Μαξίμου: Ανασχηματισμός γιοκ – 5,5 μετά χρόνια θυμήθηκε τον εφαρμοστικό νόμο περί ευθύνης υπουργών
Ο ανασχηματισμός τελικά μπορεί να περιμένει σύμφωνα με τα όσα είπε χθες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλο Μαρινάκης, καθώς είπε “δεν είναι στις προθέσεις του πρωθυπουργού ο ανασχηματισμός” και χωρίς να συμμερίζεται παρατηρήσεις ότι ορισμένοι υπουργοί έχουν κατεβάσει τα μολύβια εν αναμονή ενδεχόμενων αλλαγών στο κυβερνητικό σχήμα.
Ωστόσο η είδηση που βγήκε χθες από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο είναι ότι προς “αποφυγή παρεξήγησης ή παρερμηνείας θα γίνει και νομοθετική παρέμβαση για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία” σχετικά με τον εφαρμοστικό νόμο περί ευθύνης υπουργών ο οποίος καθυστερείς εδώ και πεντέμισι χρόνια με αφορμή την αναθεώρηση του Συντάγματος του 2019, με αφορμή τις εξελίξεις στο μέτωπο των Τεμπών.
Πρώτοι έθεσαν το θέμα εδώ και μέρες ο Στέφανος Κασσελάκης και η Θεοδώρα Τζάκη από το Κίνημα Δημοκρατίας και ακολούθως ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης Κυριάκος Βελόπουλος, αφήνοντας αιχμές προς τη κυβέρνηση για την καθυστέρηση να φέρει τον εκτελεστικό νόμο του αναθεωρημένου άρθρου 86 περί ευθύνης υπουργών για το οποίο μάλιστα επαίρεται ότι εκείνη το άλλαξε.
Ο πρώην πρωθυπουργός είχε τονίσει χαρακτηριστικά: “Μου κάνει τρομακτική εντύπωση ότι, πεντέμισι χρόνια τώρα, η κυβέρνηση, ενώ έχει φέρει στη Βουλή εκατοντάδες αλλαγές στην ποινική νομοθεσία, ενώ έχει ψηφίσει άλλους εκτελεστικούς νόμους, δεν έχει τροποποιήσει τον νόμο περί ευθύνης υπουργών. Και αναρωτιέμαι: Γιατί; Μήπως το ξεχάσανε; Μήπως τους διέφυγε; Ή μήπως, μετά τις υποκλοπές και τα Τέμπη, υπάρχει σκοπιμότητα ; Δεν ξέρω ποιος μπορεί να εισηγείται στον Πρωθυπουργό ότι θα υπάρξει ποτέ δικαστής που θα αποφανθεί ότι μπορεί ένας νόμος να υπερβαίνει το Σύνταγμα. Σε κάθε περίπτωση, όμως, δεν έχει παρά να φέρει άμεσα στη Βουλή προς κύρωση τον εκτελεστικό νόμο περί ευθύνης υπουργών. Αλλιώς θα είναι σαν να επιβεβαιώνει, όχι μόνο σκοπιμότητα συγκάλυψης, αλλά και την ίδια την ενοχή του για τις συγκλονιστικές αυτές υποθέσεις”.
Στις 4 Φεβρουαρίου επίσης οι 6 βουλευτές που πρόσκεινται στο Κίνημα Δημοκρατίας κατέθεσαν στη Βουλή τροπολογία σύμφωνα με το άρθρο 77 παρ. 1 του Συντάγματος, για την αυθεντική ερμηνεία των νόμων αποτελεί αρμοδιότητα της νομοθετικής λειτουργίας, με σκοπό να αποσαφηνιστεί ρητώς το νομικό καθεστώς που διέπει την παραγραφή υπουργικών αδικημάτων, όπως αυτή προβλέπεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 3 του Ν. 3126/2003.
Στην τροπολογία, την οποία η κυβέρνηση δεν αποδέχθηκε τότε, αναφερόταν:
“Η συνταγματική αναθεώρηση του 2019 (Ψήφισμα της 25ης Νοεμβρίου 2019) κατήργησε την ειδική αποσβεστική προθεσμία που όριζε ότι η Βουλή μπορούσε να ασκήσει ποινική δίωξη κατά Υπουργού μόνο έως το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που άρχισε μετά την τέλεση του αδικήματος. Πλέον, ισχύει το γενικό καθεστώς παραγραφής του Ποινικού Κώδικα, όπως εφαρμόζεται σε κάθε πολίτη.
Έτσι με την παραπάνω συνταγματική αναθεώρηση του άρθρου 86 παρ. 3 καταργήθηκε η ειδική αποσβεστική προθεσμία για την εμπρόθεσμη άσκηση ποινικής δίωξης από τη Βουλή κατά υπουργών για ποινικά αδικήματα που αυτοί διέπραξαν. Η ποινική δίωξη πλέον των υπουργών υπόκειται στους γενικούς κανόνες παραγραφής που ισχύουν για όλα τα εγκλήματα. Κατά συνέπεια, πλέον επήλθε η ισότητα στο καθεστώς παραγραφής των υπουργών, με εκείνο των λοιπών πολιτών.
Η συνταγματική αναθεώρηση του 2019 εισήγαγε μια θεμελιώδη αλλαγή στη δίωξη υπουργικών αδικημάτων, εξαλείφοντας την αποσβεστική προθεσμία που ίσχυε με το προϊσχύον άρθρο 86 του Συντάγματος. Ωστόσο, η τροποποίηση αυτή δεν συνοδεύτηκε από την κατάλληλη προσαρμογή του Ν. 3126/2003, γεγονός που δημιούργησε ένα κενό ασφάλειας δικαίου.
Παρότι στη νομική θεωρία επικρατεί η άποψη ότι η σχετική διάταξη έχει καταστεί αντισυνταγματική ή σιωπηρώς καταργηθείσα, δεν υπάρχει ρητή νομοθετική διάγνωση της κατάστασης. Η διατήρηση αυτής της ασάφειας μπορεί να οδηγήσει σε αμφιβολίες ως προς την εφαρμογή του νόμου, με απρόβλεπτες επιπτώσεις στη δίωξη τέτοιων εγκλημάτων. Η αυθεντική ερμηνεία της διάταξης αποτελεί τον μόνο ασφαλή τρόπο επίλυσης του ζητήματος, αποσαφηνίζοντας ότι για τα υπουργικά αδικήματα ισχύει το κοινό καθεστώς παραγραφής του Ποινικού Κώδικα, χωρίς οποιαδήποτε ειδική εξαίρεση.
Η αντίφαση μεταξύ Συντάγματος και Ν. 3126/2003, εδράζεται στο γεγονός ότι παρά τη συνταγματική μεταβολή, ο οργανικός νόμος 3126/2003 δεν αναπροσαρμόστηκε, με αποτέλεσμα να εξακολουθεί να περιέχει την προϊσχύουσα διάταξη περί ειδικής αποσβεστικής προθεσμίας.
Η διάταξη αυτή βρίσκεται σε αντίθεση με το αναθεωρημένο άρθρο 86 του Συντάγματος, καθώς διατηρεί τη χρονική δέσμευση που είχε ήδη απαλειφθεί.
Έτσι πλέον δεν προβλέπεται πλέον ειδική παραγραφή για τα υπουργικά εγκλήματα.
Παρόλο που η αντισυνταγματικότητα ή η κατάργηση της διάταξης μπορεί να διαπιστωθεί από τα αρμόδια δικαστήρια, η ύπαρξή της στον νόμο δημιουργεί νομική αμφισημία και αβεβαιότητα. Πέραν της νομικής διάστασης, η ρητή εναρμόνιση του νόμου 3126/2003 με το αναθεωρημένο άρθρο 86 του Συντάγματος ενισχύει τη διαφάνεια και την εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Το ζήτημα δεν αφορά απλώς μια θεωρητική ερμηνευτική προσέγγιση, αλλά θέμα ασφάλειας δικαίου, καθώς η διατήρηση αντιφατικών διατάξεων μπορεί να οδηγήσει σε αντικρουόμενες αποφάσεις και αμφιλεγόμενες ερμηνείες.
Για την αποκατάσταση της νομικής σαφήνειας, είναι αναγκαίο να ρητώς αναγνωριστεί, κατόπιν αυθεντικής ερμηνείας του αναθεωρημένου άρθρου 86 του Συντάγματος, ότι η εν λόγω διάταξη έχει ήδη καταργηθεί.
Με αυτόν τον τρόπο διασφαλίζεται ότι η δίωξη υπουργικών αδικημάτων διέπεται αποκλειστικά από τους γενικούς κανόνες περί παραγραφής, ενισχύοντας τη λογοδοσία και τη θεσμική αξιοπιστία.
Β. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΔΙΑΤΑΞΗ
Άρθρο …
Αυθεντική ερμηνεία του ειδικού λόγου εξάλειψης του αξιοποίνου των πράξεων των Υπουργών…
Η αληθής έννοια της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του νόμου 3126/2003 (ΦΕΚ Α΄66), κατ’ αυθεντική ερμηνεία είναι ότι έχει καταργηθεί από το άρθρο 86 του Συντάγματος, όπως αυτό διαμορφώθηκε και αναθεωρήθηκε από το Ψήφισμα της 29ης Νοεμβρίου 2019 της Θ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων.
Αθήνα, 4 Φεβρουαρίου 2025
Οι προτείνοντες βουλευτές
…”
Και χθες η Ελληνική Λύση κατέθεσε σχετική πρόταση νόμου, “για να τελειώσει άπαξ δια παντός το θέμα της παραγραφής των αδικημάτων, για όλους τους βουλευτές” τονίζοντας Περιμένουμε, δε, και τα υπόλοιπα κόμματα να κάνουν το αυτονόητο, να υπογράψουν την πρόταση νόμου”.