μέσω των τιμών”, όπως προειδοποιεί η S&P.
Παράλληλα, ο οίκος αναμένει ότι μια μέτρια αύξηση της ανεργίας σε ολόκληρη την Ευρώπη, που αποτελεί και το βασικό του σενάριο, σημαίνει ότι η ποιότητα των εκθέσεων των νοικοκυριών, ιδιαίτερα των στεγαστικών δανείων, θα παραμείνει ανθεκτική.
Πάντως η S&P εκτιμά ότι οι υψηλότερες πιστωτικές ζημιές θα είναι διαχειρίσιμες για τις τράπεζες, κυρίως χάρη στην αύξηση των επιτοκίων η οποία ενισχύει τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια.
Ωστόσο, δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια για αισιοδοξία. Τα περιθώρια για θετικότερα αποτελέσματα είναι μικρά,, ενώ οι κίνδυνοι για ακόμα μεγαλύτερες ζημιές είναι άφθονοι. Για παράδειγμα, ο πληθωρισμός μπορεί να είναι πιο επίμονος απ’ ό,τι αναμένεται, κάτι που θα είχε ως αποτέλεσμα μια ισχυρότερη και πιο μακροχρόνια απάντηση πολιτικής ή η σύγκρουση στην Ουκρανία θα μπορούσε να επιδεινώσει περαιτέρω τη συνεχιζόμενη ενεργειακή κρίση. Αυτό θα είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο στην ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών, αυξάνοντας τις πιστωτικές ζημιές.
Γενικότερα, σύμφωνα με την S&P, οι κίνδυνοι για τις προβλέψεις της και άρα για τις τράπεζες, είναι οι εξής:
– Οι πιο σκληρές οικονομικές και χρηματοοικονομικές συνθήκες από τις προβλεπόμενες. Στο βασικό του σενάριο ο οίκος εκτιμά ότι η ανάπτυξη στην ευρωζώνη θα είναι μηδενική το 2023, στις ΗΠΑ θα σημειωθεί ύφεση 0,1%, ενώ σε διεθνές επίπεδο η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί στο 2,2% (από 3,4% φέτος). Οι ασθενέστερες οικονομικές επιδόσεις θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υψηλότερες εταιρικές πτωχεύσεις, τροφοδοτώντας υψηλότερες πιστωτικές ζημίες.
– Τα υψηλά επίπεδα χρέους πολλών κρατών μειώνουν την ικανότητά τους να παρέχουν στήριξη στις οικονομίες τους, εκθέτοντας τις τράπεζες πιο άμεσα σε δανειολήπτες που αντιμετωπίζουν πιέσεις αποπληρωμής.
– Αν και τα υψηλότερα επιτόκια θα ενισχύσουν τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια των τραπεζών, εάν ωστόσο τα επιτόκια αυξηθούν υψηλότερα ή ταχύτερα από ό,τι αναμένουμε – για παράδειγμα, για να αντιμετωπιστούν οι επίμονες ανησυχίες για τον πληθωρισμό – οι προκύπτουσες πιέσεις στους δανειολήπτες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων πιθανότατα θα ωθήσουν περισσότερους από αυτούς σε χρεοκοπία.
– Η πτώση των τιμών των κατοικιών και των εμπορικών ακινήτων σε μεγάλο μέρος του κόσμου θα μπορούσε να υπονομεύσει περαιτέρω την εμπιστοσύνη των νοικοκυριών ή των επιχειρήσεων.